Γράφει ο Παύλος Μανωλούδης.
«Όλη η Φυσική Φιλοσοφία είναι γραμμένη σ’ αυτό το θαυμαστό βιβλίο
της φύσης που βρίσκεται πάντα μπροστά στα μάτια μας. Μόνο που για να το
διαβάσουμε, πρέπει να μάθουμε τη γλώσσα και να κατανοήσουμε τα σύμβολα
με τα οποία είναι γραμμένο.»
GALILEO GALILEI
Επιλογή.
Ένα ζεστό απόγευμα του Ιούνη. Κάθομαι στη σοφίτα του σπιτιού μου και αγναντεύω τη λίμνη του Αγίου Βασιλείου Θεσσαλονίκης. Ο ήλιος κάπου πίσω μου δύει και ένα απαλό αεράκι χαϊδεύει τα μάγουλά μου. Είμαι άνετος και αναπαυτικά καθισμένος σε μια από τις...
κλασικές πλαστικές καρέκλες. Έχω ένα καφέ, ελληνικό, βαρύ γλυκό, με μπόλικο καϊμάκι. Έχει κρυώσει αρκετά και μπορώ να τον απολαύσω όπως και να παντρέψω τούτη την ευχαρίστηση με μιαν άλλη, το κάπνισμα. Ο ήλιος φωτίζει την απέναντι οροσειρά όπως και τη λίμνη. Σύννεφα νωχελικά εμφανίζονται στο γαλανό ορίζοντα και το αεράκι εξακολουθεί να μου χαϊδεύει ζεστά τα μάγουλα. Μερικές στιγμές σιγής παρατηρεί ο νους, σα να χάθηκαν τα αυτοκίνητα και οι άνθρωποι, μαζί τους τα πουλιά και τα ζώα. Πέρα μακριά, μερικά χωριά σαν γκρίζες στάμπες σε πράσινο και καφέ φόντο. Απλά βλέπεις, μα αίσθηση δε σου προκαλούν. Μια μαγνητισμένη αγκίστρωση πάνω στη σιγή βιώνει ο νους. Ακίνητος, ανεπηρέαστος, σταθερός, αρμονικά ακολουθεί τις γραμμές του τοπίου. Παρατηρεί μα δε κρίνει. Κοιτάζει μα δε θέλει να δει. Υπάρχει μα δε θέλει να ορίσει τον τρόπο με τον οποίο το κάνει. Σκέφτεται μα δεν αποσπάται. Δρόμοι, χωριά, βουνά, ήχοι, σκέψεις, αίσθημα ζέστης, άνεση, μυρωδιά καπνού. Στάσεις ενός ταξιδιού, μα όχι ο προορισμός, ενός αποστάτη της πραγματικότητας που περιπλανιέται μόνος στις στιγμές της σιωπής. Μια μακρινή σιωπή που μόνο το άγγιγμα του ζεστού ανέμου στο πρόσωπο, σου θυμίζει πως κάθεσαι στη σοφίτα και δεν απλά παρατηρείς μια κατάσταση φυσικής αρμονίας από κάπου αλλού. Από κάποια φυλακή ίσως, που τυχαία κοίταξες έξω από το παράθυρό της.
Και οι στιγμές σιγής καθόσον ο νους παρατηρεί τη φυσική αρμονία, τελείωσαν, εσύ επιστρέφεις στη συνηθισμένη σου φυλακή κι εγώ προσπαθώ να σου τη δείξω, όπως και προσπάθησα να σου δείξω την ελευθερία. Τις στιγμές όπου ο νους σιωπηλός, επιτρέπει το πνεύμα να αισθάνεται ότι ‘απλά είναι’ μέσα σε τούτη τη φυσική αρμονία. Δίχως ανάγκη να ‘γίνει’ αυτό που σκέφτεται ότι θέλει να είναι ή αυτό που υπολογίζει ότι πρέπει να δείχνει πως είναι. Κόκκινα τα νωχελικά σύννεφα δεικνύουν πως οι στιγμές της μετάβασης τελειώνουν. Ακόμα μια μέρα στη μεγαλύτερη Σχολή του σύμπαντος, δίνει τη θέση της στον επόμενο δάσκαλο. Τη νύκτα.
Αργά, σταθερά και αρμονικά το αεράκι κρυώνει, ο καφές τελειώνει και μια ανησυχία σε ξεσηκώνει. Όσο και να θες, οι στιγμές της σιγής που έζησες, γίνανε παρελθόν. Μπορεί να αισθανθείς τέτοιες στιγμές ξανά και ξανά, μα θα είναι παρόμοιες και όχι αυτές. Μια απύθμενη κατάρα, ίσως και ευχή, ορίζει το σύμπαν να αλλάζει πάντα. Και έτσι, η ελπίδα γεννιέται από ένα καλύτερο αύριο και ο φόβος από ένα χειρότερο. Η πραγματικότητα όμως ήταν, είναι και θα είναι αβέβαιη. Κι αν κάποτε ο χρόνος πάψει να ρέει, τότε η πραγματικότητα θα πεθάνει μαζί του. Αυτό που μαθαίνεις σε τούτη τη Σχολή του σύμπαντος, είναι ότι τα πάντα αλλάζουν. Όσο και να θέλεις, όσο και να υπολογίζεις, όσο και να υλοποιείς, όσο και να χτίζεις, αυτό που σου δίνει τη Δύναμη να ορίζεις το μέλλον, είναι και αυτό που το καταστρέφει. Αρμονική αντίθεση. Αυτό που σου γεννά την ελπίδα, είναι και αυτό που σου γεννά το φόβο. Κι εσύ απλά επιλέγεις, ελπίδα ή φόβο; Επιλογή… το από δημιουργίας, έννομο δικαίωμα της ελεύθερης βούλησης.
Ένα ζεστό απόγευμα του Ιούνη. Κάθομαι στη σοφίτα του σπιτιού μου και αγναντεύω τη λίμνη του Αγίου Βασιλείου Θεσσαλονίκης. Ο ήλιος κάπου πίσω μου δύει και ένα απαλό αεράκι χαϊδεύει τα μάγουλά μου. Είμαι άνετος και αναπαυτικά καθισμένος σε μια από τις...
κλασικές πλαστικές καρέκλες. Έχω ένα καφέ, ελληνικό, βαρύ γλυκό, με μπόλικο καϊμάκι. Έχει κρυώσει αρκετά και μπορώ να τον απολαύσω όπως και να παντρέψω τούτη την ευχαρίστηση με μιαν άλλη, το κάπνισμα. Ο ήλιος φωτίζει την απέναντι οροσειρά όπως και τη λίμνη. Σύννεφα νωχελικά εμφανίζονται στο γαλανό ορίζοντα και το αεράκι εξακολουθεί να μου χαϊδεύει ζεστά τα μάγουλα. Μερικές στιγμές σιγής παρατηρεί ο νους, σα να χάθηκαν τα αυτοκίνητα και οι άνθρωποι, μαζί τους τα πουλιά και τα ζώα. Πέρα μακριά, μερικά χωριά σαν γκρίζες στάμπες σε πράσινο και καφέ φόντο. Απλά βλέπεις, μα αίσθηση δε σου προκαλούν. Μια μαγνητισμένη αγκίστρωση πάνω στη σιγή βιώνει ο νους. Ακίνητος, ανεπηρέαστος, σταθερός, αρμονικά ακολουθεί τις γραμμές του τοπίου. Παρατηρεί μα δε κρίνει. Κοιτάζει μα δε θέλει να δει. Υπάρχει μα δε θέλει να ορίσει τον τρόπο με τον οποίο το κάνει. Σκέφτεται μα δεν αποσπάται. Δρόμοι, χωριά, βουνά, ήχοι, σκέψεις, αίσθημα ζέστης, άνεση, μυρωδιά καπνού. Στάσεις ενός ταξιδιού, μα όχι ο προορισμός, ενός αποστάτη της πραγματικότητας που περιπλανιέται μόνος στις στιγμές της σιωπής. Μια μακρινή σιωπή που μόνο το άγγιγμα του ζεστού ανέμου στο πρόσωπο, σου θυμίζει πως κάθεσαι στη σοφίτα και δεν απλά παρατηρείς μια κατάσταση φυσικής αρμονίας από κάπου αλλού. Από κάποια φυλακή ίσως, που τυχαία κοίταξες έξω από το παράθυρό της.
Και οι στιγμές σιγής καθόσον ο νους παρατηρεί τη φυσική αρμονία, τελείωσαν, εσύ επιστρέφεις στη συνηθισμένη σου φυλακή κι εγώ προσπαθώ να σου τη δείξω, όπως και προσπάθησα να σου δείξω την ελευθερία. Τις στιγμές όπου ο νους σιωπηλός, επιτρέπει το πνεύμα να αισθάνεται ότι ‘απλά είναι’ μέσα σε τούτη τη φυσική αρμονία. Δίχως ανάγκη να ‘γίνει’ αυτό που σκέφτεται ότι θέλει να είναι ή αυτό που υπολογίζει ότι πρέπει να δείχνει πως είναι. Κόκκινα τα νωχελικά σύννεφα δεικνύουν πως οι στιγμές της μετάβασης τελειώνουν. Ακόμα μια μέρα στη μεγαλύτερη Σχολή του σύμπαντος, δίνει τη θέση της στον επόμενο δάσκαλο. Τη νύκτα.
Αργά, σταθερά και αρμονικά το αεράκι κρυώνει, ο καφές τελειώνει και μια ανησυχία σε ξεσηκώνει. Όσο και να θες, οι στιγμές της σιγής που έζησες, γίνανε παρελθόν. Μπορεί να αισθανθείς τέτοιες στιγμές ξανά και ξανά, μα θα είναι παρόμοιες και όχι αυτές. Μια απύθμενη κατάρα, ίσως και ευχή, ορίζει το σύμπαν να αλλάζει πάντα. Και έτσι, η ελπίδα γεννιέται από ένα καλύτερο αύριο και ο φόβος από ένα χειρότερο. Η πραγματικότητα όμως ήταν, είναι και θα είναι αβέβαιη. Κι αν κάποτε ο χρόνος πάψει να ρέει, τότε η πραγματικότητα θα πεθάνει μαζί του. Αυτό που μαθαίνεις σε τούτη τη Σχολή του σύμπαντος, είναι ότι τα πάντα αλλάζουν. Όσο και να θέλεις, όσο και να υπολογίζεις, όσο και να υλοποιείς, όσο και να χτίζεις, αυτό που σου δίνει τη Δύναμη να ορίζεις το μέλλον, είναι και αυτό που το καταστρέφει. Αρμονική αντίθεση. Αυτό που σου γεννά την ελπίδα, είναι και αυτό που σου γεννά το φόβο. Κι εσύ απλά επιλέγεις, ελπίδα ή φόβο; Επιλογή… το από δημιουργίας, έννομο δικαίωμα της ελεύθερης βούλησης.
Η φυλακή.
Ζωή για κάτι σημαίνει συνειδητοποίηση των ικανοτήτων και χρήση τους από αυτό. Μια ικανότητα που δεν είναι συνειδητοποιημένη από το ζωντανό ων, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Η συνειδητοποίηση μιας ικανότητος σημαίνει την διανοητική σύλληψη του εαυτού να χρησιμοποιεί τούτη την ικανότητα. Για παράδειγμα, η κολύμβηση είναι ικανότητα όλων των ανθρώπων αλλά η συνειδητοποίησή της σημαίνει το να δει κάποιος διανοητικά τον εαυτό του να κολυμπά είτε μέσα από τα μάτια του είτε σαν εποπτική εικόνα. Έτσι κάτι είναι ζωντανό κατά το ήμισυ όταν συνειδητοποιεί τις ικανότητές του κατά τον τρόπο που παρουσιάζουμε εδώ.
Ωστόσο στη ζωή το ευκολότερο είναι η συνειδητοποίηση των ικανοτήτων αλλά το δυσκολότερο είναι η χρήση τους. Πρώτα ωστόσο πρέπει να γίνει η συνειδητοποίηση μιας ικανότητος προτού γίνει η χρήση της. Αρχικά οι εύκολες ικανότητες συνειδητοποιούνται και εύκολα, μα όσο πολυπλοκότερες οι ικανότητες, τόσο δυσκολότερη η συνειδητοποίησή τους. Έτσι έπειτα από την εποπτική σύλληψη μιας ικανότητος, έρχεται η επιλογή αν θα συνεχίσει σε χρήση της ή όχι. Αν όχι απλά μένει στη μνήμη σαν εικόνα φανταστική ή πιθανός πραγματική. Αν πάλι ναι, τότε η βούληση κινητοποιείται ώστε να βρεθεί το αντίκτυπο της εποπτικής εικόνας στα στοιχεία του εαυτού. Κάθε ζωντανό ων έχει ένα σύνολο από ικανότητες που χρησιμοποιεί συνειδητά (συνειδητές ικανότητες που είναι σε χρήση), επιπρόσθετα έχει πολλές ικανότητες βρισκόμενες σε εν δυνάμει χρήση (συνειδητοποιημένες ικανότητες που δε χρησιμοποιεί πάντα αλλά μπορεί να το κάνει ανά πάσα στιγμή). Κάθε νέα ικανότητα λοιπόν, για να χρησιμοποιηθεί θα πρέπει να ενωθεί και πολλές φορές να συντεθεί από τις ήδη υπάρχουσες. Το αντίκτυπο της εποπτικής εικόνας είναι ακριβώς αυτή η διαδικασία. Η ένωση του νέου και του παλιού.
Για παράδειγμα η γραφή συνδέεται με την ομιλία. Ήχοι που προφέρονται, τυπώνονται σε σύμβολα (γράμματα). Αντίστροφα, τα σύμβολα αναγνωρίζονται και προφέρονται. Εδώ βλέπουμε τη σύνδεση της δυνατότητας παραγωγής ήχου με την ικανότητα γραφής. Τη κωδικοποίηση του ήχου σε οπτικά σύμβολα. Ομοίως οι λέξεις που προφέρονται, κωδικοποιούνται σε συμβολοσειρές (λέξεις) στο τυπωμένο χαρτί και το αντίστροφο. Έτσι λοιπόν κάθε νέα ικανότητα για να γίνει δυνατότητα του όντως θα πρέπει να συνδεθεί με τα εσωτερικά στοιχεία της προσωπικότητας. Σιγά σιγά λοιπόν, η έμφυτη δυνατότητα της ευφυΐας, η μάθηση, χτίζει μια προσωπικότητα που βασίζεται στις συνειδητές ικανότητες και δυνατότητες του όντως.
Τούτη η κατάσταση συντηρείται από το μάτι της συνείδησης, το οποίο συνεχώς επικυρώνει την ύπαρξη των στοιχείων της προσωπικότητας. Πολλά από τα στοιχεία αυτά επηρεάζονται άμεσα από τη φυσική μορφή του όντως. Τα περισσότερα όμως απλά έχουν τις βάσεις του στα φυσικά χαρακτηριστικά του αν και αρκετά είναι τόσο πολύπλοκα ώστε έχουν πολύ μακρινή σχέση (π.χ. η γρήγορη ανάγνωση έχει σχέση με την δυνατότητα χρήσης των ματιών αλλά είναι τόσο μακρινή η σχέση ώστε είναι σχεδόν αμελητέα).
Τα δύο λοιπόν βασικά χαρακτηριστικά της ζωής μιας συνειδητής ευφυΐας είναι :
1) Η συνειδητοποίηση των ικανοτήτων της.
2) Η χρήση των συνειδητών ικανοτήτων της (οι δυνατότητές της).
Ζωή για κάτι σημαίνει συνειδητοποίηση των ικανοτήτων και χρήση τους από αυτό. Μια ικανότητα που δεν είναι συνειδητοποιημένη από το ζωντανό ων, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Η συνειδητοποίηση μιας ικανότητος σημαίνει την διανοητική σύλληψη του εαυτού να χρησιμοποιεί τούτη την ικανότητα. Για παράδειγμα, η κολύμβηση είναι ικανότητα όλων των ανθρώπων αλλά η συνειδητοποίησή της σημαίνει το να δει κάποιος διανοητικά τον εαυτό του να κολυμπά είτε μέσα από τα μάτια του είτε σαν εποπτική εικόνα. Έτσι κάτι είναι ζωντανό κατά το ήμισυ όταν συνειδητοποιεί τις ικανότητές του κατά τον τρόπο που παρουσιάζουμε εδώ.
Ωστόσο στη ζωή το ευκολότερο είναι η συνειδητοποίηση των ικανοτήτων αλλά το δυσκολότερο είναι η χρήση τους. Πρώτα ωστόσο πρέπει να γίνει η συνειδητοποίηση μιας ικανότητος προτού γίνει η χρήση της. Αρχικά οι εύκολες ικανότητες συνειδητοποιούνται και εύκολα, μα όσο πολυπλοκότερες οι ικανότητες, τόσο δυσκολότερη η συνειδητοποίησή τους. Έτσι έπειτα από την εποπτική σύλληψη μιας ικανότητος, έρχεται η επιλογή αν θα συνεχίσει σε χρήση της ή όχι. Αν όχι απλά μένει στη μνήμη σαν εικόνα φανταστική ή πιθανός πραγματική. Αν πάλι ναι, τότε η βούληση κινητοποιείται ώστε να βρεθεί το αντίκτυπο της εποπτικής εικόνας στα στοιχεία του εαυτού. Κάθε ζωντανό ων έχει ένα σύνολο από ικανότητες που χρησιμοποιεί συνειδητά (συνειδητές ικανότητες που είναι σε χρήση), επιπρόσθετα έχει πολλές ικανότητες βρισκόμενες σε εν δυνάμει χρήση (συνειδητοποιημένες ικανότητες που δε χρησιμοποιεί πάντα αλλά μπορεί να το κάνει ανά πάσα στιγμή). Κάθε νέα ικανότητα λοιπόν, για να χρησιμοποιηθεί θα πρέπει να ενωθεί και πολλές φορές να συντεθεί από τις ήδη υπάρχουσες. Το αντίκτυπο της εποπτικής εικόνας είναι ακριβώς αυτή η διαδικασία. Η ένωση του νέου και του παλιού.
Για παράδειγμα η γραφή συνδέεται με την ομιλία. Ήχοι που προφέρονται, τυπώνονται σε σύμβολα (γράμματα). Αντίστροφα, τα σύμβολα αναγνωρίζονται και προφέρονται. Εδώ βλέπουμε τη σύνδεση της δυνατότητας παραγωγής ήχου με την ικανότητα γραφής. Τη κωδικοποίηση του ήχου σε οπτικά σύμβολα. Ομοίως οι λέξεις που προφέρονται, κωδικοποιούνται σε συμβολοσειρές (λέξεις) στο τυπωμένο χαρτί και το αντίστροφο. Έτσι λοιπόν κάθε νέα ικανότητα για να γίνει δυνατότητα του όντως θα πρέπει να συνδεθεί με τα εσωτερικά στοιχεία της προσωπικότητας. Σιγά σιγά λοιπόν, η έμφυτη δυνατότητα της ευφυΐας, η μάθηση, χτίζει μια προσωπικότητα που βασίζεται στις συνειδητές ικανότητες και δυνατότητες του όντως.
Τούτη η κατάσταση συντηρείται από το μάτι της συνείδησης, το οποίο συνεχώς επικυρώνει την ύπαρξη των στοιχείων της προσωπικότητας. Πολλά από τα στοιχεία αυτά επηρεάζονται άμεσα από τη φυσική μορφή του όντως. Τα περισσότερα όμως απλά έχουν τις βάσεις του στα φυσικά χαρακτηριστικά του αν και αρκετά είναι τόσο πολύπλοκα ώστε έχουν πολύ μακρινή σχέση (π.χ. η γρήγορη ανάγνωση έχει σχέση με την δυνατότητα χρήσης των ματιών αλλά είναι τόσο μακρινή η σχέση ώστε είναι σχεδόν αμελητέα).
Τα δύο λοιπόν βασικά χαρακτηριστικά της ζωής μιας συνειδητής ευφυΐας είναι :
1) Η συνειδητοποίηση των ικανοτήτων της.
2) Η χρήση των συνειδητών ικανοτήτων της (οι δυνατότητές της).
Οι ικανότητες που χρησιμοποιούνται, είναι συνειδητές ή τείνουν να
συνειδητοποιηθούν. Οι ικανότητες που είναι συνειδητοποιημένες,
χρησιμοποιούνται ή τείνουν να χρησιμοποιηθούν. Αυτή είναι μια βασική
αρχή μέσω της οποίας επικυρώνεται η ύπαρξη ενός όντως.
Επιπρόσθετα, οι ικανότητες μπορούν να ομαδοποιηθούν σε σύνολα αποτελούμενα από υποσύνολα και υποσύνολα, έως τις βασικές στοιχειακές ικανότητες που πηγάζουν από το σώμα και την βρεφική πνευματική υπόσταση.
Η ομαδοποίηση όλων των συνειδητών ικανοτήτων μιας ευφυΐας, σε ένα σύνολο καλείται η προσωποποίηση του εαυτού. Η συνειδητοποίηση αυτού του συνόλου σαν ενιαίο και αποτελούμενο από δυνατότητες του όντως, καλείται επικύρωση της προσωπικότητας.
Πολλές είναι, για παράδειγμα, οι φορές που άνθρωποι λένε «αυτός είμαι και σε όποιον αρέσω». Αυτό είναι μια ημισυνειδητή επικύρωση του εαυτού. Η επικύρωση της προσωπικότητας γίνεται μέσω της συνειδητοποίησης σε ένα σύνολο, όλων των δυνατοτήτων του όντως. Πολλές μάλιστα είναι και οι φορές που χρησιμοποιείται η φράση «Εγώ είμαι» ταυτόχρονα με την εποπτική εικόνα της συνολικής αυτής ύπαρξης (ένωση). Έτσι έχουμε τον άνθρωπο σοφό που πειθαρχεί τον εαυτό του προτού κάνει κάποια ανοησία και γελοιοποιηθεί. Έχουμε τον άνθρωπο δυναμικό που ποζάρει και συμπεριφέρεται ή ακόμα καλύτερα, που προσπαθεί να ομοιάσει το αρχέτυπο του δυναμικού ανθρώπου μέσα του. Έχουμε τις κοινά μη αποδεκτές πράξεις ή αλλιώς τα ταμπού. Έχουμε τα διαφημιζόμενα πρότυπα προς μίμηση, ή αλλιώς τα έτοιμα πακέτα συμπεριφοράς. Τις, από μένα αποκαλούμενες, σύγχρονες τοτεμικές εκφράσεις. Και γενικά έχουμε όλα αυτά τα στοιχεία σε σχέση με τα οποία ορίζεται το «εγώ είμαι» ή το ποιος είμαι, ή το γιατί είμαι και το γιατί δρω.
Έτσι το μάτι τις συνείδησης κατοχυρώνοντας και επαναλαμβανόμενα συνειδητοποιώντας τον «εαυτό», το «τι εγώ είμαι», χάνει το άπειρο για μια χούφτα χώμα. Διότι τούτοι οι κανόνες και οι ικανότητες είναι και αυτοί που περιορίζουν κάποιον να αντιληφθεί καταστάσεις και να γευτεί ικανότητες που ποτέ δεν συσχέτισε τον εαυτό του μαζί τους. Αρμονική αντίθεση. Και εδώ βρίσκεται η ουσία, στην επιλογή του με τι συσχετίζεις με τον εαυτό σου και με τι όχι. Διότι το «τι εγώ είμαι» είναι αυτό που περισσότερο από κάθε τι άλλο και για περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, πρέπει και συνήθως παρατηρεί το μάτι της συνείδησης. Κι αν αυτό που «εγώ είμαι» είναι ένα σύνολο από απόλυτους κανόνες που δεν υπακούουν στην κατάρα ή ευχή της ατέρμονης αλλαγής του σύμπαντος, τότε βρίσκομαι φυλακισμένος σε ένα κελί χτισμένο από δαύτους τους κανόνες. Ακίνητος και παγωμένος, δυσκίνητος και ευάλωτος, που αν δεν επιλέξω την αλλαγή μέσω της δράσης, είμαι καταδικασμένος στο θάνατο από πνευματική αδράνεια, σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο σύμπαν. Και τούτο το κελί ολοένα θα μικραίνει καθώς οι ικανότητες που το απαρτίζουν αλλάζουν στο χρόνο λόγο αλληλεπίδρασης από τη δράση, αναγκάζοντας σε να επιλέξεις τη συνεχόμενη αλλαγή ή την ανυπαρξία από αδράνεια. Έτσι, αντί απλά «να είσαι» σε μια φυσική αρμονία, με τον εσώτερο παρατηρητή του νου σιωπηλό, το μάτι αυτό της συνείδησης ελεύθερο από παρωπίδες, … είσαι στη φυλακή της ίδιας σου της ατομικής συνείδησης.
Επιπρόσθετα, οι ικανότητες μπορούν να ομαδοποιηθούν σε σύνολα αποτελούμενα από υποσύνολα και υποσύνολα, έως τις βασικές στοιχειακές ικανότητες που πηγάζουν από το σώμα και την βρεφική πνευματική υπόσταση.
Η ομαδοποίηση όλων των συνειδητών ικανοτήτων μιας ευφυΐας, σε ένα σύνολο καλείται η προσωποποίηση του εαυτού. Η συνειδητοποίηση αυτού του συνόλου σαν ενιαίο και αποτελούμενο από δυνατότητες του όντως, καλείται επικύρωση της προσωπικότητας.
Πολλές είναι, για παράδειγμα, οι φορές που άνθρωποι λένε «αυτός είμαι και σε όποιον αρέσω». Αυτό είναι μια ημισυνειδητή επικύρωση του εαυτού. Η επικύρωση της προσωπικότητας γίνεται μέσω της συνειδητοποίησης σε ένα σύνολο, όλων των δυνατοτήτων του όντως. Πολλές μάλιστα είναι και οι φορές που χρησιμοποιείται η φράση «Εγώ είμαι» ταυτόχρονα με την εποπτική εικόνα της συνολικής αυτής ύπαρξης (ένωση). Έτσι έχουμε τον άνθρωπο σοφό που πειθαρχεί τον εαυτό του προτού κάνει κάποια ανοησία και γελοιοποιηθεί. Έχουμε τον άνθρωπο δυναμικό που ποζάρει και συμπεριφέρεται ή ακόμα καλύτερα, που προσπαθεί να ομοιάσει το αρχέτυπο του δυναμικού ανθρώπου μέσα του. Έχουμε τις κοινά μη αποδεκτές πράξεις ή αλλιώς τα ταμπού. Έχουμε τα διαφημιζόμενα πρότυπα προς μίμηση, ή αλλιώς τα έτοιμα πακέτα συμπεριφοράς. Τις, από μένα αποκαλούμενες, σύγχρονες τοτεμικές εκφράσεις. Και γενικά έχουμε όλα αυτά τα στοιχεία σε σχέση με τα οποία ορίζεται το «εγώ είμαι» ή το ποιος είμαι, ή το γιατί είμαι και το γιατί δρω.
Έτσι το μάτι τις συνείδησης κατοχυρώνοντας και επαναλαμβανόμενα συνειδητοποιώντας τον «εαυτό», το «τι εγώ είμαι», χάνει το άπειρο για μια χούφτα χώμα. Διότι τούτοι οι κανόνες και οι ικανότητες είναι και αυτοί που περιορίζουν κάποιον να αντιληφθεί καταστάσεις και να γευτεί ικανότητες που ποτέ δεν συσχέτισε τον εαυτό του μαζί τους. Αρμονική αντίθεση. Και εδώ βρίσκεται η ουσία, στην επιλογή του με τι συσχετίζεις με τον εαυτό σου και με τι όχι. Διότι το «τι εγώ είμαι» είναι αυτό που περισσότερο από κάθε τι άλλο και για περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, πρέπει και συνήθως παρατηρεί το μάτι της συνείδησης. Κι αν αυτό που «εγώ είμαι» είναι ένα σύνολο από απόλυτους κανόνες που δεν υπακούουν στην κατάρα ή ευχή της ατέρμονης αλλαγής του σύμπαντος, τότε βρίσκομαι φυλακισμένος σε ένα κελί χτισμένο από δαύτους τους κανόνες. Ακίνητος και παγωμένος, δυσκίνητος και ευάλωτος, που αν δεν επιλέξω την αλλαγή μέσω της δράσης, είμαι καταδικασμένος στο θάνατο από πνευματική αδράνεια, σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο σύμπαν. Και τούτο το κελί ολοένα θα μικραίνει καθώς οι ικανότητες που το απαρτίζουν αλλάζουν στο χρόνο λόγο αλληλεπίδρασης από τη δράση, αναγκάζοντας σε να επιλέξεις τη συνεχόμενη αλλαγή ή την ανυπαρξία από αδράνεια. Έτσι, αντί απλά «να είσαι» σε μια φυσική αρμονία, με τον εσώτερο παρατηρητή του νου σιωπηλό, το μάτι αυτό της συνείδησης ελεύθερο από παρωπίδες, … είσαι στη φυλακή της ίδιας σου της ατομικής συνείδησης.
Αλήθεια.
Αρμονική αντίθεση όπως και είπαμε. Αυτό που μπορεί να σε ελευθερώσει, μπορεί να γίνει και η φυλακή σου. Αυτό που ελπίδα σου δίνει, μπορεί και να σου γεννά το φόβο. Αυτό που μπορεί να σου δώσει συνείδηση, μπορεί και να σου δώσει και λήθη. Κι αν η αντίθεση μπορεί να φανεί στους μικρούς ανθρώπους ότι ξεφεύγει από την αρμονία, τότε σίγουρα η εξισορρόπηση θα επέλθει. Είναι ο νόμος. Διότι τίποτε δε μπορεί να ξεχωρίζει αν δεν είναι αρμονικά δεμένο στο σύνολο. Μα ποιος όμως όρισε το νόμο και κάθε Νόμο; Έχει η επιστήμη δικαίωμα να μιλά για νόμους, μα νόμος δεν μπορεί να είναι η άποψη κάθε ανθρώπου, σκεπτόμενου είτε όχι. Κι αυτό διότι για να επικυρωθεί ένας νόμος που προβλέφθηκε ή υπολογίστηκε στα πλαίσια της επιστήμης, υπάρχουν σαφείς διεργασίες, νοητικές ή και πειραματικές. Τούτες οι διεργασίες είναι η ίδια η επιστήμη. Είναι αυτό που έπειτα από αιώνες φυσικής εξέλιξης και προσεκτικής μελέτης του ίδιου της του εαυτού, απέκτησε εργαλεία τα οποία και «απομακρύνουν πολύ ή απόλυτα τον παράγοντα λάθους στις κρίσεις των παρατηρήσεών τους», για τους ανθρώπους και από τους ανθρώπους.
Και αυτό που ορίζεται σαν επιστήμη είναι ακριβώς το σύνολο των διεργασιών αυτών, μέσω των οποίων επικυρώνεται η πραγματικότητα του νόμου ή όχι. Ενώ δεν είναι, όπως λανθασμένα θεωρούν μερικοί, η γνώση που γεννάται από την επιστήμη, διότι, ως αναφέρθηκε, δουλειά της είναι μόνο η αναζήτηση και επαλήθευση της Αλήθειας. Και οι νόμοι είναι πραγματικοί διότι επαληθεύονται στην εφαρμογή τους. Διότι μαζί τους προβλέπεις το μέλλον. Διότι ελέγχοντας τους ελέγχεις την πραγματικότητα. Και έτσι ο νόμος της φύσεως είναι αυτός που επειδή ισχύει σε κάθε σημείο αυτού του σύμπαντος και σε «κάθε αδρανειακό σύστημα συντεταγμένων», επηρεάζει την ύλη, δίνοντας την τη μορφή της αξίας που ο ίδιος είναι. Και ταυτόχρονα είναι η γνώση, μια γνώση που γεννιέται και κρίνεται και επικυρώνεται και επαληθεύεται με τα εργαλεία της επιστήμης. Μια γνώση που περιγράφει τη πραγματικότητα και η οποία πρώτα περιγράφθηκε από τη πραγματικότητα. Μια γνώση που ακόμα δεν είναι απόλυτη για το σύμπαν μας, μα όταν γίνει, η «πολυπόθητη θεωρία των πάντων» θα είναι στα χέρια των ανθρώπων. Μια θεωρία που θα περιγράφει απόλυτα και καθολικά τη λειτουργία του σύμπαντος ή ακόμα καλύτερα, της πραγματικότητας. Και τούτη η θεωρία θα είναι η απόλυτα επαληθεύσιμη γνώση, περιγράφοντας και εξηγώντας το γιατί σε κάθε διότι, το επειδή σε κάθε αμφισβήτηση, το έτσι σε κάθε πως και το πώς σε κάθε τι.
Γνωρίζοντας όμως ότι ο Θεός έφτιαξε το σύμπαν τούτο, τότε αναρωτιόμαστε ποιος από τους δύο έχει δίκιο; Ο άνθρωπος ή ο θεός; Η επιστήμη με τους νόμους της ή ο Λόγος του Θεού; Μα πρώτα από όλα πρέπει να αναζητήσουμε αν όσα γνωρίζει ο άνθρωπος για το θεό είναι ή όχι πραγματικά. Αν είναι ή όχι Νόμοι. Αν επαληθεύονται ή όχι από την επιστήμη. Ίσως πρέπει πρώτα να κρίνουμε εμείς το Θεό αν είναι ή όχι πραγματικός, αν είναι ή όχι δίκαιος και έπειτα να τον επιτρέψουμε να μας κρίνει. Φυσικά και μπορεί να είναι ο Θεός ένα ανθρώπινο δημιούργημα. Ένα δημιούργημα που εξυπηρετεί μιαν ανάγκη. Ίσως αυτή της μονόπλευρης επιλογής στην ελπίδα και όχι την προσκόλληση στο φόβο. Και σαν δημιούργημα του ανθρώπου, ο θεός, βολεύει στο σύγχρονο πολίτη, ο οποίος αναζητά την ελευθερία μέσα στη «φυλακή» του. Για όσο λοιπόν δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε τη δράση του θεού στο κόσμο μας κατά τον ίδιο τρόπο που μπορούμε να αναγνωρίσουμε τη δράση της βαρύτητας, θα είμαστε δέσμιοι των αμφιβολιών και των αμφισβητήσεων μας.
Ποιος έχει το δίκιο λοιπόν; Ο Νόμος ή ο Λόγος; Για να απαντήσουμε σε ένα ερώτημα τέτοιο πρέπει να αρχίσουμε από πολύ παλιές και πολύ γενικές γνώσεις. Κληρονομήσαμε από του μεγάλους εκείνους παλαιούς ανθρώπους, μια περιγραφή που λέει ότι ο Θεός έφτιαξε τον κόσμο τούτο με το λόγο του. Κι αν όντως είναι έτσι τότε ο Λόγος του Θεού είναι και ο Νόμος του σύμπαντος. Αν όντως είναι ο θεός όπως μας τον περιγράφουν, τότε ο λόγος πρέπει να τηρείται και μάλιστα επιβάλλεται να είναι και Νόμος. Ίσως λοιπόν οι νόμοι του σύμπαντος που σήμερα αναζητά ο Σοφός επιστήμονας, να είναι ο Λόγος του Θεού που αναζητούσε ο Σοφός Μάγος στο παρελθόν. Και έτσι, αν βρεθεί μια ενιαία θεωρία που να περιγράφει όλες τις λειτουργίες του κόσμου μας, ίσως απλά να μάθουμε και να ξανακούσουμε τα λόγια εκείνα που ψιθύριζε ο Θεός όταν έφτιαχνε τον κόσμο μας.
Σύμφωνα με τούτο το σκεπτικό οπότε, τίποτε δε μπορεί να πάει ενάντια στο Λόγο του Θεού, κατά τον ίδιο τρόπο που τίποτε δε μπορεί να παραβεί τους κανόνες του σύμπαντος. Τίποτε δε μπορεί να ξεφύγει από τους νόμους της φύσεως διότι ακόμα κι αν το κάνει, αυτό θα έχει επιπτώσεις ανάλογες με το χρόνο και την ένταση του παραστρατήματος. Κι όταν ο άνθρωπος πάει ενάντια στο Λόγο του Θεού, τότε αρχικά αρρωσταίνει πνευματικά και αν ξεφύγει πολύ τότε αρρωσταίνει σωματικά. Αλλά είναι ο Λόγος του Θεού αυτός που μας έμαθε ο Ιεροκήρυκας ή μήπως δίκιο έχει ο επιστήμονας. Μήπως περάσαμε στο ερώτημα, όχι του αν υπάρχει ο Θεός ή ο Λόγος Του, αλλά αν οι Λόγοι ή καλύτερα οι Νόμοι που κληρονομήσαμε από παλιά είναι πραγματικοί ή όχι. Αν ο Λόγος του Θεού είναι και ο Νόμος της φύσεως τότε για να επανέλθει ο άνθρωπος και τα δημιουργήματά του στο σωστό δρόμο θα πρέπει ο άνθρωπος να ξανακούσει το Θεό. Θα πρέπει ο άνθρωπος να μάθει τους νόμους του σύμπαντος και να συμμορφωθεί με αυτούς. Ποιους όμως αξίζει να ακούσει ένας πολίτης της εποχής μας; Τους Ιεροκήρυκες αντιπροσώπους του Θεού ή τους επιστήμονες, αναζητητές και ερευνητές επί των Λόγων του Θεού, των Νόμων της Φύσεως;
Πως όμως μπορούμε να πιστέψουμε τα λόγια κάποιου ανθρώπου, γνώστη ή όχι ενός θέματος. Μα φυσικά αν αυτά έχουν περάσει με επιτυχία τις εξετάσεις τους από την επιστήμη και τα εργαλεία της. Κι οτιδήποτε περάσει με επιτυχία τις εξετάσεις αυτές, μπορεί να θεωρηθεί νόμος και να αποδοθεί στο Θεό σαν ακόμα μια φράση από το μεγάλο βιβλίο της Φύσεως. Θεοποίηση της επιστημονικής γνώσεως θα μου πείτε. Γιατί όμως Θεοποίηση; Οτιδήποτε είναι νόμος του σύμπαντος τότε είναι και πραγματικό και κάθε λόγος ανθρώπου που είναι πραγματικός είναι και αλήθεια. Άρα αν αυτό που πιστεύουμε είναι και το αληθινό, τότε είναι ταυτόχρονα πραγματικό και επιστημονικός ορθό ενώ παράλληλα σαν ικανοποίηση του Νόμου της Φύσεως είναι και ικανοποίηση του Λόγου του Θεού άρα είναι ήδη Θεοποιημένο ή Θεία ποιημένο. Άρα μιαν αλήθεια είναι φυσικώς επαληθεύσιμη στην πραγματικότητα σαν ικανοποίηση των Νόμων της Φύσεως. Κάποιων νόμων που είναι οι αληθινοί Λόγοι του Θεού από δημιουργίας και για δημιουργίας του κόσμου μας. Η Αλήθεια του κόσμου μας.
Αρμονική αντίθεση όπως και είπαμε. Αυτό που μπορεί να σε ελευθερώσει, μπορεί να γίνει και η φυλακή σου. Αυτό που ελπίδα σου δίνει, μπορεί και να σου γεννά το φόβο. Αυτό που μπορεί να σου δώσει συνείδηση, μπορεί και να σου δώσει και λήθη. Κι αν η αντίθεση μπορεί να φανεί στους μικρούς ανθρώπους ότι ξεφεύγει από την αρμονία, τότε σίγουρα η εξισορρόπηση θα επέλθει. Είναι ο νόμος. Διότι τίποτε δε μπορεί να ξεχωρίζει αν δεν είναι αρμονικά δεμένο στο σύνολο. Μα ποιος όμως όρισε το νόμο και κάθε Νόμο; Έχει η επιστήμη δικαίωμα να μιλά για νόμους, μα νόμος δεν μπορεί να είναι η άποψη κάθε ανθρώπου, σκεπτόμενου είτε όχι. Κι αυτό διότι για να επικυρωθεί ένας νόμος που προβλέφθηκε ή υπολογίστηκε στα πλαίσια της επιστήμης, υπάρχουν σαφείς διεργασίες, νοητικές ή και πειραματικές. Τούτες οι διεργασίες είναι η ίδια η επιστήμη. Είναι αυτό που έπειτα από αιώνες φυσικής εξέλιξης και προσεκτικής μελέτης του ίδιου της του εαυτού, απέκτησε εργαλεία τα οποία και «απομακρύνουν πολύ ή απόλυτα τον παράγοντα λάθους στις κρίσεις των παρατηρήσεών τους», για τους ανθρώπους και από τους ανθρώπους.
Και αυτό που ορίζεται σαν επιστήμη είναι ακριβώς το σύνολο των διεργασιών αυτών, μέσω των οποίων επικυρώνεται η πραγματικότητα του νόμου ή όχι. Ενώ δεν είναι, όπως λανθασμένα θεωρούν μερικοί, η γνώση που γεννάται από την επιστήμη, διότι, ως αναφέρθηκε, δουλειά της είναι μόνο η αναζήτηση και επαλήθευση της Αλήθειας. Και οι νόμοι είναι πραγματικοί διότι επαληθεύονται στην εφαρμογή τους. Διότι μαζί τους προβλέπεις το μέλλον. Διότι ελέγχοντας τους ελέγχεις την πραγματικότητα. Και έτσι ο νόμος της φύσεως είναι αυτός που επειδή ισχύει σε κάθε σημείο αυτού του σύμπαντος και σε «κάθε αδρανειακό σύστημα συντεταγμένων», επηρεάζει την ύλη, δίνοντας την τη μορφή της αξίας που ο ίδιος είναι. Και ταυτόχρονα είναι η γνώση, μια γνώση που γεννιέται και κρίνεται και επικυρώνεται και επαληθεύεται με τα εργαλεία της επιστήμης. Μια γνώση που περιγράφει τη πραγματικότητα και η οποία πρώτα περιγράφθηκε από τη πραγματικότητα. Μια γνώση που ακόμα δεν είναι απόλυτη για το σύμπαν μας, μα όταν γίνει, η «πολυπόθητη θεωρία των πάντων» θα είναι στα χέρια των ανθρώπων. Μια θεωρία που θα περιγράφει απόλυτα και καθολικά τη λειτουργία του σύμπαντος ή ακόμα καλύτερα, της πραγματικότητας. Και τούτη η θεωρία θα είναι η απόλυτα επαληθεύσιμη γνώση, περιγράφοντας και εξηγώντας το γιατί σε κάθε διότι, το επειδή σε κάθε αμφισβήτηση, το έτσι σε κάθε πως και το πώς σε κάθε τι.
Γνωρίζοντας όμως ότι ο Θεός έφτιαξε το σύμπαν τούτο, τότε αναρωτιόμαστε ποιος από τους δύο έχει δίκιο; Ο άνθρωπος ή ο θεός; Η επιστήμη με τους νόμους της ή ο Λόγος του Θεού; Μα πρώτα από όλα πρέπει να αναζητήσουμε αν όσα γνωρίζει ο άνθρωπος για το θεό είναι ή όχι πραγματικά. Αν είναι ή όχι Νόμοι. Αν επαληθεύονται ή όχι από την επιστήμη. Ίσως πρέπει πρώτα να κρίνουμε εμείς το Θεό αν είναι ή όχι πραγματικός, αν είναι ή όχι δίκαιος και έπειτα να τον επιτρέψουμε να μας κρίνει. Φυσικά και μπορεί να είναι ο Θεός ένα ανθρώπινο δημιούργημα. Ένα δημιούργημα που εξυπηρετεί μιαν ανάγκη. Ίσως αυτή της μονόπλευρης επιλογής στην ελπίδα και όχι την προσκόλληση στο φόβο. Και σαν δημιούργημα του ανθρώπου, ο θεός, βολεύει στο σύγχρονο πολίτη, ο οποίος αναζητά την ελευθερία μέσα στη «φυλακή» του. Για όσο λοιπόν δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε τη δράση του θεού στο κόσμο μας κατά τον ίδιο τρόπο που μπορούμε να αναγνωρίσουμε τη δράση της βαρύτητας, θα είμαστε δέσμιοι των αμφιβολιών και των αμφισβητήσεων μας.
Ποιος έχει το δίκιο λοιπόν; Ο Νόμος ή ο Λόγος; Για να απαντήσουμε σε ένα ερώτημα τέτοιο πρέπει να αρχίσουμε από πολύ παλιές και πολύ γενικές γνώσεις. Κληρονομήσαμε από του μεγάλους εκείνους παλαιούς ανθρώπους, μια περιγραφή που λέει ότι ο Θεός έφτιαξε τον κόσμο τούτο με το λόγο του. Κι αν όντως είναι έτσι τότε ο Λόγος του Θεού είναι και ο Νόμος του σύμπαντος. Αν όντως είναι ο θεός όπως μας τον περιγράφουν, τότε ο λόγος πρέπει να τηρείται και μάλιστα επιβάλλεται να είναι και Νόμος. Ίσως λοιπόν οι νόμοι του σύμπαντος που σήμερα αναζητά ο Σοφός επιστήμονας, να είναι ο Λόγος του Θεού που αναζητούσε ο Σοφός Μάγος στο παρελθόν. Και έτσι, αν βρεθεί μια ενιαία θεωρία που να περιγράφει όλες τις λειτουργίες του κόσμου μας, ίσως απλά να μάθουμε και να ξανακούσουμε τα λόγια εκείνα που ψιθύριζε ο Θεός όταν έφτιαχνε τον κόσμο μας.
Σύμφωνα με τούτο το σκεπτικό οπότε, τίποτε δε μπορεί να πάει ενάντια στο Λόγο του Θεού, κατά τον ίδιο τρόπο που τίποτε δε μπορεί να παραβεί τους κανόνες του σύμπαντος. Τίποτε δε μπορεί να ξεφύγει από τους νόμους της φύσεως διότι ακόμα κι αν το κάνει, αυτό θα έχει επιπτώσεις ανάλογες με το χρόνο και την ένταση του παραστρατήματος. Κι όταν ο άνθρωπος πάει ενάντια στο Λόγο του Θεού, τότε αρχικά αρρωσταίνει πνευματικά και αν ξεφύγει πολύ τότε αρρωσταίνει σωματικά. Αλλά είναι ο Λόγος του Θεού αυτός που μας έμαθε ο Ιεροκήρυκας ή μήπως δίκιο έχει ο επιστήμονας. Μήπως περάσαμε στο ερώτημα, όχι του αν υπάρχει ο Θεός ή ο Λόγος Του, αλλά αν οι Λόγοι ή καλύτερα οι Νόμοι που κληρονομήσαμε από παλιά είναι πραγματικοί ή όχι. Αν ο Λόγος του Θεού είναι και ο Νόμος της φύσεως τότε για να επανέλθει ο άνθρωπος και τα δημιουργήματά του στο σωστό δρόμο θα πρέπει ο άνθρωπος να ξανακούσει το Θεό. Θα πρέπει ο άνθρωπος να μάθει τους νόμους του σύμπαντος και να συμμορφωθεί με αυτούς. Ποιους όμως αξίζει να ακούσει ένας πολίτης της εποχής μας; Τους Ιεροκήρυκες αντιπροσώπους του Θεού ή τους επιστήμονες, αναζητητές και ερευνητές επί των Λόγων του Θεού, των Νόμων της Φύσεως;
Πως όμως μπορούμε να πιστέψουμε τα λόγια κάποιου ανθρώπου, γνώστη ή όχι ενός θέματος. Μα φυσικά αν αυτά έχουν περάσει με επιτυχία τις εξετάσεις τους από την επιστήμη και τα εργαλεία της. Κι οτιδήποτε περάσει με επιτυχία τις εξετάσεις αυτές, μπορεί να θεωρηθεί νόμος και να αποδοθεί στο Θεό σαν ακόμα μια φράση από το μεγάλο βιβλίο της Φύσεως. Θεοποίηση της επιστημονικής γνώσεως θα μου πείτε. Γιατί όμως Θεοποίηση; Οτιδήποτε είναι νόμος του σύμπαντος τότε είναι και πραγματικό και κάθε λόγος ανθρώπου που είναι πραγματικός είναι και αλήθεια. Άρα αν αυτό που πιστεύουμε είναι και το αληθινό, τότε είναι ταυτόχρονα πραγματικό και επιστημονικός ορθό ενώ παράλληλα σαν ικανοποίηση του Νόμου της Φύσεως είναι και ικανοποίηση του Λόγου του Θεού άρα είναι ήδη Θεοποιημένο ή Θεία ποιημένο. Άρα μιαν αλήθεια είναι φυσικώς επαληθεύσιμη στην πραγματικότητα σαν ικανοποίηση των Νόμων της Φύσεως. Κάποιων νόμων που είναι οι αληθινοί Λόγοι του Θεού από δημιουργίας και για δημιουργίας του κόσμου μας. Η Αλήθεια του κόσμου μας.
Αέναη φλόγα.
Εν αρχή είναι ο Λόγος και ο Λόγος είναι προς το Θεό και ο Θεός είναι ο Λόγος. Και οι κανόνες τέθηκαν μέσα στο χάος. Και από εκεί που υπήρχε ο μέσος όρος του οτιδήποτε, ένα τίποτε, δημιουργήθηκε το κάτι. Μιαν αυθύπαρκτη ύπαρξη, μια φυσαλίδα τάξης μέσα στο χάος. Ένα κάτι που ορίζεται από το Νόμο ή το Λόγο ή το Θεό. Κι αυτό διότι δεχόμενοι τη λογική που ακολουθήσαμε στις περιγραφές των όρων, τότε ο Νόμος του σύμπαντος είναι ο Λόγος του Θεού που ο Θεός είναι ο Λόγος και άρα ο Θεός έφτιαξε το σύμπαν και διοικεί το σύμπαν και ορίζει το σύμπαν. Ο Λόγος που αναζητά ο επιστήμονας ονομάζοντας τον Νόμο.
Κι αν δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε ακόμα τη δράση του Θεού όπως αντιλαμβανόμαστε τη δράση της βαρύτητας, τότε απλά δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει και όχι πως κάτι τέτοιο δε γίνεται. Διότι και η βαρύτητα περιγράφεται από το Νόμο. Ναι και ξαφνικά ο απλός καθημερινός άνθρωπος αντιλαμβάνεται ότι ο Θεός που εδώ περιγράφω δεν είναι παρά ένα σύνολο από κανόνες, από Νόμους ή Λόγους που για πάντα θα ακούγονται στα μονοπάτια του χρόνου μιας αβέβαιης πραγματικότητας. Κι αν ο απλός αυτός πολίτης ξαφνιάζεται, ας ξανακοιτάξει «τη φυλακή» και ίσως αναγνωρίσει τον εαυτό του, τη φυλακή του και την κατ’ ομοίωση του, με το Θεό που εδώ περιγράφω.
από τη δράση του και όχι από τη μορφή του. Κατά τον ίδιο τρόπο που το ανθρώπινο πνεύμα αναγνωρίζεται από τις δράσεις του και όχι από τη μορφή του. Όπως σε κάθε απόκρυφη διδασκαλία αλλά και από τους κανόνες της σύγχρονης ψυχολογίας, είναι γνωστό ότι η πνευματική κατάσταση είναι αυτή που επηρεάζει αλλά και επηρεάζεται από τη φυσική μορφή. Και αν ο άνθρωπος είναι κατ’ εικόνα του Θεού, τότε αναγνωρίζοντας του τι είναι ο άνθρωπος αναγνωρίζεις και του τι είναι ο Θεός ή το αντίστροφο. Και το να αναγνωρίζεις τη δράση ενός πνεύματος, σημαίνει πως δύνασαι και να αναγνωρίζεις τη δράση του Θεού, των αγγέλων, της βαρύτητας και κάθε Νόμου ή Λόγου αυτού του σύμπαντος.
Και από το τίποτε γεννήθηκε το κάτι. Και οι νόμοι γέννησαν το κάτι πάνω στο οποίο και δρουν. Και όσο περισσότερο είναι το κάτι τόσο περισσότερο δρουν πάνω του οι νόμοι. Και το κάτι ονομάζεται ύλη και οι νόμοι πνεύμα. Και βλέπουμε καθημερινά και περίτρανα την αλληλεπίδραση του πνεύματος με την ύλη, μα από τα κάγκελα της φυλακής μας δε μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το τι βλέπουμε.
Και η δημιουργία ονομάστηκε έκρηξη, μεγάλη και τρανή. Και οι νόμοι δρουν επιφέροντας πάντα την αλλαγή, αλλάζοντας την ύλη αλλά και αλλάζοντας τον τρόπο με τον οποίο εμφανίζονται στην ύλη. Και η αλλαγή επέρχεται από την εφαρμογή των νόμων και ο νόμος φέρνει την αλλαγή. Και ο Νόμος είναι ο Θεός και ο Θεός είναι η ζωή του σύμπαντος διότι οι νόμοι μεταξύ τους συνδυάζονται και γενούν νέους νόμους και οι νέοι νόμοι εφαρμόζονται στην πράξη και εμφανίζονται σαν ομαδοποιήσεις των νόμων από όπου γεννήθηκαν καθώς ανεβαίνουμε από το μικρόκοσμο στο μακρόκοσμο. Κι αν αμφιβάλετε, θυμηθείτε και πάλι τους δύο νόμους της ζωής που περιέγραψα παραπάνω.
Και τούτη η δράση που φέρνει την αλλαγή θα υπάρχει για όσο χρόνο ισχύουν οι νόμοι και οι νόμοι ισχύουν για πάντα ακόμα και αντίστροφα στο χρόνο. (Πράγματι αμφισβητώ το 2ο νόμο της θερμοδυναμικής αλλά δε το κάνω τυχαία, θα δημοσιευτεί και η απόδειξή του, όταν ο χρόνος έρθει και εκεί που πρέπει ώστε να κρίνει η επιστήμη για την ισχύ του, για την αλήθεια του.) Κι αν κάποιοι μιλούν για ενέργεια εγώ μιλώ για νόμο. Διότι κάποιος νόμος είναι αυτός που η δράση του εμφανίζεται σαν ενέργεια ή σαν ηλεκτρομαγνητικό πεδίο ή σαν τη δύναμη της αγάπης. Και είναι αυτός ο νόμος που καθορίζει την αρμονική αντίθεση σύμφωνα με την οποία κάτι εμφανίζεται να «είναι», καθώς αυτό αλλάζοντας παίρνει τούτη τη μορφή που εμφανίζεται να «είναι».
Κάθε τι που δεν είναι απτό και υλοποιημένο είναι ένας Νόμος. Είναι ένα ακόμα στοιχείο από το χαρακτήρα του Θεού ο οποίος υλοποιείται από τη δράση του στην ύλη που και η ύλη είναι ένα στοιχείο του Θεού. Ένα στοιχείο όπως η ουσία της φαντασίας του ανθρώπου, η οποία κατά τον ίδιο τρόπο μορφοποιείται όταν φτιάχνονται εποπτικές εικόνες. Εικόνες φτιαγμένες από και σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά των νόμων που απαρτίζουν το χαρακτήρα του δημιουργού τους. Κατά τον ίδιο τρόπο που η ύλη μορφοποιείται «σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά των νόμων που απαρτίζουν το χαρακτήρα του Θεού, τους Νόμους του σύμπαντος».
Κι αν το σύμπαν ψυχθεί και πάψει να διαστέλλεται ή αν δε πάψει ποτέ να διαστέλλεται, ο Νόμος θα συνεχίσει να υπάρχει και να δρα. Κι αν πάψει να δρα, τότε θα πάψει να υπάρχει και το σύμπαν. Διότι ο Νόμος όσο ισχύει θα επιφέρει την αλλαγή και την ύπαρξη αυτού όπου επέρχεται η αλλαγή. Μιαν αλλαγή που ίσως δεν είναι η ίδια με αυτή που συνηθίσαμε, αλλά θα υπάρχει. Διότι ο Νόμος είναι ο Θεός και ο Θεός είναι ο Νόμος. Και εν αρχή ήταν ο Λόγος και ο Λόγος ήταν προς το Θεό οπότε και συνειδητοποιήθηκε. Και αφότου συνειδητοποιήθηκε εφαρμόζεται. Και αφότου εφαρμόσθηκε, ο Θεός έγινε ο Νόμος, η ζωή του σύμπαντος, η δύναμη της αλλαγής αλλά και της εξισορρόπησης, αυτό που δημιουργεί αρμονικά την αντίθεση και που υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει σαν αέναη φλόγα.
Εν αρχή είναι ο Λόγος και ο Λόγος είναι προς το Θεό και ο Θεός είναι ο Λόγος. Και οι κανόνες τέθηκαν μέσα στο χάος. Και από εκεί που υπήρχε ο μέσος όρος του οτιδήποτε, ένα τίποτε, δημιουργήθηκε το κάτι. Μιαν αυθύπαρκτη ύπαρξη, μια φυσαλίδα τάξης μέσα στο χάος. Ένα κάτι που ορίζεται από το Νόμο ή το Λόγο ή το Θεό. Κι αυτό διότι δεχόμενοι τη λογική που ακολουθήσαμε στις περιγραφές των όρων, τότε ο Νόμος του σύμπαντος είναι ο Λόγος του Θεού που ο Θεός είναι ο Λόγος και άρα ο Θεός έφτιαξε το σύμπαν και διοικεί το σύμπαν και ορίζει το σύμπαν. Ο Λόγος που αναζητά ο επιστήμονας ονομάζοντας τον Νόμο.
Κι αν δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε ακόμα τη δράση του Θεού όπως αντιλαμβανόμαστε τη δράση της βαρύτητας, τότε απλά δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει και όχι πως κάτι τέτοιο δε γίνεται. Διότι και η βαρύτητα περιγράφεται από το Νόμο. Ναι και ξαφνικά ο απλός καθημερινός άνθρωπος αντιλαμβάνεται ότι ο Θεός που εδώ περιγράφω δεν είναι παρά ένα σύνολο από κανόνες, από Νόμους ή Λόγους που για πάντα θα ακούγονται στα μονοπάτια του χρόνου μιας αβέβαιης πραγματικότητας. Κι αν ο απλός αυτός πολίτης ξαφνιάζεται, ας ξανακοιτάξει «τη φυλακή» και ίσως αναγνωρίσει τον εαυτό του, τη φυλακή του και την κατ’ ομοίωση του, με το Θεό που εδώ περιγράφω.
από τη δράση του και όχι από τη μορφή του. Κατά τον ίδιο τρόπο που το ανθρώπινο πνεύμα αναγνωρίζεται από τις δράσεις του και όχι από τη μορφή του. Όπως σε κάθε απόκρυφη διδασκαλία αλλά και από τους κανόνες της σύγχρονης ψυχολογίας, είναι γνωστό ότι η πνευματική κατάσταση είναι αυτή που επηρεάζει αλλά και επηρεάζεται από τη φυσική μορφή. Και αν ο άνθρωπος είναι κατ’ εικόνα του Θεού, τότε αναγνωρίζοντας του τι είναι ο άνθρωπος αναγνωρίζεις και του τι είναι ο Θεός ή το αντίστροφο. Και το να αναγνωρίζεις τη δράση ενός πνεύματος, σημαίνει πως δύνασαι και να αναγνωρίζεις τη δράση του Θεού, των αγγέλων, της βαρύτητας και κάθε Νόμου ή Λόγου αυτού του σύμπαντος.
Και από το τίποτε γεννήθηκε το κάτι. Και οι νόμοι γέννησαν το κάτι πάνω στο οποίο και δρουν. Και όσο περισσότερο είναι το κάτι τόσο περισσότερο δρουν πάνω του οι νόμοι. Και το κάτι ονομάζεται ύλη και οι νόμοι πνεύμα. Και βλέπουμε καθημερινά και περίτρανα την αλληλεπίδραση του πνεύματος με την ύλη, μα από τα κάγκελα της φυλακής μας δε μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το τι βλέπουμε.
Και η δημιουργία ονομάστηκε έκρηξη, μεγάλη και τρανή. Και οι νόμοι δρουν επιφέροντας πάντα την αλλαγή, αλλάζοντας την ύλη αλλά και αλλάζοντας τον τρόπο με τον οποίο εμφανίζονται στην ύλη. Και η αλλαγή επέρχεται από την εφαρμογή των νόμων και ο νόμος φέρνει την αλλαγή. Και ο Νόμος είναι ο Θεός και ο Θεός είναι η ζωή του σύμπαντος διότι οι νόμοι μεταξύ τους συνδυάζονται και γενούν νέους νόμους και οι νέοι νόμοι εφαρμόζονται στην πράξη και εμφανίζονται σαν ομαδοποιήσεις των νόμων από όπου γεννήθηκαν καθώς ανεβαίνουμε από το μικρόκοσμο στο μακρόκοσμο. Κι αν αμφιβάλετε, θυμηθείτε και πάλι τους δύο νόμους της ζωής που περιέγραψα παραπάνω.
Και τούτη η δράση που φέρνει την αλλαγή θα υπάρχει για όσο χρόνο ισχύουν οι νόμοι και οι νόμοι ισχύουν για πάντα ακόμα και αντίστροφα στο χρόνο. (Πράγματι αμφισβητώ το 2ο νόμο της θερμοδυναμικής αλλά δε το κάνω τυχαία, θα δημοσιευτεί και η απόδειξή του, όταν ο χρόνος έρθει και εκεί που πρέπει ώστε να κρίνει η επιστήμη για την ισχύ του, για την αλήθεια του.) Κι αν κάποιοι μιλούν για ενέργεια εγώ μιλώ για νόμο. Διότι κάποιος νόμος είναι αυτός που η δράση του εμφανίζεται σαν ενέργεια ή σαν ηλεκτρομαγνητικό πεδίο ή σαν τη δύναμη της αγάπης. Και είναι αυτός ο νόμος που καθορίζει την αρμονική αντίθεση σύμφωνα με την οποία κάτι εμφανίζεται να «είναι», καθώς αυτό αλλάζοντας παίρνει τούτη τη μορφή που εμφανίζεται να «είναι».
Κάθε τι που δεν είναι απτό και υλοποιημένο είναι ένας Νόμος. Είναι ένα ακόμα στοιχείο από το χαρακτήρα του Θεού ο οποίος υλοποιείται από τη δράση του στην ύλη που και η ύλη είναι ένα στοιχείο του Θεού. Ένα στοιχείο όπως η ουσία της φαντασίας του ανθρώπου, η οποία κατά τον ίδιο τρόπο μορφοποιείται όταν φτιάχνονται εποπτικές εικόνες. Εικόνες φτιαγμένες από και σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά των νόμων που απαρτίζουν το χαρακτήρα του δημιουργού τους. Κατά τον ίδιο τρόπο που η ύλη μορφοποιείται «σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά των νόμων που απαρτίζουν το χαρακτήρα του Θεού, τους Νόμους του σύμπαντος».
Κι αν το σύμπαν ψυχθεί και πάψει να διαστέλλεται ή αν δε πάψει ποτέ να διαστέλλεται, ο Νόμος θα συνεχίσει να υπάρχει και να δρα. Κι αν πάψει να δρα, τότε θα πάψει να υπάρχει και το σύμπαν. Διότι ο Νόμος όσο ισχύει θα επιφέρει την αλλαγή και την ύπαρξη αυτού όπου επέρχεται η αλλαγή. Μιαν αλλαγή που ίσως δεν είναι η ίδια με αυτή που συνηθίσαμε, αλλά θα υπάρχει. Διότι ο Νόμος είναι ο Θεός και ο Θεός είναι ο Νόμος. Και εν αρχή ήταν ο Λόγος και ο Λόγος ήταν προς το Θεό οπότε και συνειδητοποιήθηκε. Και αφότου συνειδητοποιήθηκε εφαρμόζεται. Και αφότου εφαρμόσθηκε, ο Θεός έγινε ο Νόμος, η ζωή του σύμπαντος, η δύναμη της αλλαγής αλλά και της εξισορρόπησης, αυτό που δημιουργεί αρμονικά την αντίθεση και που υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει σαν αέναη φλόγα.
Η σχολή.
Διαβαίνοντας τα μονοπάτια του χρόνου σε μια αβέβαιη πραγματικότητα, αναρωτώ τον εαυτό μου που πιστεύω. Κοιτάζω τα σύννεφα και αισθάνομαι τη μεγαλοπρέπεια. Βλέπω τη καταιγίδα και αισθάνομαι την ένταση. Στέκομαι απέναντι στο βουνό και αντιλαμβάνομαι τη μικρότητά μου. Ακούω τη βροντή και νοιώθω πως διώκομαι. Γεύομαι το νερό και αισθάνομαι την αναζωογόνηση. Μυρίζω το τριαντάφυλλο και νοιώθω την ομορφιά του.
Κάθε σύμβολο είναι η φυσική απεικόνιση ή αναπαράσταση μιας πνευματικής κατάστασης. Από την άλλη, κάθε εικόνα, κάθε τι που γίνεται αντιληπτό προκαλεί και μια διαφορετική πνευματική κατάσταση (άλλο αν δεν δίνουμε σημασία ή αν δε το συνειδητοποιούμε). Κάθε λέξη αντιστοιχεί σε μια έννοια. Πολλές είναι οι έννοιες ωστόσο, που αντιστοιχούν όχι σε μια λέξη, αλλά σε προτάσεις, ή κείμενα ή βιβλία ακόμα και ολόκληρες βιβλιοθήκες. Όταν σκεφτόμαστε, το κάνουμε με λέξεις, διότι έτσι μπορούμε ευκολότερα να επεξεργαστούμε τις έννοιες. Χωρίς τις λέξεις ή τις εικόνες ή κάτι που να αγκιστρώνει τις έννοιες, η σκέψη μας θα ομοίαζε με ανακάτεμα αερίων. Με κυνήγι σκιών. Οι άγκυρες πάνω στις οποίες συγκρατεί η συνείδησή μας τις έννοιες, είναι είτε εποπτικές εικόνες, είτε λεκτικές περιγραφές.
Όταν σκεφτόμαστε το νερό, με τι μέσο αγκιστρώνουμε την έννοιά του στο μυαλό μας; Άλλος σκεπτόμενος τη μπανιέρα γεμάτη, άλλος τη θάλασσα, άλλος τη λέξη νερό, άλλος το υγρό αυτό να ρέει οπουδήποτε στη μνήμη του το συναντά, άλλος με όποιο άλλο τρόπο ή συνδυασμό τον βολεύει. Ωστόσο η έννοια του νερού σε υγρή φάση είναι μια στο σύμπαν μας, απλά η κάθε συνείδηση την κωδικοποιεί στη σκέψη της με το βολικότερο ανά την περίσταση τρόπο. Γενικεύοντας το παραπάνω παράδειγμα, σας ζητώ να σκεφτείτε πως κωδικοποιείτε την έννοια του αέρα, του βουνού, της καταιγίδας, του έρωτα, της λύπης, της πρόσθεσης, της βαρύτητας, των αγγέλων, του εαυτού σας, του «υπάρχω» και του θεού.
Η διαίσθηση συνήθως προτρέχει της λογικής. Βρίσκεται πολύ μακριά της. Πάντα ξέρει μερικώς ή ολικώς τη λύση κάθε προβλήματος περιμένοντας τη λογική να τη συνειδητοποιήσει. Όπως είπαμε παραπάνω, κάθε νέα ιδιότητα ή γνώση που κατακτάτε από μια συνειδητή ύπαρξη, γίνεται ένα ακόμα κομμάτι του χαρακτήρα της. Και ο χαρακτήρας είναι όπως ισχυρίζομαι η φυλακή που απαγορεύει ή περιορίζει τη συνείδηση από το «να αντιληφθεί καταστάσεις και να γευτεί ικανότητες που ποτέ δεν συσχέτισε τον εαυτό του μαζί τους».
Η λογική προχωρά συνθέτοντας κανόνες και στοιχεία της συνείδησης με τα οποία συσχέτισε τον εαυτό της, το εγώ είμαι της, μαζί της. Είναι, θα λέγαμε, το συνειδητό. Η διαίσθηση πραγματεύεται έννοιες που οι περισσότερες δεν έχουν συσχετιστεί με το εγώ είμαι. Για αυτό και περιμένει τη λογική να συνθέσει σιγά σιγά τις υπάρχουσες έννοιες του συνειδητού ώστε να φτάσει σε αυτό που ήδη υπάρχει στη διαίσθηση. Καταλήγουμε οπότε στο ότι η διαίσθηση σχετίζεται με το χώρο του ασυνείδητου.
Κάθε έννοια λοιπόν που φέρει μια ετικέτα, μια άγκυρα, από την οποία μπορεί να κρατηθεί από τη συνείδηση, είναι κάτι που το «εγώ» έχει συσχετιστεί μαζί της. Είναι μια γνώση. Κάθε τι που δεν έχει ένα τέτοιο σημείο, αλλά συλλήφθηκε από την διαίσθηση, ανήκει στο ασυνείδητο και κάθε τι που δεν ανήκει ούτε στη συνείδηση, ούτε στο ασυνείδητο, είναι παντελώς άγνωστο προς το «εγώ». Ανήκει στη περιοχή πέραν του ασυνείδητου, στη περιοχή που δεν υπάρχει τίποτε, αλλά και που μπορεί να υπάρχει και οτιδήποτε.
Και πόσες έννοιες υπάρχουν στο σύμπαν, τις οποίες μπορούμε να αντιληφθούμε απλά και μόνο με τις ιδιότητες των πέντε αισθήσεων; Μόνο όσες είναι υλικές. Πόσες μπορούμε να αντιληφθούμε με τη λογική; Όσες πηγάζουν από τη παρατήρηση και το λογικό συνδυασμό των γνώσεων που κάποιος έχει. Με τα μάτια μπορούμε να δούμε τη πέτρα και να κωδικοποιήσουμε την έννοιά της ως εποπτική εικόνα. Με τη λογική όμως μπορούμε να αντιληφθούμε τη πτώση της πέτρας, κωδικοποιώντας την σε ό,τι τα μάτια μας είδαν. Το παράδειγμα που έφερα είναι πολύ απλό για να κατανοηθεί το τι θέλω να πω, οπότε ας δούμε ένα ακόμα. Παλαιότερα όταν δε γνώριζαν οι άνθρωποι τα σχετικά με τον ηλεκτρισμό και τη σχέση του με τους κεραυνούς, έβλεπαν το φαινόμενο και το κωδικοποιούσαν όπως τους βόλευε. Δε γνώριζαν όμως το γιατί ή το πώς αυτά δημιουργούνται. Η διαίσθηση τους έλεγε ότι κάποιος νόμος, κάποια διαδικασία συντελείται από πίσω και το γεννά, αλλά αδυνατώντας να δώσουν λογική εξήγηση, ανέφεραν το φαινόμενο σαν θέληση του θεού. Σήμερα με τη λογική κατανοούμε αυτό που με τα μάτια μας βλέπουμε. Το φαινόμενο του κεραυνού πλέον έχει περάσει από το χώρο της διαίσθησης και του ασυνείδητου, στο χώρο του συνειδητού και της λογικής. Είναι πλέον λογικό το να υπάρχουν κεραυνοί. Είναι προβλεπόμενο πότε περίπου και πού θα πέσουν, σε αντίθεση με το παρελθόν όπου ο θεός έκανε ό,τι ήθελε.
Είπαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο, πως οι νόμοι του σύμπαντος είναι τα στοιχεία του χαρακτήρα, της υπερατομικότητα που ονομάζουμε Θεό. Και οι νόμοι αυτοί έδρασαν και δρουν πάνω στο τίποτε δημιουργώντας και συντηρώντας την ύπαρξη αυτού που αποκαλούμε σύμπαν. Έτσι ο Θεός πολλαπλασιάζοντας τον εαυτό του, δημιουργεί αντίγραφά του που αποκαλούμε συνειδητές ατομικότητες.
Κατ’ εικόνα Του οι ατομικότητες φτιάχτηκαν χωρίς να το επιλέξουν. Προς ομοίωσή Του οι ατομικότητες επιλέγουν αν και γιατί θα γίνουν. Και οι συνειδήσεις που επιλέγουν να ομοιάσουν το Πατέρα, όταν μάθουν να επεξεργάζονται τις έννοιες γυμνές από τα σύμβολά τους, θα ελευθερωθούν από το υλικό σύμπαν. Διότι κάθε έννοια που υπάρχει, συμβολίζεται με ένα στοιχείο της πραγματικότητας. Και η καρέκλα είναι το σύμβολο της έννοιας καρέκλας, και ο αέρας είναι το σύμβολο της έννοιας αέρας. Και οι έννοιες συνδυάζονται και συνθέτουν νέες έννοιες και νέα πράγματα στο σύμπαν γεννώνται. Και όσο περισσότερο οι έννοιες συνδυάζονται, τόσο περιπλοκότερα τα πράγματα – σύμβολά τους στο σύμπαν γίνονται. Έτσι οι Υιοί του Πατέρα που επέλεξαν να Του ομοιάσουν, θα μάθουν τη γλώσσα των Αγγέλων και ίσως τότε μόνο ακούσουν τους ψίθυρους που είπε ο Πατέρας όταν έφτιαχνε το σύμπαν. Και η γλώσσα του Θεού και των Πνευμάτων δεν είναι άλλο παρά οι γυμνές έννοιες. Και ο κοινός θνητός όταν δέχεται μηνύματα από τον κόσμο των πνευμάτων, ντύνει τις έννοιες με σύμβολα που του είναι περισσότερο οικεία, χαρακτηρίζοντας τη πληροφορία τούτη ως φαντασία ή όνειρο.
Ολόκληρη η γνώση που απαιτείται για να ομοιάσει μια ευφυΐα την Ύστατη ύπαρξη που αποτελεί και ορίζει το σύμπαν μας, είναι γραμμένο στην πραγματικότητα που βιώνουμε και υπάρχουμε καθημερινά. Αν και μετά λύπης μου διαπιστώνω πως αποσύρονται οι σύγχρονοι άνθρωποι σε μια ιδιωτική και κοινωνική πραγματικότητα. Αποβλακώνονται σε ό,τι είναι της μόδας, ό,τι είναι κοινή αποδοχή και νόμος, σε ό,τι είναι συνήθεια, σε ό,τι είναι τρόπος ζωής ή κοινή αποδοχή στο τρόπο ύπαρξης, ξεχνώντας την απόλυτη αλήθεια του ότι ο Πατέρας δεν όρισε αυτοκράτορα, δεν όρισε ιεράρχη, δεν όρισε τιμή πετρελαίου, δεν όρισε νόμους, δεν όρισε μόδες, δεν όρισε ημερολόγιο, δεν όρισε κράτη, δεν όρισε τίποτε από τη «συμβατική κοινωνική πραγματικότητα».
Όλη η γνώση… «είναι γραμμένη σ’ αυτό το θαυμαστό βιβλίο της φύσης που βρίσκεται πάντα μπροστά στα μάτια μας. Μόνο που για να το διαβάσουμε, πρέπει να μάθουμε τη γλώσσα και να κατανοήσουμε τα σύμβολα με τα οποία είναι γραμμένο».
Διαβαίνοντας τα μονοπάτια του χρόνου σε μια αβέβαιη πραγματικότητα, αναρωτώ τον εαυτό μου που πιστεύω. Κοιτάζω τα σύννεφα και αισθάνομαι τη μεγαλοπρέπεια. Βλέπω τη καταιγίδα και αισθάνομαι την ένταση. Στέκομαι απέναντι στο βουνό και αντιλαμβάνομαι τη μικρότητά μου. Ακούω τη βροντή και νοιώθω πως διώκομαι. Γεύομαι το νερό και αισθάνομαι την αναζωογόνηση. Μυρίζω το τριαντάφυλλο και νοιώθω την ομορφιά του.
Κάθε σύμβολο είναι η φυσική απεικόνιση ή αναπαράσταση μιας πνευματικής κατάστασης. Από την άλλη, κάθε εικόνα, κάθε τι που γίνεται αντιληπτό προκαλεί και μια διαφορετική πνευματική κατάσταση (άλλο αν δεν δίνουμε σημασία ή αν δε το συνειδητοποιούμε). Κάθε λέξη αντιστοιχεί σε μια έννοια. Πολλές είναι οι έννοιες ωστόσο, που αντιστοιχούν όχι σε μια λέξη, αλλά σε προτάσεις, ή κείμενα ή βιβλία ακόμα και ολόκληρες βιβλιοθήκες. Όταν σκεφτόμαστε, το κάνουμε με λέξεις, διότι έτσι μπορούμε ευκολότερα να επεξεργαστούμε τις έννοιες. Χωρίς τις λέξεις ή τις εικόνες ή κάτι που να αγκιστρώνει τις έννοιες, η σκέψη μας θα ομοίαζε με ανακάτεμα αερίων. Με κυνήγι σκιών. Οι άγκυρες πάνω στις οποίες συγκρατεί η συνείδησή μας τις έννοιες, είναι είτε εποπτικές εικόνες, είτε λεκτικές περιγραφές.
Όταν σκεφτόμαστε το νερό, με τι μέσο αγκιστρώνουμε την έννοιά του στο μυαλό μας; Άλλος σκεπτόμενος τη μπανιέρα γεμάτη, άλλος τη θάλασσα, άλλος τη λέξη νερό, άλλος το υγρό αυτό να ρέει οπουδήποτε στη μνήμη του το συναντά, άλλος με όποιο άλλο τρόπο ή συνδυασμό τον βολεύει. Ωστόσο η έννοια του νερού σε υγρή φάση είναι μια στο σύμπαν μας, απλά η κάθε συνείδηση την κωδικοποιεί στη σκέψη της με το βολικότερο ανά την περίσταση τρόπο. Γενικεύοντας το παραπάνω παράδειγμα, σας ζητώ να σκεφτείτε πως κωδικοποιείτε την έννοια του αέρα, του βουνού, της καταιγίδας, του έρωτα, της λύπης, της πρόσθεσης, της βαρύτητας, των αγγέλων, του εαυτού σας, του «υπάρχω» και του θεού.
Η διαίσθηση συνήθως προτρέχει της λογικής. Βρίσκεται πολύ μακριά της. Πάντα ξέρει μερικώς ή ολικώς τη λύση κάθε προβλήματος περιμένοντας τη λογική να τη συνειδητοποιήσει. Όπως είπαμε παραπάνω, κάθε νέα ιδιότητα ή γνώση που κατακτάτε από μια συνειδητή ύπαρξη, γίνεται ένα ακόμα κομμάτι του χαρακτήρα της. Και ο χαρακτήρας είναι όπως ισχυρίζομαι η φυλακή που απαγορεύει ή περιορίζει τη συνείδηση από το «να αντιληφθεί καταστάσεις και να γευτεί ικανότητες που ποτέ δεν συσχέτισε τον εαυτό του μαζί τους».
Η λογική προχωρά συνθέτοντας κανόνες και στοιχεία της συνείδησης με τα οποία συσχέτισε τον εαυτό της, το εγώ είμαι της, μαζί της. Είναι, θα λέγαμε, το συνειδητό. Η διαίσθηση πραγματεύεται έννοιες που οι περισσότερες δεν έχουν συσχετιστεί με το εγώ είμαι. Για αυτό και περιμένει τη λογική να συνθέσει σιγά σιγά τις υπάρχουσες έννοιες του συνειδητού ώστε να φτάσει σε αυτό που ήδη υπάρχει στη διαίσθηση. Καταλήγουμε οπότε στο ότι η διαίσθηση σχετίζεται με το χώρο του ασυνείδητου.
Κάθε έννοια λοιπόν που φέρει μια ετικέτα, μια άγκυρα, από την οποία μπορεί να κρατηθεί από τη συνείδηση, είναι κάτι που το «εγώ» έχει συσχετιστεί μαζί της. Είναι μια γνώση. Κάθε τι που δεν έχει ένα τέτοιο σημείο, αλλά συλλήφθηκε από την διαίσθηση, ανήκει στο ασυνείδητο και κάθε τι που δεν ανήκει ούτε στη συνείδηση, ούτε στο ασυνείδητο, είναι παντελώς άγνωστο προς το «εγώ». Ανήκει στη περιοχή πέραν του ασυνείδητου, στη περιοχή που δεν υπάρχει τίποτε, αλλά και που μπορεί να υπάρχει και οτιδήποτε.
Και πόσες έννοιες υπάρχουν στο σύμπαν, τις οποίες μπορούμε να αντιληφθούμε απλά και μόνο με τις ιδιότητες των πέντε αισθήσεων; Μόνο όσες είναι υλικές. Πόσες μπορούμε να αντιληφθούμε με τη λογική; Όσες πηγάζουν από τη παρατήρηση και το λογικό συνδυασμό των γνώσεων που κάποιος έχει. Με τα μάτια μπορούμε να δούμε τη πέτρα και να κωδικοποιήσουμε την έννοιά της ως εποπτική εικόνα. Με τη λογική όμως μπορούμε να αντιληφθούμε τη πτώση της πέτρας, κωδικοποιώντας την σε ό,τι τα μάτια μας είδαν. Το παράδειγμα που έφερα είναι πολύ απλό για να κατανοηθεί το τι θέλω να πω, οπότε ας δούμε ένα ακόμα. Παλαιότερα όταν δε γνώριζαν οι άνθρωποι τα σχετικά με τον ηλεκτρισμό και τη σχέση του με τους κεραυνούς, έβλεπαν το φαινόμενο και το κωδικοποιούσαν όπως τους βόλευε. Δε γνώριζαν όμως το γιατί ή το πώς αυτά δημιουργούνται. Η διαίσθηση τους έλεγε ότι κάποιος νόμος, κάποια διαδικασία συντελείται από πίσω και το γεννά, αλλά αδυνατώντας να δώσουν λογική εξήγηση, ανέφεραν το φαινόμενο σαν θέληση του θεού. Σήμερα με τη λογική κατανοούμε αυτό που με τα μάτια μας βλέπουμε. Το φαινόμενο του κεραυνού πλέον έχει περάσει από το χώρο της διαίσθησης και του ασυνείδητου, στο χώρο του συνειδητού και της λογικής. Είναι πλέον λογικό το να υπάρχουν κεραυνοί. Είναι προβλεπόμενο πότε περίπου και πού θα πέσουν, σε αντίθεση με το παρελθόν όπου ο θεός έκανε ό,τι ήθελε.
Είπαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο, πως οι νόμοι του σύμπαντος είναι τα στοιχεία του χαρακτήρα, της υπερατομικότητα που ονομάζουμε Θεό. Και οι νόμοι αυτοί έδρασαν και δρουν πάνω στο τίποτε δημιουργώντας και συντηρώντας την ύπαρξη αυτού που αποκαλούμε σύμπαν. Έτσι ο Θεός πολλαπλασιάζοντας τον εαυτό του, δημιουργεί αντίγραφά του που αποκαλούμε συνειδητές ατομικότητες.
Κατ’ εικόνα Του οι ατομικότητες φτιάχτηκαν χωρίς να το επιλέξουν. Προς ομοίωσή Του οι ατομικότητες επιλέγουν αν και γιατί θα γίνουν. Και οι συνειδήσεις που επιλέγουν να ομοιάσουν το Πατέρα, όταν μάθουν να επεξεργάζονται τις έννοιες γυμνές από τα σύμβολά τους, θα ελευθερωθούν από το υλικό σύμπαν. Διότι κάθε έννοια που υπάρχει, συμβολίζεται με ένα στοιχείο της πραγματικότητας. Και η καρέκλα είναι το σύμβολο της έννοιας καρέκλας, και ο αέρας είναι το σύμβολο της έννοιας αέρας. Και οι έννοιες συνδυάζονται και συνθέτουν νέες έννοιες και νέα πράγματα στο σύμπαν γεννώνται. Και όσο περισσότερο οι έννοιες συνδυάζονται, τόσο περιπλοκότερα τα πράγματα – σύμβολά τους στο σύμπαν γίνονται. Έτσι οι Υιοί του Πατέρα που επέλεξαν να Του ομοιάσουν, θα μάθουν τη γλώσσα των Αγγέλων και ίσως τότε μόνο ακούσουν τους ψίθυρους που είπε ο Πατέρας όταν έφτιαχνε το σύμπαν. Και η γλώσσα του Θεού και των Πνευμάτων δεν είναι άλλο παρά οι γυμνές έννοιες. Και ο κοινός θνητός όταν δέχεται μηνύματα από τον κόσμο των πνευμάτων, ντύνει τις έννοιες με σύμβολα που του είναι περισσότερο οικεία, χαρακτηρίζοντας τη πληροφορία τούτη ως φαντασία ή όνειρο.
Ολόκληρη η γνώση που απαιτείται για να ομοιάσει μια ευφυΐα την Ύστατη ύπαρξη που αποτελεί και ορίζει το σύμπαν μας, είναι γραμμένο στην πραγματικότητα που βιώνουμε και υπάρχουμε καθημερινά. Αν και μετά λύπης μου διαπιστώνω πως αποσύρονται οι σύγχρονοι άνθρωποι σε μια ιδιωτική και κοινωνική πραγματικότητα. Αποβλακώνονται σε ό,τι είναι της μόδας, ό,τι είναι κοινή αποδοχή και νόμος, σε ό,τι είναι συνήθεια, σε ό,τι είναι τρόπος ζωής ή κοινή αποδοχή στο τρόπο ύπαρξης, ξεχνώντας την απόλυτη αλήθεια του ότι ο Πατέρας δεν όρισε αυτοκράτορα, δεν όρισε ιεράρχη, δεν όρισε τιμή πετρελαίου, δεν όρισε νόμους, δεν όρισε μόδες, δεν όρισε ημερολόγιο, δεν όρισε κράτη, δεν όρισε τίποτε από τη «συμβατική κοινωνική πραγματικότητα».
Όλη η γνώση… «είναι γραμμένη σ’ αυτό το θαυμαστό βιβλίο της φύσης που βρίσκεται πάντα μπροστά στα μάτια μας. Μόνο που για να το διαβάσουμε, πρέπει να μάθουμε τη γλώσσα και να κατανοήσουμε τα σύμβολα με τα οποία είναι γραμμένο».
Σκέψεις και σχόλια.
Αν αποδεχτούμε την πνευματική μορφή ύπαρξης, αποδεχόμαστε και την δυνατότητα των νοητικών αλγορίθμων να δρουν ανεξάρτητα από το που βρίσκεται το κέντρο όπου και γεννήθηκαν, δηλαδή το σώμα μας. Όπως είπαμε το σύνολο των συνειδητών ικανοτήτων μιας ευφυΐας, καλείται η προσωποποίηση του εαυτού. Είναι ουσιαστικά αυτό που χαρακτηρίζει κάποια ευφυΐα. Και αυτός ο χαρακτήρας, είναι το σύνολο διαδικασιών που καθώς κινητοποιούνται, συνδυάζονται , ανανεώνονται ή και πληθαίνουν μέσω της αντιγραφής από το περιβάλλον, επιφέρουν τόσο τη δράση της ευφυΐας όσο και την εξέλιξή της. Λογικό είναι άλλωστε διότι η δράση και η εξέλιξη είναι αλληλένδετες.
Αν λοιπόν υπάρχει η μη υλική ζωή, τότε το σύμπαν μας το επιτρέπει. Κι επειδή το σύμπαν μας είναι μια φούσκα τάξης μέσα στο απόλυτο τίποτε, μέσα στο μέσο όρο του οτιδήποτε δηλαδή, τότε οι νόμοι που ορίζουν την «τάξη» αυτή είναι τέτοιοι ώστε επιτρέπουν την μη υλική συνείδηση. Κι αφού το σύμπαν επιτρέπει την δράση αλλά και στηρίζει την ύπαρξή του στους νόμους αυτούς, που είναι όμοιοι στην ουσία με τους νόμους του χαρακτήρα μιας ευφυΐας, τότε μια ευφυΐα μπορεί να συλλάβει αλλά και να επεξεργαστεί έναν νόμο του σύμπαντος.
Και ο μάγος χρησιμοποιεί το στοιχειακό του αέρα και επιφέρει με τη πνευματική του δύναμη επιδράσεις στη πραγματικότητα γύρω του. Και το στοιχειακό του αέρα δεν είναι παρά η συνειδητοποίηση της έννοιας του αέρα, κωδικοποιημένη με τα σύμβολα που του είναι περισσότερο οικεία. Και τα πάντα στο σύμπαν είναι έννοιες. Και κάθε έννοια είναι και ένα «κάτι» μέσα στο τίποτε. Και κάποια από αυτά τα «κάτι» είναι δυναμικά διότι δρουν πάνω σε κάποια άλλα «κάτι» που είναι στατικά. Και τα δυναμικά «κάτι» είναι οι νόμοι του σύμπαντος και τα στατικά «κάτι» είναι η ύλη του σύμπαντος. Αλλά και το «δυναμικό» των νόμων του σύμπαντος είναι μια έννοια, ένα «κάτι», που χαρακτηρίζει και ορίζει ένα σύνολο από έννοιες ως αυτές που θα δρουν πάνω στις στατικές. Που και το στατικό είναι η έννοια που χαρακτηρίζει και ορίζει το σύνολο των στατικών ή αλλιώς, της ύλης του σύμπαντος.
Ωστόσο, ποια είναι η έννοια της έννοιας;
Και η συνείδηση είναι κι αυτή ένα «κάτι». Ένα κάτι όμως διαφορετικό από τα δυναμικά ή στατικά συστατικά του σύμπαντος. Είναι αυτό το «κάτι», αυτή η έννοια που ορίζει την έννοια. Είναι αυτό που ορίζει το Είναι. Είναι η έννοια της έννοιας. Κι επειδή στο απόλυτο τίποτε (ως μέσος όρος του οτιδήποτε), μπορεί να υπάρξει ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ, άρα μπορεί να υπάρξει και αυτό που ορίζει την ύπαρξη. Αυτό που ορίζει την έννοια, που ορίζει το ΚΑΤΙ μέσα στο τίποτε. Κι έτσι αυτό που ορίζει το κάτι είναι και αυτό που ορίζει πως δεν είναι τίποτε. Είναι αυτό που ορίζει από μόνο του την ύπαρξή του. Είναι το αυθύπαρκτο ένα. Είναι το χαρακτηριστικό της ατόφιας ατομικότητας.
Κι επειδή το σύμπαν αποτελείται από έννοιες, τότε έχει και κάθε τι συνείδηση. Κάθε τι που υπάρχει στο σύμπαν φέρει συνείδηση. Αλλά αν έχει το σύμπαν συνείδηση, τότε Εγώ που έχω συνείδηση, γιατί δεν είμαι το σύμπαν;
Ποιος Είμαι Εγώ τότε;
Ααααα… εδώ είναι το σημείο μηδέν, στο οποίο ήθελα να φτάσω γράφοντας τα τρία κείμενα : «Η αβέβαιη πραγματικότητα», «Περί πραότητας και απλότητος» και το παρόν. Το μόνο όμως που μπορώ να δώσω, για την ώρα, ως απάντηση είναι :
Είσαι μια φυσαλίδα τάξης, μέσα σε μια υπάρχουσα φυσαλίδα τάξης, η οποία ίσως είναι μέσα σε μιαν άλλη φυσαλίδα τάξης ίσως και να είναι ένα «κάτι» μέσα στο τίποτε. Και για να το συλλάβει κάποιος αυτό, αρκεί να προσπαθήσει διαλογιζόμενος να συνειδητοποιήσει πως «δεν είναι μεγαλύτερος από ένα πρωτόνιο, το οποίο είναι το ίδιο το σύμπαν μας». Άλλωστε, πόσο μέγεθος έχει η συνείδηση και πόσο μεγαλύτερο είναι το σύμπαν από μια έννοιά του, απελευθερωμένη από την έννοια της συσχέτισης μαζί του…. Πόσο μέγεθος έχει ένα «κάτι» όταν δε συγκρίνεται με τίποτε;
Αν αποδεχτούμε την πνευματική μορφή ύπαρξης, αποδεχόμαστε και την δυνατότητα των νοητικών αλγορίθμων να δρουν ανεξάρτητα από το που βρίσκεται το κέντρο όπου και γεννήθηκαν, δηλαδή το σώμα μας. Όπως είπαμε το σύνολο των συνειδητών ικανοτήτων μιας ευφυΐας, καλείται η προσωποποίηση του εαυτού. Είναι ουσιαστικά αυτό που χαρακτηρίζει κάποια ευφυΐα. Και αυτός ο χαρακτήρας, είναι το σύνολο διαδικασιών που καθώς κινητοποιούνται, συνδυάζονται , ανανεώνονται ή και πληθαίνουν μέσω της αντιγραφής από το περιβάλλον, επιφέρουν τόσο τη δράση της ευφυΐας όσο και την εξέλιξή της. Λογικό είναι άλλωστε διότι η δράση και η εξέλιξη είναι αλληλένδετες.
Αν λοιπόν υπάρχει η μη υλική ζωή, τότε το σύμπαν μας το επιτρέπει. Κι επειδή το σύμπαν μας είναι μια φούσκα τάξης μέσα στο απόλυτο τίποτε, μέσα στο μέσο όρο του οτιδήποτε δηλαδή, τότε οι νόμοι που ορίζουν την «τάξη» αυτή είναι τέτοιοι ώστε επιτρέπουν την μη υλική συνείδηση. Κι αφού το σύμπαν επιτρέπει την δράση αλλά και στηρίζει την ύπαρξή του στους νόμους αυτούς, που είναι όμοιοι στην ουσία με τους νόμους του χαρακτήρα μιας ευφυΐας, τότε μια ευφυΐα μπορεί να συλλάβει αλλά και να επεξεργαστεί έναν νόμο του σύμπαντος.
Και ο μάγος χρησιμοποιεί το στοιχειακό του αέρα και επιφέρει με τη πνευματική του δύναμη επιδράσεις στη πραγματικότητα γύρω του. Και το στοιχειακό του αέρα δεν είναι παρά η συνειδητοποίηση της έννοιας του αέρα, κωδικοποιημένη με τα σύμβολα που του είναι περισσότερο οικεία. Και τα πάντα στο σύμπαν είναι έννοιες. Και κάθε έννοια είναι και ένα «κάτι» μέσα στο τίποτε. Και κάποια από αυτά τα «κάτι» είναι δυναμικά διότι δρουν πάνω σε κάποια άλλα «κάτι» που είναι στατικά. Και τα δυναμικά «κάτι» είναι οι νόμοι του σύμπαντος και τα στατικά «κάτι» είναι η ύλη του σύμπαντος. Αλλά και το «δυναμικό» των νόμων του σύμπαντος είναι μια έννοια, ένα «κάτι», που χαρακτηρίζει και ορίζει ένα σύνολο από έννοιες ως αυτές που θα δρουν πάνω στις στατικές. Που και το στατικό είναι η έννοια που χαρακτηρίζει και ορίζει το σύνολο των στατικών ή αλλιώς, της ύλης του σύμπαντος.
Ωστόσο, ποια είναι η έννοια της έννοιας;
Και η συνείδηση είναι κι αυτή ένα «κάτι». Ένα κάτι όμως διαφορετικό από τα δυναμικά ή στατικά συστατικά του σύμπαντος. Είναι αυτό το «κάτι», αυτή η έννοια που ορίζει την έννοια. Είναι αυτό που ορίζει το Είναι. Είναι η έννοια της έννοιας. Κι επειδή στο απόλυτο τίποτε (ως μέσος όρος του οτιδήποτε), μπορεί να υπάρξει ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ, άρα μπορεί να υπάρξει και αυτό που ορίζει την ύπαρξη. Αυτό που ορίζει την έννοια, που ορίζει το ΚΑΤΙ μέσα στο τίποτε. Κι έτσι αυτό που ορίζει το κάτι είναι και αυτό που ορίζει πως δεν είναι τίποτε. Είναι αυτό που ορίζει από μόνο του την ύπαρξή του. Είναι το αυθύπαρκτο ένα. Είναι το χαρακτηριστικό της ατόφιας ατομικότητας.
Κι επειδή το σύμπαν αποτελείται από έννοιες, τότε έχει και κάθε τι συνείδηση. Κάθε τι που υπάρχει στο σύμπαν φέρει συνείδηση. Αλλά αν έχει το σύμπαν συνείδηση, τότε Εγώ που έχω συνείδηση, γιατί δεν είμαι το σύμπαν;
Ποιος Είμαι Εγώ τότε;
Ααααα… εδώ είναι το σημείο μηδέν, στο οποίο ήθελα να φτάσω γράφοντας τα τρία κείμενα : «Η αβέβαιη πραγματικότητα», «Περί πραότητας και απλότητος» και το παρόν. Το μόνο όμως που μπορώ να δώσω, για την ώρα, ως απάντηση είναι :
Είσαι μια φυσαλίδα τάξης, μέσα σε μια υπάρχουσα φυσαλίδα τάξης, η οποία ίσως είναι μέσα σε μιαν άλλη φυσαλίδα τάξης ίσως και να είναι ένα «κάτι» μέσα στο τίποτε. Και για να το συλλάβει κάποιος αυτό, αρκεί να προσπαθήσει διαλογιζόμενος να συνειδητοποιήσει πως «δεν είναι μεγαλύτερος από ένα πρωτόνιο, το οποίο είναι το ίδιο το σύμπαν μας». Άλλωστε, πόσο μέγεθος έχει η συνείδηση και πόσο μεγαλύτερο είναι το σύμπαν από μια έννοιά του, απελευθερωμένη από την έννοια της συσχέτισης μαζί του…. Πόσο μέγεθος έχει ένα «κάτι» όταν δε συγκρίνεται με τίποτε;
[Βιβλιογραφία:]
Διαβάστε τα κείμενα με τη παρακάτω σειρά :
1. Λίγα λόγια για μικρά παιδιά (στην αρθρογραφία της ιστοσελίδας www.kapth.com)
2. Αβέβαιη Πραγματικότητα (www.metafysiko.gr)
3. Περί πραότητος και απλότητος (www.metafysiko.gr)
Διαβάστε τα κείμενα με τη παρακάτω σειρά :
1. Λίγα λόγια για μικρά παιδιά (στην αρθρογραφία της ιστοσελίδας www.kapth.com)
2. Αβέβαιη Πραγματικότητα (www.metafysiko.gr)
3. Περί πραότητος και απλότητος (www.metafysiko.gr)
(από metafysiko)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου