ΣΕ ΠΟΛΛΟΥΣ και ποικίλους χώρους γίνεται λόγος για την ανεκτικότητα, την συμφιλίωση, την συνεργασία και την προσφορά στην πρόοδο τού ανθρώπου από την ποικιλόμορφη συνεργασία των διαφόρων θρησκειών.
Από κοινωνιολογικής πλευράς, ο λόγος αυτός πηγάζει από το γεγονός ότι η θρησκεία, ως ενδοκοσμικό φαινόμενο που είναι συνυφασμένο με μια ποικιλία κοινωνικών δομών, σχέσεων και δράσεων, πολλές φορές έγινε αφορμή διαφόρων μορφών συγκρούσεων.
Συνέπεια αυτής της λογικής, αποτελεί ο ισχυρισμός, ότι πρέπει η θρησκευτικότητα να χειραγωγηθεί και να καταστεί παράγοντας κοινωνικής ευστάθειας.
Η ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ αυτή υιοθετήθηκε από την...
«Νέα Εποχή » ή «Εποχή του Υδροχόου»• πρόκειται περί ενός παγκόσμιου απειλητικού φαινομένου, αντίχριστου ως προς τον χαρακτήρα, αποκρυφιστικού ως προς την προέλευση και πολυσύνθετου ως προς την διάρθρωση.
Η «Νέα Εποχή» διαφημίζει την ιδική της «εποχή » ακριβώς ως εποχή αρμονικής συμβίωσης των θρησκειών αφ' ενός και υπέρβασης των προβλημάτων αφ' ετέρου και στο θρησκευτικό πεδίο, τα οποία δημιούργησε [δήθεν] η « Εποχή του Ιχθύος», καθώς κυριαρχούσε ο Χριστιανισμός.
Όραμά της, όμως, και τελικός στόχος της, είναι η πανθρησκεία, ως μορφή δήθεν ενότητας κατά το ολιστικό μοντέλο, που η «Νέα Εποχή» διακηρύττει.
Όλες οι θρησκείες, αλλά και αυτά τα παραθρησκευτικὰ μορφώματα, σύμφωνα με την νεοεποχίτικη αντίληψη είναι ισότιμοι τρόποι προσέγγισης και δρόμοι εναλλακτικής πρόσβασης προς τον Θεό, που βεβαίως δεν είναι ο Θεός της εν Χριστώ Ιησού θείας Αποκαλύψεως.
Για την «Νέα Εποχή» κάθε αντίληψη περί μοναδικότητας του Ιερού Ευαγγελίου, κάθε αντίληψη, που δεν κατανοεί ισοπεδωτικά και εξισωτικὰ όλες τις πίστεις, θεωρείται φανατισμός, μισαλλοδοξία, παρωχημένη και διχαστική προσέγγιση.
Αναφέρουν χαρακτηριστικά Έλληνες εκπρόσωποι της «Νέας Εποχής», ότι «κατά την εποχή αυτή της σύγκλισης των πάντων επί Γής, το ζητούμενο από τους ανθρώπους του πνεύματος είναι η απόρριψη κάθε ετικέτας και κάθε θεώρησης μιας θρησκείας ή πνευματικής αγωγής ως μοναδικής ἢ έστω ανώτερης».(Περιοδ. «ΖΕΝΟΦΙ», τεύχος 2, 1991, σελ. 52)
Η νεοεποχίτικη αυτή προσέγγιση καλλιεργείται σήμερα τεχνηέντως και από πολλά Μ.Μ.Ε. και από τους λεγόμενους διαμορφωτές γνώμης, ποὺ είτε τυγχάνουν ανυποψίαστοι για το τι κρύβεται από πίσω, είτε το φρόνημά τους έχει διαβρωθεί από το πνεύμα της «Νέας Εποχής».
ΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ερωτήσει ποιά είναι η πηγή προέλευσης αυτών των νεοεποχίτικων αντιλήψεων και πού θεμελιώνονται, η απάντηση είναι δυστυχως, ο αποκρυφισμός.
Ας δούμε κάποιες χαρακτηριστικές μαρτυρίες.
Η πρώτη, προέρχεται από το αποκρυφιστικό σύστημα της Θεοσοφίας. Η Θεοσοφία «ευρίσκει ότι εις την βάσιν των, την ουσίαν των, όλαι αι θρησκείαι κρύπτουσι την αυτήν αλήθειαν, παρουσιαζομένην υπό διαφόρους μορφάς, αναλόγως της εποχής και του λαού προς όν αποτείνονται».(Π.Π. Χατζηπέτρος, Θεοσοφία, Μ.Ε.Ε., τόμ. 12/1930, σελ. 530)
Στο ίδιο μήκος κύματος, αναφέρει ένα ελληνικό νεοεποχίτικο έντυπο:
«Η Αλήθεια, αν και ίδια πάντα, δόθηκε με διαφορετικό μανδύα, κάθε φορά από άλλη όψη, ανάλογα με το χρόνο και τον τόπο». (Περιοδ. «ΔΩΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ», τ. 13, 2004)
Η θεοσοφική αυτή αντίληψη αποτελεί ακριβώς το θεμέλιο, πάνω στο οποίο προσπαθεί να οικοδομηθεί το πανθρησκειακό όραμα της «Νέας Εποχής» και ταυτοχρόνως χρησιμοποιείται ως επιχείρημα, για την εξισωτική θεώρηση όλων των θρησκειών.
Η δεύτερη μαρτυρία προέρχεται από την Αννὶ Μπεζάντ, την γυναίκα πού διαδέχθηκε τον σύζυγο της Έλενας Μπλαβάτσκυ στην προεδρία της Θεοσοφικής Εταιρείας.
Κατά τις αποκρυφιστικές δοξασίες της Θεοσοφίας, υπάρχει μια απόκρυφη Παγκόσμια Πνευματική Ιεραρχία, που καθοδηγεί τον κόσμο αναλόγως των εποχών και των διαφόρων ιστορικών και πνευματικών συγκυριών. Η Ιεραρχία αυτή έχει ορίσει έναν ειδικό Υπέρτατο Εκπαιδευτή, ο οποίος πάντα κατά τους ισχυρισμούς της Μπεζὰντ «έχει επίσης το μέγα καθήκον, όταν έλθη το πλήρωμα του χρόνου να επαναφαίνηται εκάστοτε επίί της γης, διά να εμπνεύση νέαν θρησκείαν, να κρούση νέον τόνον, μέχρι ου όλοι ομού συναπαρτίσουν την μεγαλοπρεπή θρησκευτικήν συγχορδίαν της ημετέρας ανθρωπότητος, ποικίλην αλλ αρμονικήν, μέ διαφορετικοὺς τόνους αποτελούσαν μίαν υπέροχον συνολικήν αρμονίαν». (Προς την Μύησιν, 1930, σελ. 96)
Η τρίτη και πλέον χαρακτηριστική μαρτυρία προέρχεται από την αγγλίδα αποκρυφίστρια Αλίκη Μπέϊλη. Οι οπαδοί της «Νέας Εποχής» αναφέρονται με ιδιαίτερο θαυμασμό στο όνομά της και τις ιδέες της.
Η Μπέϊλη ισχυρίζονταν, ότι όλες οι απόψεις της προέρχονταν από την καθοδήγηση και τις υπαγορεύσεις μιας πνευματικής οντότητας-δασκάλου, που ονομάζονταν Τζβὰλ Κούλ. Της παρουσιάστηκε μέ ανθρώπινη μορφή και της είπε ότι ήταν ενσάρκωση ενός θιβετιανού Λάμα. Η οντότητα αυτή, ο Τζβὰλ Κούλ, λέγει η Μπέϊλη, της φανέρωσε ότι η Πλανητική Ιεραρχία,
«είχε αναλάβει μια αποστολή σε πολιτικό επίπεδο, να φέρει την διεθνή συνεργασία και την οικονομική σύνθεση. Στο χώρο της θρησκείας, να καλλιεργήσει την πνευματική συνείδηση και ένα είδος παγκόσμιας θρησκείας. Στον τομέα των επιστημών, της εκπαίδευσης και της ψυχολογίας, σκοπός τους ήταν να διευρύνουν την ανθρώπινη συνείδηση, την γνώση και τις ανθρώπινες ικανότητες, γενικότερα. (...) Τα σχέδια αυτά μπορεί να είναι ιδεαλιστικά, αλλὰ όχι ανέφικτα». (Βλ. Ειρήνη Νταλίχωβ Μάϊκ Μπούθ, Αύρα-Σώμα, 2000, σελ. 299)
Νομίζουμε, ότι η μαρτυρία της Μπέϊλη είναι εξόχως σαφής και ρεαλιστική σχετικά με την αποκρυφιστική προέλευση του πανθρησκειακού οράματος της «Νέας Εποχής». Ο αποκρυφισμός είναι έκδηλος στην προέλευση, στα γνωρίσματα και στους δοξασίες της «Νέας Εποχής».
Ο ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ Χριστιανός, εν προκειμένω, βρίσκεται απέναντι σε ένα αντιχριστιανικό λαβυρινθώδες φάσμα ομάδων και αντιλήψεων, το οποίο με μεθοδικές ενέργειες προσπαθεί να αλλοιώσει το φρόνημά του. Κάθε λόγος, που αναφέρεται στη μοναδικότητα της εν Χριστώ Ιησού θείας Αποκαλύψεως, κάθε τοποθέτηση, που αρνείται να σμικρύνει ἢ να εξισώσει την Εκκλησία, το Σώμα του Χριστού, με την οποιαδήποτε πίστη, χαρακτηρίζεται από τους θιασώτες της «Νέας Εποχής», ως δήθεν φανατισμός, ως μισαλλοδοξία, ως παρωχημένη και διχαστική προσέγγιση.
Μπροστά σ' αυτού του είδους τις μεθοδεύσεις, υπάρχει μία μόνο απάντηση· είναι ο λόγος-προτροπή του Αγίου Ιγνατίου Αντιοχείας προς τον Άγιο Πολύκαρπο Σμύρνης:
«Στήθι εδραίος ως άκμων τυπτόμενος. Μεγάλου εστὶν αθλητού το δέρεσθαι και νικάν»· (Προς Πολύκαρπον, 3) η απόλυτη πιστότητα σε όσα «οι Προφήται είδον, οι Απόστολοι εδίδαξαν, η Εκκλησία παρέλαβε και οι Διδάσκαλοι εδογμάτισαν».
Από κοινωνιολογικής πλευράς, ο λόγος αυτός πηγάζει από το γεγονός ότι η θρησκεία, ως ενδοκοσμικό φαινόμενο που είναι συνυφασμένο με μια ποικιλία κοινωνικών δομών, σχέσεων και δράσεων, πολλές φορές έγινε αφορμή διαφόρων μορφών συγκρούσεων.
Συνέπεια αυτής της λογικής, αποτελεί ο ισχυρισμός, ότι πρέπει η θρησκευτικότητα να χειραγωγηθεί και να καταστεί παράγοντας κοινωνικής ευστάθειας.
Η ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ αυτή υιοθετήθηκε από την...
«Νέα Εποχή » ή «Εποχή του Υδροχόου»• πρόκειται περί ενός παγκόσμιου απειλητικού φαινομένου, αντίχριστου ως προς τον χαρακτήρα, αποκρυφιστικού ως προς την προέλευση και πολυσύνθετου ως προς την διάρθρωση.
Η «Νέα Εποχή» διαφημίζει την ιδική της «εποχή » ακριβώς ως εποχή αρμονικής συμβίωσης των θρησκειών αφ' ενός και υπέρβασης των προβλημάτων αφ' ετέρου και στο θρησκευτικό πεδίο, τα οποία δημιούργησε [δήθεν] η « Εποχή του Ιχθύος», καθώς κυριαρχούσε ο Χριστιανισμός.
Όραμά της, όμως, και τελικός στόχος της, είναι η πανθρησκεία, ως μορφή δήθεν ενότητας κατά το ολιστικό μοντέλο, που η «Νέα Εποχή» διακηρύττει.
Όλες οι θρησκείες, αλλά και αυτά τα παραθρησκευτικὰ μορφώματα, σύμφωνα με την νεοεποχίτικη αντίληψη είναι ισότιμοι τρόποι προσέγγισης και δρόμοι εναλλακτικής πρόσβασης προς τον Θεό, που βεβαίως δεν είναι ο Θεός της εν Χριστώ Ιησού θείας Αποκαλύψεως.
Για την «Νέα Εποχή» κάθε αντίληψη περί μοναδικότητας του Ιερού Ευαγγελίου, κάθε αντίληψη, που δεν κατανοεί ισοπεδωτικά και εξισωτικὰ όλες τις πίστεις, θεωρείται φανατισμός, μισαλλοδοξία, παρωχημένη και διχαστική προσέγγιση.
Αναφέρουν χαρακτηριστικά Έλληνες εκπρόσωποι της «Νέας Εποχής», ότι «κατά την εποχή αυτή της σύγκλισης των πάντων επί Γής, το ζητούμενο από τους ανθρώπους του πνεύματος είναι η απόρριψη κάθε ετικέτας και κάθε θεώρησης μιας θρησκείας ή πνευματικής αγωγής ως μοναδικής ἢ έστω ανώτερης».(Περιοδ. «ΖΕΝΟΦΙ», τεύχος 2, 1991, σελ. 52)
Η νεοεποχίτικη αυτή προσέγγιση καλλιεργείται σήμερα τεχνηέντως και από πολλά Μ.Μ.Ε. και από τους λεγόμενους διαμορφωτές γνώμης, ποὺ είτε τυγχάνουν ανυποψίαστοι για το τι κρύβεται από πίσω, είτε το φρόνημά τους έχει διαβρωθεί από το πνεύμα της «Νέας Εποχής».
ΑΝ ΚΑΠΟΙΟΣ ερωτήσει ποιά είναι η πηγή προέλευσης αυτών των νεοεποχίτικων αντιλήψεων και πού θεμελιώνονται, η απάντηση είναι δυστυχως, ο αποκρυφισμός.
Ας δούμε κάποιες χαρακτηριστικές μαρτυρίες.
Η πρώτη, προέρχεται από το αποκρυφιστικό σύστημα της Θεοσοφίας. Η Θεοσοφία «ευρίσκει ότι εις την βάσιν των, την ουσίαν των, όλαι αι θρησκείαι κρύπτουσι την αυτήν αλήθειαν, παρουσιαζομένην υπό διαφόρους μορφάς, αναλόγως της εποχής και του λαού προς όν αποτείνονται».(Π.Π. Χατζηπέτρος, Θεοσοφία, Μ.Ε.Ε., τόμ. 12/1930, σελ. 530)
Στο ίδιο μήκος κύματος, αναφέρει ένα ελληνικό νεοεποχίτικο έντυπο:
«Η Αλήθεια, αν και ίδια πάντα, δόθηκε με διαφορετικό μανδύα, κάθε φορά από άλλη όψη, ανάλογα με το χρόνο και τον τόπο». (Περιοδ. «ΔΩΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ», τ. 13, 2004)
Η θεοσοφική αυτή αντίληψη αποτελεί ακριβώς το θεμέλιο, πάνω στο οποίο προσπαθεί να οικοδομηθεί το πανθρησκειακό όραμα της «Νέας Εποχής» και ταυτοχρόνως χρησιμοποιείται ως επιχείρημα, για την εξισωτική θεώρηση όλων των θρησκειών.
Η δεύτερη μαρτυρία προέρχεται από την Αννὶ Μπεζάντ, την γυναίκα πού διαδέχθηκε τον σύζυγο της Έλενας Μπλαβάτσκυ στην προεδρία της Θεοσοφικής Εταιρείας.
Κατά τις αποκρυφιστικές δοξασίες της Θεοσοφίας, υπάρχει μια απόκρυφη Παγκόσμια Πνευματική Ιεραρχία, που καθοδηγεί τον κόσμο αναλόγως των εποχών και των διαφόρων ιστορικών και πνευματικών συγκυριών. Η Ιεραρχία αυτή έχει ορίσει έναν ειδικό Υπέρτατο Εκπαιδευτή, ο οποίος πάντα κατά τους ισχυρισμούς της Μπεζὰντ «έχει επίσης το μέγα καθήκον, όταν έλθη το πλήρωμα του χρόνου να επαναφαίνηται εκάστοτε επίί της γης, διά να εμπνεύση νέαν θρησκείαν, να κρούση νέον τόνον, μέχρι ου όλοι ομού συναπαρτίσουν την μεγαλοπρεπή θρησκευτικήν συγχορδίαν της ημετέρας ανθρωπότητος, ποικίλην αλλ αρμονικήν, μέ διαφορετικοὺς τόνους αποτελούσαν μίαν υπέροχον συνολικήν αρμονίαν». (Προς την Μύησιν, 1930, σελ. 96)
Η τρίτη και πλέον χαρακτηριστική μαρτυρία προέρχεται από την αγγλίδα αποκρυφίστρια Αλίκη Μπέϊλη. Οι οπαδοί της «Νέας Εποχής» αναφέρονται με ιδιαίτερο θαυμασμό στο όνομά της και τις ιδέες της.
Η Μπέϊλη ισχυρίζονταν, ότι όλες οι απόψεις της προέρχονταν από την καθοδήγηση και τις υπαγορεύσεις μιας πνευματικής οντότητας-δασκάλου, που ονομάζονταν Τζβὰλ Κούλ. Της παρουσιάστηκε μέ ανθρώπινη μορφή και της είπε ότι ήταν ενσάρκωση ενός θιβετιανού Λάμα. Η οντότητα αυτή, ο Τζβὰλ Κούλ, λέγει η Μπέϊλη, της φανέρωσε ότι η Πλανητική Ιεραρχία,
«είχε αναλάβει μια αποστολή σε πολιτικό επίπεδο, να φέρει την διεθνή συνεργασία και την οικονομική σύνθεση. Στο χώρο της θρησκείας, να καλλιεργήσει την πνευματική συνείδηση και ένα είδος παγκόσμιας θρησκείας. Στον τομέα των επιστημών, της εκπαίδευσης και της ψυχολογίας, σκοπός τους ήταν να διευρύνουν την ανθρώπινη συνείδηση, την γνώση και τις ανθρώπινες ικανότητες, γενικότερα. (...) Τα σχέδια αυτά μπορεί να είναι ιδεαλιστικά, αλλὰ όχι ανέφικτα». (Βλ. Ειρήνη Νταλίχωβ Μάϊκ Μπούθ, Αύρα-Σώμα, 2000, σελ. 299)
Νομίζουμε, ότι η μαρτυρία της Μπέϊλη είναι εξόχως σαφής και ρεαλιστική σχετικά με την αποκρυφιστική προέλευση του πανθρησκειακού οράματος της «Νέας Εποχής». Ο αποκρυφισμός είναι έκδηλος στην προέλευση, στα γνωρίσματα και στους δοξασίες της «Νέας Εποχής».
Ο ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ Χριστιανός, εν προκειμένω, βρίσκεται απέναντι σε ένα αντιχριστιανικό λαβυρινθώδες φάσμα ομάδων και αντιλήψεων, το οποίο με μεθοδικές ενέργειες προσπαθεί να αλλοιώσει το φρόνημά του. Κάθε λόγος, που αναφέρεται στη μοναδικότητα της εν Χριστώ Ιησού θείας Αποκαλύψεως, κάθε τοποθέτηση, που αρνείται να σμικρύνει ἢ να εξισώσει την Εκκλησία, το Σώμα του Χριστού, με την οποιαδήποτε πίστη, χαρακτηρίζεται από τους θιασώτες της «Νέας Εποχής», ως δήθεν φανατισμός, ως μισαλλοδοξία, ως παρωχημένη και διχαστική προσέγγιση.
Μπροστά σ' αυτού του είδους τις μεθοδεύσεις, υπάρχει μία μόνο απάντηση· είναι ο λόγος-προτροπή του Αγίου Ιγνατίου Αντιοχείας προς τον Άγιο Πολύκαρπο Σμύρνης:
«Στήθι εδραίος ως άκμων τυπτόμενος. Μεγάλου εστὶν αθλητού το δέρεσθαι και νικάν»· (Προς Πολύκαρπον, 3) η απόλυτη πιστότητα σε όσα «οι Προφήται είδον, οι Απόστολοι εδίδαξαν, η Εκκλησία παρέλαβε και οι Διδάσκαλοι εδογμάτισαν».
«Ορθόδοξος Τύπος», αριθ. 1619/18.11.2005
Πρωτοπρεσβυτέρου π. Βασιλείου Α. Γεωργοπούλου (Μ. ΤΗ.)
(από egolpion, katohika)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου