Κατά τους Πυθαγορείους ως «Κακά» (αισχρά και ασύµφορα) ορίζονται η αταξία και η ασυµµετρία (Ιάµβλιχος, «Περί του Πυθαγοριού Βίου», 2. 203), στις οποίες κατατάσσουν και την σωµατική Ηδονή (<<ΑΙ ΔΕ ΗΔΟΝΑΙ ΕΚ ΠΑΝΤΟΣ ΤΡΟΠΟΥ ΚΑΚΟΝ», «ακούσµατα» σε Ιάµβλιχο, ως άνω 2. 85).
Κατά τους Στωϊκούς, τα «Κακά» (λατινιστί, mala), είναι εκείνα που οφείλει να αποφεύγει συστηµατικώς ο φιλόσοφος στον δρόµο προς τον «Σοφό». Οι Στωϊκοί διακρίνουν τρία είδη «Κακών», τις «Κακίες», τις «Κακουργίεις» και τα...
«πάθη». Στις «Κακίες» κατατάσσουν τον παραλογισµό, την Άγνοια, την Αδικία, την Απιστία, την Κτητικότητα, την άλογο Εχθρότητα, την Ανανδρεία και την Απερισκεψία, ενώ στις «Κακουργίεις» τις ανόητες και άδικες πράξεις. Ως «πάθη» ορίζονται όλες οι «Ορμές δίχως µέτρο, ανεξέλεγκτες ή «πλεονάζουσες», οι οποίες θεωρούνται ασθένειες και αναπηρία της ψυχής και είναι διαταρακτικές για το «Ηγεµονικόν» της ψυχής και κατά προέκταση για ολόκληρο την ύπαρξη. Εδώ πρέπει να σηµειωθεί ότι, κατά τους Στωϊκούς, το Κακόν υπάρχει µόνον «κατά παρακολούθησιν της Αρετής ή του Αγαθού» και δεν είναι δυνατόν να λείψει από τον Κόσµο, καθώς η Αρµονία και η Τελειότης έχουν πάντοτε ως προϋπόθεσή τους, την ύπαρξη των αντιθέτων τους (δηλαδή της «εναντιότητος»).
«πάθη». Στις «Κακίες» κατατάσσουν τον παραλογισµό, την Άγνοια, την Αδικία, την Απιστία, την Κτητικότητα, την άλογο Εχθρότητα, την Ανανδρεία και την Απερισκεψία, ενώ στις «Κακουργίεις» τις ανόητες και άδικες πράξεις. Ως «πάθη» ορίζονται όλες οι «Ορμές δίχως µέτρο, ανεξέλεγκτες ή «πλεονάζουσες», οι οποίες θεωρούνται ασθένειες και αναπηρία της ψυχής και είναι διαταρακτικές για το «Ηγεµονικόν» της ψυχής και κατά προέκταση για ολόκληρο την ύπαρξη. Εδώ πρέπει να σηµειωθεί ότι, κατά τους Στωϊκούς, το Κακόν υπάρχει µόνον «κατά παρακολούθησιν της Αρετής ή του Αγαθού» και δεν είναι δυνατόν να λείψει από τον Κόσµο, καθώς η Αρµονία και η Τελειότης έχουν πάντοτε ως προϋπόθεσή τους, την ύπαρξη των αντιθέτων τους (δηλαδή της «εναντιότητος»).
Όπως παρατηρεί ο Επίκτητος, οι Θεοί διέταξαν να υπάρχουν, ανάµεσα σε άλλα αντίθετα, η Αρετή και η Κακία «για την αρµονία του συνόλου». Το ηθικό Κακόν δεν αποτελεί συνεπώς πραγµατικό Κακόν διότι χρησιµεύει στην αρµονία του συνόλου και εκπληροί έναν σαφή σκοπό. Το λεγόµενο «Κακόν» δεν είναι παρά η χυδαιοτέρα και κατωτάτη µορφή του «Αγαθού» και, αντιστοίχως, ο φαύλος άνθρωπος στέκει απλώς, αυτοτιµωρούµενος κατ’ ουσίαν, στην κατώτατη βαθµίδα τού ανθρωπίνου είδοις, προδότης της φύσεώς του και αυτοϋποβιβασθείς σε άλογο ζώον. Ο ενάρετος άνθρωπος δεν απειλείται εκ της υπάρξεως του φαύλου, όπως και δεν απειλείται από την πέριξ αυτού ύπαρξη των φυτών και των αλόγων ζώων.
Οι Μεγαρικοί, αρνούνται την ύπαρξη αυτού που µπορεί να είναι αντίθετο προς το «Αγαθόν», δηλαδή ενός ηθικού «Κακού» στον βίο των ανθρώπων, αφού, κατ’ αυτούς, το «Κακό» είναι υποχρεωτικώς ταυτόσηµο µε το Μη – Ον, δηλαδή µόνον µε την ανυπαρξία.
Ο δυϊστής πλάτων ταυτίζει το «Κακόν» όχι µε το Μή – Ον, αλλά µε την (µη υπαρκτή κατά τους Υλοζωϊστές) άψυχο σωµατικότητα. Στον ύστερο Νεοπλατωνισµό πάντως (Πρόκλος), η Ύλη δεν θεωρείται ενσάρκωση και έκφραση του «Κακού», υιοθετείται δε µάλλον η στωϊκή θέση ότι το λεγόµενο «Κακό» προκύπτει απλώς εκ των αναποφεύκτων συγκρούσεων ανάµεσα στις αγαθές οντότητες, ως παραπροϊόν των αναγκαίων για την υπόσταση της αγαθότητος αντιφάσεων τέλος, το υποτίθεται αυτοτελές και αυτόνοµο «Κακό», το οποίο παραδέχονται οι δυϊστικές Θρησκείες (Ζωροαστρισµός και οι 3 κλάδοι του Μονοθεϊσµού: Ιουδαϊσµός, Χριστιανισµός, Μωαµεθανισµός), στην Ελληνική κοσµοαντίληψη όχι απλώς δεν υπάρχει, αλλά ακόµη και η πιθανότης να υπάρξει αποτελεί άτοπο. Το υποτιθέµενο αυτοτελές Κακό ξεκινά εκ της πλάνης, ότι τάχα ο Θεός είναι µόνον και αποκλειστικώς «Καλός». Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, τότε η ελάχιστη κακότης θα δηµιουργούσε αυτοµάτως ένα «κακό» αντιµαχόµενο εξ ίσου άπειρο, πράγµα άτοπο, αφού εξ ορισµού δύο Άπειρα δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν.
(Από το «Θύραθεν Φιλοσοφικό Λεξικό» του Βλ. Ρασσιά, εκδόσεις «Ανοιχτή πόλη».
Από το Διιπετές
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου