Σαν να ζούμε στο «Μάτριξ». Σε μια άλλη πραγματικότητα στην οποία, όπου κι αν κοιτάξει κανείς, συμβαίνουν πράγματα που μόλις ένα εικοσιτετράωρο νωρίτερα φαίνονταν αδιανόητα. Σε μια πραγματικότητα στην οποία οι τραπεζίτες αρχίζουν να μιλούν σαν πολιτικοί και οι πολιτικοί σαν τραπεζίτες.
Από τη μια μεριά πολιτικοί ηγέτες των χρεωμένων περιφερειακών χωρών της ευρωζώνης απορρίπτουν μετά βδελυγμίας οποιαδήποτε αναδιάρθρωση των...
χρεών τους ως καταστροφική. Και από την άλλη, άνθρωποι που υπηρέτησαν το διεθνές τραπεζικό σύστημα, όπως το πρώην στέλεχος του ΔΝΤ Μπάρι Αϊχενγκριν, αρθρώνουν τον πολιτικό λόγο που δεν τολμούν να αρθρώσουν οι πολιτικοί. «Η παρατεταμένη λιτότητα που δεν συμπληρώνεται από κάποια μείωση του χρέους κατά την οποία θα αναλάβουν μέρος των απωλειών και οι δανειστές, δεν είναι μόνο αναποτελεσματική, αλλά και άδικη», έγραφε ο Αϊχενγκριν στους «Τάιμς της Νέας Υόρκης». «Οταν μειώνεις το εισόδημα του λαού που εξυπηρετεί το χρέος, χωρίς να μειώνεις το εισόδημα των δανειστών, δεν μειώνεις το επίπεδο του χρέους. Κάποιοι μπορεί να το λένε αυτό θυσία, αλλά σε αυτή τη θυσία δεν συμμετέχουν όλοι».
Στη θεωρία μια χώρα μπορεί να μειώσει το χρέος της μέσω της ανάπτυξης. Στην πράξη, ελάχιστες χώρες τα κατάφεραν έτσι. Επειδή οι μηχανισμοί των δανειστών, όπως το ΔΝΤ, προκειμένου να σιγουρέψουν πως θα πάρουν πίσω τα λεφτά τους, επιβάλλουν τόση λιτότητα, που καταπνίγει κάθε ελπίδα για ανάπτυξη. Ο Κένεθ Ρογκόφ και η Κάρμεν Ράινχαρτ, ειδικοί στις χρηματοπιστωτικές κρίσεις και συγγραφείς του βιβλίου «Αυτή τη φορά είναι αλλιώς», λένε πως από τις 22 χώρες που απομείωσαν τα χρέη τους από το 1970 έως το 2000, μόνο τέσσερις το κατάφεραν μέσω της ανάπτυξης. Ιστορικά, από το 1990, οι απώλειες που υπέστησαν οι δανειστές από διάφορες αναδιαρθρώσεις χρεών ανέρχονται σε 25-35% κατά μέσο όρο, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Εκεί που έπαθαν μεγάλη ζημιά ήταν στην Αργεντινή το 2005, όπου υπέστησαν «κούρεμα» 73% (και 66% το 2010). Η Αργεντινή ήταν όμως μια κυρίαρχη χώρα που καθόρισε η ίδια τους όρους του παιχνιδιού. Στις περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης, που έχουν εκχωρήσει τη νομισματική και μεγάλο μέρος της οικονομικής κυριαρχίας τους, οι όροι οποιασδήποτε απόπειρας να μειώσουν τα χρέη τους θα τεθούν από εξωτερικά κέντρα αποφάσεων που θα επιβάλουν σκληρότατα πειθαρχικά μέτρα. Η ανακούφιση για τις κυβερνήσεις θα είναι προσωρινή, ενώ η αγωνία των λαών τους θα παραταθεί, άγνωστο για πόσο ακόμη. Η αναδιάρθρωση μπορεί να επιτευχθεί, στον βαθμό που θα διασφαλίζει τα συμφέροντα των δανειστών.
Μια άλλη αναδιάρθρωση θα έχει χαθεί όμως διά παντός: η αναδιάρθρωση της χαμένης εμπιστοσύνης του λαού προς το πολιτικό και το οικονομικό σύστημα, που με τον μηχανισμό του χρέους, όπως έλεγε ο φιλόσοφος Ζαν Μποντριγιάρ, έχει επιστρέψει τον κόσμο σε μια κατάσταση φεουδαλικής δουλείας, στην οποία ένα μέρος της εργασίας των ανθρώπων, ακόμη και πριν να γεννηθούν, οφείλεται προκαταβολικά στον αφέντη.
(από steveniko, tanea, e-parembasis)Από τη μια μεριά πολιτικοί ηγέτες των χρεωμένων περιφερειακών χωρών της ευρωζώνης απορρίπτουν μετά βδελυγμίας οποιαδήποτε αναδιάρθρωση των...
χρεών τους ως καταστροφική. Και από την άλλη, άνθρωποι που υπηρέτησαν το διεθνές τραπεζικό σύστημα, όπως το πρώην στέλεχος του ΔΝΤ Μπάρι Αϊχενγκριν, αρθρώνουν τον πολιτικό λόγο που δεν τολμούν να αρθρώσουν οι πολιτικοί. «Η παρατεταμένη λιτότητα που δεν συμπληρώνεται από κάποια μείωση του χρέους κατά την οποία θα αναλάβουν μέρος των απωλειών και οι δανειστές, δεν είναι μόνο αναποτελεσματική, αλλά και άδικη», έγραφε ο Αϊχενγκριν στους «Τάιμς της Νέας Υόρκης». «Οταν μειώνεις το εισόδημα του λαού που εξυπηρετεί το χρέος, χωρίς να μειώνεις το εισόδημα των δανειστών, δεν μειώνεις το επίπεδο του χρέους. Κάποιοι μπορεί να το λένε αυτό θυσία, αλλά σε αυτή τη θυσία δεν συμμετέχουν όλοι».
Στη θεωρία μια χώρα μπορεί να μειώσει το χρέος της μέσω της ανάπτυξης. Στην πράξη, ελάχιστες χώρες τα κατάφεραν έτσι. Επειδή οι μηχανισμοί των δανειστών, όπως το ΔΝΤ, προκειμένου να σιγουρέψουν πως θα πάρουν πίσω τα λεφτά τους, επιβάλλουν τόση λιτότητα, που καταπνίγει κάθε ελπίδα για ανάπτυξη. Ο Κένεθ Ρογκόφ και η Κάρμεν Ράινχαρτ, ειδικοί στις χρηματοπιστωτικές κρίσεις και συγγραφείς του βιβλίου «Αυτή τη φορά είναι αλλιώς», λένε πως από τις 22 χώρες που απομείωσαν τα χρέη τους από το 1970 έως το 2000, μόνο τέσσερις το κατάφεραν μέσω της ανάπτυξης. Ιστορικά, από το 1990, οι απώλειες που υπέστησαν οι δανειστές από διάφορες αναδιαρθρώσεις χρεών ανέρχονται σε 25-35% κατά μέσο όρο, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Εκεί που έπαθαν μεγάλη ζημιά ήταν στην Αργεντινή το 2005, όπου υπέστησαν «κούρεμα» 73% (και 66% το 2010). Η Αργεντινή ήταν όμως μια κυρίαρχη χώρα που καθόρισε η ίδια τους όρους του παιχνιδιού. Στις περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης, που έχουν εκχωρήσει τη νομισματική και μεγάλο μέρος της οικονομικής κυριαρχίας τους, οι όροι οποιασδήποτε απόπειρας να μειώσουν τα χρέη τους θα τεθούν από εξωτερικά κέντρα αποφάσεων που θα επιβάλουν σκληρότατα πειθαρχικά μέτρα. Η ανακούφιση για τις κυβερνήσεις θα είναι προσωρινή, ενώ η αγωνία των λαών τους θα παραταθεί, άγνωστο για πόσο ακόμη. Η αναδιάρθρωση μπορεί να επιτευχθεί, στον βαθμό που θα διασφαλίζει τα συμφέροντα των δανειστών.
Μια άλλη αναδιάρθρωση θα έχει χαθεί όμως διά παντός: η αναδιάρθρωση της χαμένης εμπιστοσύνης του λαού προς το πολιτικό και το οικονομικό σύστημα, που με τον μηχανισμό του χρέους, όπως έλεγε ο φιλόσοφος Ζαν Μποντριγιάρ, έχει επιστρέψει τον κόσμο σε μια κατάσταση φεουδαλικής δουλείας, στην οποία ένα μέρος της εργασίας των ανθρώπων, ακόμη και πριν να γεννηθούν, οφείλεται προκαταβολικά στον αφέντη.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου