Η συζήτηση για τη δύναμη των τριών βασικών εξουσιών, της νομοθετικής, της εκτελεστικής και της δικαστικής αλλά και για τη δύναμη των ΜΜΕ, είναι αέναη και τα σκάνδαλα κατάχρησης εξουσίας που κατά καιρούς έχουν ξεσπάσει εντός και εκτός Ελλάδας είναι αμέτρητα. Παρόλα αυτά, η δημοκρατία έχει αναπτύξει αυτοελεγκτικούς μηχανισμούς μέσω των οποίων προσπαθεί να δρα αναγνωριστικά των όποιων καταχρηστικών ή παράνομων συμπεριφορών κατά την άσκηση των παραπάνω βασικών εξουσιών και να επιχειρεί να τιμωρεί τους... παραβάτες, έστω και με έμμεσους τρόπους.
Η δημιουργία της χρηματιστηριακής οικονομίας, ωστόσο, το ολοένα αυξανόμενο μέγεθός της και η σταθερά σημαντικότερη επιρροή της στην πραγματική οικονομία, έχουν αναδείξει νέες μορφές και όργανα παγκόσμιας εξουσίας, των οποίων η δύναμη δε γίνεται εύκολα κατανοητή με αποτέλεσμα να περνούν ‘απαρατήρητα’ μέχρι να είναι πολύ αργά για να προστατευτεί κανείς από αυτά, ενώ το βασικό χαρακτηριστικό τους είναι πως δεν υπάρχει κανένας, απολύτως, μηχανισμός ελέγχου και αξιολόγησης τους. Τα όργανα αυτά κρίνουν χωρίς να κρίνονται και οποιαδήποτε απόπειρα αμφισβήτησης των συμπερασμάτων τους αντιμετωπίζεται με καχυποψία και τελικά πέφτει στο κενό.
Ένα από τα ισχυρότερα όργανα παγκόσμιας εξουσίας είναι οι εταιρίες πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s, Fitch και S&P, οι οποίες έγιναν ιδιαίτερα γνωστές στην Ελλάδα για το ρόλο τους στην ελληνική κρίση. Ο βραβευμένος με Πούλιτζερ Αμερικανικός δημοσιογράφος Thomas Friedman, είχε πει χαρακτηριστικά το 1996 σχολιάζοντας τη δύναμη μίας εξ αυτών των εταιριών: ‘Υπάρχουν δύο υπερδυνάμεις στον κόσμο σήμερα, κατά τη γνώμη μου. Είναι από τη μία οι ΗΠΑ και από την άλλη η υπηρεσία πιστοληπτικής αξιολόγησης ομολόγων της Moody’s. Οι ΗΠΑ μπορούν να σε καταστρέψουν με βόμβες και η Moody’s μπορεί να σε καταστρέψει με το να υποβαθμίσει τα ομόλογα σου. Και πιστέψτε με δεν είναι ξεκάθαρο, πάντα, ποιος είναι ο πιο δυνατός από τους δύο.’
Στο μοντέρνο οικονομικό σύστημα οι χώρες και οι εταιρίες βασίζουν σε ένα τεράστιο βαθμό την επιβίωση και το μέλλον τους στη δυνατότητα χρηματοδότησης των αναγκών τους με δανεικά κεφάλαια. Αυτό γίνεται μέσω της έκδοσης ομολόγων τα οποία αποτελούν ομολογία χρέους του δανειζόμενου προς το δανειστή του. Οι εταιρίες πιστοληπτικής αξιολόγησης έχουν δημιουργήσει ένα σύστημα βαθμολογίας των ομολόγων που εκδίδουν τα κράτη και οι εταιρίες, το οποίο συνδέεται άμεσα και αποφασιστικά με την χρηματιστηριακή αγορά εμπορίας χρέους και παροχής δανεικών κεφαλαίων, με μία σχέση πολύ απλή: όσο καλύτερη η βαθμολογία τόσο χαμηλότερο το κόστος δανεισμού και όσο χειρότερη, τόσο υψηλότερο.
Αν, για οποιοδήποτε λόγο, οι εταιρίες πιστοληπτικής αξιολόγησης αποφασίσουν να βαθμολογήσουν με άριστα τα ομόλογα ενός κράτους, μίας εταιρίας κλπ τότε, ασχέτως της πραγματικής τους οικονομικής κατάστασης, θα μπορούν να έχουν πρόσβαση σε δανεικά κεφάλαια με πολύ χαμηλό κόστος και έτσι θα έχουν, πάντα, τη δυνατότητα να επιβιώσουν αλλά και την ευκαιρία και το χρόνο να προβούν στις όποιες διαρθρωτικές κινήσεις απαιτείται προκειμένου να εξυγιάνουν προβληματικούς τομείς τους. Αντίθετα, αν η βαθμολογία γίνει έντονα αρνητική, τότε η στρόφιγγα της χρηματοδότησης κλείνει, προκαλώντας οικονομική ασφυξία ακόμη και στο ισχυρότερο κράτος ή την πιο υγιή εταιρία.
Έτσι, οι εταιρίες πιστοληπτικής αξιολόγησης κρατούν στα χέρια τους τις μοίρες ολόκληρων χωρών και η δύναμη αυτή είναι από μόνη της τρομακτική, πόσο μάλλον όταν σκεφτούμε πως έχουν εμπλακεί, παλαιότερα και πρόσφατα, σε μία σειρά σκανδάλων που αποκαλύπτουν αυτό που, λογικά ισχύει με κάθε άλλη εταιρία αλλά που δε θα έπρεπε να ισχύει στη δική τους περίπτωση, ότι δηλαδή έχουν ως πρωταρχικό σκοπό την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων και όχι του κοινού καλού.
Για παράδειγμα, η Moody’s έχει κατηγορηθεί για εκβιασμό εταιριών, προκειμένου να ενταχθούν στο σύστημα αξιολόγησης της. Σε μία περίπτωση, η Moody’s πλησίασε το γερμανικό ασφαλιστικό κολοσσό Hannover Re, προσφέροντας του ‘δωρεάν αξιολόγηση’ αλλά πήρε αρνητική απάντηση. Η Moody’s συνέχισε να δημοσιεύει δωρεάν αξιολογήσεις της εταιρίας με όλο και χαμηλότερη βαθμολογία επικοινωνώντας μαζί της κατά διαστήματα προκειμένου να αγοράσει τις υπηρεσίες της. Μετά από ένα διάστημα παρατεταμένης άρνησης της Hannover Re να πληρώνει την Moody’s για να αξιολογείται από αυτήν, η Moody’s υποβάθμισε τα ομόλογα της σε ‘junk’, προκαλώντας πανικό στην αγορά, ο οποίος κόστισε στην Hannover Re 175 εκ δολάρια τις πρώτες μόνο ώρες της υποβάθμισης.
Κατά τη διάρκεια του 2007 και όσο η αγορά κατοικίας των ΗΠΑ κατέρρεε, η Moody’s συνεργάστηκε με εταιρίες της Wall Street όπως η Goldman Sachs προκειμένου να της βοηθήσει να κερδίσουν δισεκατομμύρια από το εμπόριο τοξικών ομολόγων, βαθμολογώντας τα με ‘άριστα’ σε όλη τη διάρκεια της κρίσης εξαπατώντας, έτσι, τους επενδυτές και τις εταιρίες που εμπιστεύονταν την κρίση της. Η Moody’s, μάλιστα, τιμωρούσε τα ανώτερα στελέχη και τους υπαλλήλους της που προέβαιναν σε κριτική των πράξεων της και αντάμειβε όσους συμφωνούσαν μαζί της και συνέβαλλαν με θετικές εκθέσεις για τα τοξικά ομόλογα. Η εταιρία μετέθεσε σε άλλα τμήματα της όσους θεωρούσαν τα ενυπόθηκα δάνεια επισφαλή και συγκέντρωσε στο τμήμα αξιολόγησης τους όσους τα θεωρούσαν ασφαλή.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ εξέδωσε μία έκθεση καταπέλτη για το ρόλο της Moody’s και των ανταγωνιστών της Fitch και S&P στην κρίση της αγοράς κατοικίας και στην μετέπειτα τραπεζική κρίση στις ΗΠΑ, η οποία και αποτέλεσε τον προθάλαμο της παγκόσμιας κρίσης του 2008, αναδεικνύοντας πώς με κίνητρο το προσωπικό τους κέρδος οι εταιρίες αλλοίωσαν τα πραγματικά συμπεράσματα των αξιολογήσεων τους.
Σύμφωνα με συνέντευξη του πρώην μεγαλοστελέχους της Moody’ s Mark Froeba, ο οποίος προσελήφθη σε αυτήν από το 1997, η εταιρία λειτουργεί με γνώμονα το δικό της συμφέρον και όχι το γενικό, πρακτική που όταν έγινε αντικείμενο κριτικής από τον ίδιο και άλλα εννέα στελέχη το 2007, οδήγησε στην περιθωριοποίηση τους εντός της εταιρίας.
Ο Lawrence McDonald, αντιπρόεδρος της Lehman Brothers μέχρι την κατάρρευση της, αναρωτιέται σε βιβλίο του σχετικά με τις εταιρίες πιστοληπτικής αξιολόγησης: ‘πώς είναι δυνατόν μία κατηγορία ομολόγων να βαθμολογείται με ΑΑΑ τη μία μέρα και την άλλη να υποβαθμίζεται σε junk (σκουπίδια) εκτός και αν έχει συμβεί κάτι εξαιρετικά βλακώδες ή εξαιρετικά ανέντιμο;’ Στην πραγματικότητα οι εταιρίες πιστοληπτικής αξιολόγησης υπερδιπλασίασαν τα κέρδη τους κατά τη διάρκεια της κρίσης, βαθμολογώντας με ΑΑΑ επισφαλή ομόλογα από πιστωτικές κάρτες, στεγαστικά δάνεια, δάνεια για την αγορά αυτοκινήτων που είχαν τιτλοποιηθεί από εταιρίες όπως η Goldman και που πουλιούνταν σε επενδυτικά και ασφαλιστικά ταμεία και σε εταιρίες και ιδιώτες σε ολόκληρο τον κόσμο, μεταφέροντας το ρίσκο από την επερχόμενη κατάρρευση της αξίας τους σε ανυποψίαστους επενδυτές και χαρίζοντας κέρδη που ξεπέρασαν το 1 τρις σε μία ομάδα εταιριών που συνεργάστηκαν αθόρυβα και αποτελεσματικά.
Την ίδια στιγμή, μέλη της ομάδας αυτής, έχοντας εσωτερική πληροφόρηση για την πραγματική ποιότητα των συγκεκριμένων ομολόγων, πόνταραν στην πτώση της αξίας τους κερδίζοντας και πάλι δισεκατομμύρια. Μεταξύ αυτών ήταν και οι Paulson και Soros, δύο από τους ‘χρηματιστηριακούς εκτελεστές’ που κατηγορήθηκαν από το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ πως οργάνωσαν την επίθεση στο ευρώ.
Στις 9 Ιουνίου 2010, ξέσπασε άλλο ένα σκάνδαλο που εμπλέκει τη Moody’s σε απάτη, καθώς η εταιρία ανακοίνωσε πως πρόκειται να βαθμολογήσει με ΑΑΑ εμπορικά στεγαστικά δάνεια τα οποία, σύμφωνα με ανεξάρτητους αναλυτές, θεωρούνται υψηλού ρίσκου και εν δυνάμει άκρως τοξικά. Η αιτιολογία της Moody’s για την εξαιρετικά υψηλή βαθμολογία είναι πως παρέχουν πλεονεκτήματα σε ένα χαρτοφυλάκιο τα οποία έχουν χαρακτήρα αντισταθμιστικό έναντι άλλων επενδυτικών κινδύνων… Την ίδια στιγμή ένα άλλο σκάνδαλο τείνει να αποκαλυφθεί όσο δημιουργείται και έχει να κάνει με την άριστη βαθμολογία των ομολόγων αμερικανικών νομαρχιών και δήμων που βρίσκονται στα όρια της πτώχευσης
Είναι η πρώτη φορά που εκκολαπτόμενα σκάνδαλα πιστοληπτικής αξιολόγησης γίνονται αντιληπτά εν τη γενέσει τους και θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε αν αυτό θα βοηθήσει ώστε να αποφευχθεί άλλη μία κρίση. Μέχρι σήμερα οι αποκαλύψεις του ρόλου των εταιριών αυτών έρχονταν με καθυστέρηση και αφού πρώτα η ζημία είχε γίνει.
Η πρόβλεψη μου είναι πως η ιστορία θα αναδείξει σύντομα και το ρόλο των εταιριών πιστοληπτικής αξιολόγησης και των συνεργατών τους και στη δημιουργία της ελληνικής κρίσης.
Σύμφωνα με τα αποκλειστικά στοιχεία που δημοσίευσα σε προηγούμενο άρθρο μου οι μεγαλύτεροι διεθνείς επενδυτές ΧΑ είναι ταυτόχρονα και μεγαλομέτοχοι των εταιριών πιστοληπτικής αξιολόγησης που υποβάθμισαν τα ελληνικά ομόλογα σε ‘σκουπίδια’ διαλύοντας τη χώρα και προκαλώντας μία άνευ προηγουμένου κρίση η οποία θα μπορούσε και έπρεπε να μην έχει συμβεί ποτέ. Οι ίδιες εταιρίες είναι και μεγαλομέτοχοι της Goldman αλλά και άλλων εταιριών με συμφέροντα στην Ελλάδα, όπως της Siemens, ενώ ανώτατα στελέχη τους και ανεξάρτητοι επενδυτικοί τους σύμβουλοι προέρχονται από την οικογένεια της μεγαλύτερης τραπεζικής δυναστείας στον κόσμο, η οποία παίζει καταλυτικό ρόλο στις νομισματικές και τραπεζικές εξελίξεις στην Ελλάδα εδώ και 200, περίπου, χρόνια. Μέλος αυτής της τραπεζικής δυναστείας είναι ο ιδιοκτήτης της εταιρίας που ξεπούλησε μετοχές της ΕΤΕ στο τελευταίο τρίμηνο του 2009 συμβάλλοντας στο χρηματιστηριακό κραχ.
Και ενώ είναι δικαίωμα του καθενός να πιστεύει στις ‘διαβολικές’ συμπτώσεις και να αμφισβητεί τα στοιχεία που δείχνουν πως η ελληνική κρίση είναι πάρα πολύ πιθανό να είναι, σε μεγάλο βαθμό, κατασκευασμένη, ίσως είναι καλό να θυμόμαστε πως στη χρηματιστηριακή οικονομία το κέρδος βρίσκεται στην κορυφή των προτεραιοτήτων των συμμετεχόντων σε αυτήν και ο τρόπος με τον οποίο αυτό θα επιτευχθεί στον πυθμένα.
Πάνος Παναγιώτου - Διευθυντής ΕΚΤΑ, 3FVIP.com
(από sofokleous10)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου