Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011

Μια εφικτή πρόταση...

Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης εγείρονται σοβαρά θέματα σχετικά με την επιβίωση του ανθρώπινου είδους. Μελέτες για την περιβαλλοντική καταστροφή και το ενδεχόμενο της ριζικής αλλαγής του κλίματος του πλανήτη από ζωοδόχο σε αφιλόξενο για τον άνθρωπο, σενάρια για την απειλή πολέμων με όπλα μαζικής καταστροφής, ήδη υπάρχοντες πόλεμοι ενάντια σε υπαρκτούς και φανταστικούς εχθρούς που τα ισχυρά έθνη χρησιμοποιούν για την εξάπλωση της κυριαρχίας τους, φτώχεια και θάνατοι, καθημερινά μας επισκέπτονται μέσα από τις τηλεοράσεις και τα άλλα μαζικά μέσα ενημέρωσης.
Στην Ελλάδα, μάς απασχολούν σημαντικά εγχώρια θέματα, όπως η εκτεταμένη διαφθορά στη δημόσια ζωή (πολιτικούς, δημοσιογράφους, κλήρο, δημόσιους λειτουργούς, αστυνομία, δικαιοσύνη κλπ.), η ανεργία και η ακρίβεια σε συνδυασμό με το...
απαράδεκτο φορολογικό σύστημα, το συνεχές πρόβλημα του συνταξιοδοτικού συστήματος και των ταμείων, η χαμηλή στάθμη τη παιδείας, το απαράδεκτο σύστημα δημόσιας υγείας και περίθαλψης, η γραφειοκρατία, και ο κατάλογος συνεχίζεται. Η μεγάλη κρίση που διανύουμε, φανερώνει μια παλιότερη, βαθύτερη και κατά κάποιο τρόπο, ενσωματωμένη στο σύγχρονο τρόπο οργάνωσης μιας κοινωνίας σαν τη δικιά μας.
Είναι λογικό ότι σε ένα τέτοιο βομβαρδισμό απαισιοδοξίας, ανασφάλειας και φόβου ο άνθρωπος αντιδρά, επαναστατεί, αλλάζει τα δεδομένα, πράττει το συμφέρον του.
Πραγματικά, αρκετοί από εμάς αντιδρούν και προσπαθούν να βελτιώσουν με τις δυνάμεις που διαθέτουν τον κόσμο. Οι προσπάθειές τους είναι αυτές που στηρίζουν σήμερα αυτά που θα σας πω.
Οι μεγάλοι άξονες της εξουσίας στα πλαίσια του παγκόσμιου μονεταριστικού συστήματος είναι οι διαχειριστές του χρήματος και η πολιτική ηγεσία σε ρόλους εναλλασσόμενους. Αν και στην Ελλάδα, που είναι μια χώρα η οποία απλά μαθαίνει και δεν υποκινεί τις εξελίξεις ενώ υπόκειται στον έλεγχο της Ε.Ε. (και του Δ.Ν.Τ. τώρα πια), κάτι τέτοιο δεν είναι άμεσα ορατό, αρκεί κανείς να σκεφτεί πόσο η εσωτερική μας πολιτική επηρεάζεται από τις επιταγές της Ευρώπης και της Αμερικής και να αναλογιστεί πόσο εύκολα καταργήθηκαν κατοχυρωμένα εργασιακά δικαιώματα των Ελλήνων, τα οποία κατέκτησαν με πολύχρονους αιματηρούς αγώνες, ή τι ακριβώς σημαίνουν οι ιδιωτικοποιήσεις των δημοσίων εταιρειών και με ποιους όρους έγιναν στο παρελθόν και συνεχίζουν να γίνονται, για να καταλάβει πόσο μακριά βρίσκεται από την έννοια της δημοκρατίας η σύγχρονη κοινωνία.
Πολλοί κατηγορούν τους πολιτικούς ως ανίκανους, όσους τέλος πάντων δεν είναι διεφθαρμένοι, ή στρατιωτάκια αποκομμένα από την πραγματικότητα του Έλληνα που παπαγαλίζουν τα κομματικά ποιήματα, όσο κι αν αυτά πολλές φορές είναι τόσο ανόητα που εξοργίζουν ακόμα και τα εξαγορασμένα και ταγμένα μίντια και τους εκπροσώπους τους. Όπως σε όλες τις χώρες του κόσμου έτσι και στην Ελλάδα, στον χώρο της πολιτικής υπάρχουν κι ενεργούν κάποιοι εντελώς ηλίθιοι και γραφικοί τύποι που αντιπροσωπεύουν την απώλεια της πραγματικής δημοκρατίας.
Ένας σκεπτόμενος άνθρωπος πλημμυρίζει με οργή στη σκέψη του αναπόδραστου αυτής της πραγματικότητας. Αν οι κατά καιρούς περιφερόμενοι κουκουλοφόροι των Αθηνών δεν είναι προπαγάνδα της αστυνομίας για να καταργηθούν μερικά ακόμα από τα κεκτημένα με αίμα δικαιώματά μας, τότε είναι σίγουρα παραστρατημένοι διανοούμενοι που εννόησαν λάθος την επανάσταση (το χιούμορ χρειάζεται κάπου, κάπου).
Τα κόμματα στη βουλή αντιπροσωπεύουν 3 ρεύματα. Την προοδευτική αριστερά, που είναι μία συνεχής ευαισθητοποίηση όπως λέει και ο Μαρκέζ και υποστηρίζει την ιδέα μιας κοινωνίας με απόλυτη ισότητα και ελευθερία, αλλά είναι διασπασμένη, περιχαρακωμένη σε κλειστές δομές που έχουν γίνει σκληροπυρηνικές – εντελώς αναχρονιστικές. Τη συντηρητική, νεοφιλελεύθερη δεξιά που πνέει με τους ανέμους του καπιταλισμού τον οποίο θεωρεί το μόνο μη ουτοπικό δρόμο για την ανάπτυξη και την ευημερία (με το κόμμα-τσιμπούρι που παρασιτεί εις βάρος της). Και το ρεύμα του μεσαίου χώρου, το σοσιαλιστικό, όπου το κόμμα το οποίο τον εκπροσωπεί κέρδισε τις εκλογές με αριστερή σημαία κι αμέσως μετά έπλευσε με μαύρη, ολοταχώς δεξιά.
Από τη μεταπολίτευση και μετά η χώρα δέχτηκε δύο εθνοσωτήρες και τις οικογένειές τους που διαδέχονται οι μεν τους δε ως αρχηγοί των δύο μεγάλων κομμάτων, καθώς και μια τρίτη οικογένεια που με τη σειρά της καθορίζει σε σημαντικό βαθμό τις εξελίξεις. Επίσης οι ίδιες είναι πάνω, κάτω και οι οικογένειες των βιομηχάνων και ναυπηγών με τους οποίους οι προηγούμενοι συνεννοούνται και συναλλάσσονται πριν και μετά τις εκλογές. Δε λείπουν ασφαλώς και οι διάττοντες αστέρες της πολιτικής, πρώην συγκάτοικοι των μεγάλων τζακιών στο Χάρβαρντ και τώρα διεκδικητές της «εθνοσωτηρίας».
Τα πράγματα είναι απλά για όποιον θέλει να τα δει γυμνά. Όσο κι αν παλεύουμε, όσο κι αν πολλές φορές τους καθυστερούμε ή τους ανατρέπουμε, έρχονται οι επόμενοι και με κάποιο τρόπο τα πράγματα, η ζωή μας κυλάει όπως ήδη έχει προαποφασιστεί. Και όταν λέω οι επόμενοι εννοώ αυτοί που ήταν πριν από αυτούς που ανατρέπουμε τώρα, τους οποίους είχαμε ανατρέψει για τους ίδιους λόγους. Οι ίδιοι και οι ίδιοι.
Ο τρόπος με τον οποίο εναλλάσσονται οι κυβερνήσεις με κάνει να πιστεύω πως πίσω από την κάθε υποτιθέμενη προσπάθεια της εκάστοτε κυβέρνησης να ξανακερδίσει τις εκλογές, όταν αυτό φαίνεται πια αδύνατο λόγω της απογοήτευσης και οργής του κόσμου, υπάρχει μια συγκαλυμμένη προσπάθεια να ενδυναμώσει τους αντιπάλους της με λάθη, εσωτερικό εντεινόμενο πόλεμο, πόλεμο από τα τηλεοπτικά κανάλια, τα ραδιόφωνα και τις εφημερίδες και συνολικές ενέργειες που τελικά παρουσιάζουν τους διεκδικητές, που όπως είπαμε έχουν ήδη εκδιωχθεί στο παρελθόν λόγω της κακής πολιτικής τους, ως μεσσίες που θα σώσουν τον κοσμάκη. Οι διεκδικητές ανεβαίνουν ξανά με δάφνες στην εξουσία και συνεχίζουν από εκεί που άφησαν οι προηγούμενοι, οι οποίοι τώρα αρχίζουν από την αρχή να χτίζουν το ρόλο του σωτήρα. Είναι ωραίο να είσαι πρωθυπουργός, αλλά πιστέψτε με, αν λέγεσαι Καραμανλής, Παπανδρέου ή Μητσοτάκης δεν πειράζει και να μην είσαι.
Δεν υπάρχει καμιά συνομωσία πίσω από όλα αυτά. Υπάρχουν απλά άνθρωποι που φροντίζουν για τα συμφέροντά τους και τις οικογένειές τους. Δεν είναι περισσότερο ένοχοι από όσους χρησιμοποίησαν το «βύσμα» τους για να παρακάμψουν την αξιοκρατική είσοδο στο δημόσιο, αυτούς που φοροδιαφεύγουν μέσω off shore εταιρειών, τους αποσιωπούντες διανοούμενους, τον «μέσο» Έλληνα που ψάχνει να βολευτεί με κάποιο τρόπο και να ‘χει το κεφάλι του ήσυχο και το 80% που ξαναψήφισε τους ίδιους απατεώνες χωρίς να θυμάται και να σκέφτεται. Μόνο που ένα μεγάλο ποσοστό των τελευταίων κουράστηκε πια και ψάχνει να πιαστεί στα εναλλακτικά σχήματα που προσφέρονται αυτούς τους καιρούς, δηλαδή κυρίως στο τίποτα, στην αποχή. Πρέπει εδώ να αναφέρω πως στην αναζήτηση των ενόχων θα πρέπει να σκεφτούμε την αναλογία ενοχής, σύμφωνα με τις ανάγκες, τη δύναμη και τη γνώση. Φταίει το ίδιο ο «κατά Πάγκαλο κοπρίτης» με τον ίδιο τον Πάγκαλο ο οποίος βοήθησε να φτιαχτεί ένα σύστημα αλλοτρίωσης και ηθικής διάβρωσης των Ελλήνων;
Θα μπορούσε κάποιος να στραφεί στην αριστερά, ιδιαίτερα στο Κ.Κ.Ε. μήπως εκεί βρει αγνές προθέσεις και κίνητρα. Το ελιτίστικο προφίλ όμως αυτού του κόμματος και η άρνησή του να παραδεχτεί ιστορικές αλήθειες, όπως το γεγονός ότι ο «πατερούλης» Στάλιν ήταν ένας αδίστακτος και αιμοβόρος δικτάτορας και ότι ο μαρξισμός πρέπει να δώσει ιδέες και μόνο και όχι να γίνεται ευαγγέλιο, αφού νεότεροι εξίσου σπουδαίοι διανοητές τον ανέτρεψαν σε πολλά βασικά σημεία, με κάνει να το απορρίπτω ακόμα και ως λύση ανάγκης. Το απορρίπτω επίσης, λόγω της καπιταλιστικής πρακτικής του στη διαχείριση των εκδόσεών του, λόγω του ιδιωτικού σχολείου στο οποίο φοιτούν τα παιδιά της επί σειρά ετών γενικής γραμματέως του κλπ.
Τα κόμματα που υπάρχουν σήμερα στη βουλή είναι οι παλιές δομές που διατηρούν σε λειτουργία ένα σύστημα που μας κρατά σε συνεχή αγώνα για επιβίωση και χρησιμοποιεί επιδέξια όλα τα όπλα που του παρέχονται για αυτό. Χαμηλή κουλτούρα-ανύπαρκτη καλλιέργεια, άσκηση ελέγχου μέσω του φόβου, ανυπαρξία εναλλακτικών τρόπων διαβίωσης και σκέψης πλην αυτών που επιβάλλει ο καταναλωτισμός, απομάκρυνση και απομόνωση των ανθρώπων, αλλοτρίωση και ομοιομορφοποίηση ή μαζοποίηση των νέων.
Με ρωτούν αν υπάρχει διέξοδος. Μήπως κάποιο μικρό κόμμα έχει λύσεις, μήπως αν εισέρχονταν πολλά κόμματα στη βουλή άλλαζε το τοπίο και με την εξουσία διασπειρομένη σε πολλές κατευθύνσεις και διαχειριζόμενη από πολλούς ερχόταν κάτι καλύτερο. Δυστυχώς δεν υπάρχει η υποδομή στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το κράτος, στο σύνταγμά μας για να υποδεχτούμε τέτοιο τύπο κυβέρνησης. Έτσι μας έχουν μάθει τόσα χρόνια και από αυτό αντλούν επιχειρήματα τα δύο μεγάλα κόμματα εκβιάζοντας τους ψηφοφόρους για αυτοδυναμία. Είναι πραγματικά έτσι; ΖούμÎ! µ στη χώρα της «αναγκαστικής δικομματικής δημοκρατίας»; Στην Ελλάδα ισχύει η παροιμία «ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται» και δυστυχώς βιώνουμε το απροκάλυπτο κι ανελέητο κυνηγητό της χώρας μας από τους μεγάλους λύκους του καπιταλισμού, μπροστά στους οποίους οι δικοί μας έγιναν αλεπούδες.
Το πρόβλημα που τίθεται είναι βαθύ και φτάνει μέχρι τη ρίζα της ανθρώπινης υπόστασης, γίνεται φιλοσοφικό και ξεφεύγει από την επιστήμη της κοινωνιολογίας. Μπορεί ο άνθρωπος να φτιάξει την τέλεια κοινωνία; Η μόνη απάντηση που μπορώ να δώσω είναι ότι έχοντας το εφόδιο της γνώσης μπορεί να προσπαθήσει.
Δεν είμαι απαισιόδοξος. Όπως λέει και ο Βάλερσταϊν, κάθε επανάσταση ήταν ουτοπική κι αποτυχημένη, αλλά προέκυψαν καλά μετά από κάθε αποτυχία. Η αντίδραση σε ένα σύστημα ενυπάρχει στις δομές του και λειτουργεί προς τη διατήρησή του, βελτιώνοντας τις άμυνές του. Οι ισορροπίες είναι εύθραυστες και οι κοινωνικές δυνάμεις που εκφράζουν κοινωνικά συμφέροντα βρίσκονται σε διαρκή πάλη, διαμορφώνοντας το πολιτικό-οικονομικό επιφαινόμενο. Το υπάρχον σύστημα έχει 3.000 χρόνια εμπειρίας και χαρακτηρίζεται από την ανάγκη του ανθρώπου για επιβίωση , που ορίζει το χτίσιμο κάθε κοινωνίας στη βάση μιας στρεβλού τύπου φυσικής επιλογής η οποία μεταφέρεται στην κοινωνική ύφανση και διαιωνίζει τον νόμο του ισχυρού, παρά την τρίπρακτη ζωή κι εναλλαγή των πολιτισμών. Η αριστερά υπάρχει 200 χρόνια τώρα και είναι νωρίς ακόμα για να οικοδομήσει ενιαίο λόγο. Η διανόηση είναι καταδικασμένη να διαφωνεί με τον εαυτό της και να τρώγεται με τα ρούχα της. Βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη καμπή. Η τεχνολογία μπορεί να επισφραγίσει και να κλειδώσει αυτές τις δομές, ποιος ξέρει για πόσα χρόνια ακόμα, ή μπορεί να δημιουργήσει νέους δρόμους προς την ισότητα των ανθρώπων.
Κι έτσι φτάνουμε στο μεγάλο ερώτημα. «και τώρα τι κάνουμε;» πως μπορούμε να προσπαθήσουμε σήμερα; Σε προηγούμενο άρθρο μου μίλησα για τη δύναμη του ίντερνετ, της αχαλιναγώγητης, προς το παρόν, πληροφορίας που παρά τα προβλήματά της, μπορεί ίσως να αποτελεί τον τεράστιο εγκέφαλο που χρειαζόμαστε για να βγούμε από την κρίση, όχι την Ελληνική, αλλά την παγκόσμια. Γιατί, αυτό ζούμε. Την κρίση ενός τέλους. Τώρα θα προτείνω και κάτι ευκολότερο και αμεσότερο. Στις επόμενες εκλογές, λοιπόν, ας μη φοβηθούμε. Ας μην ψηφίσουμε τους γνωστούς οικονομολόγους, δικηγόρους και τυχάρπαστους ρητορίσκους, αλλά ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ. Ας ψάξουμε τα μικρά κόμματα, να δούμε τι έχουν να προσφέρουν, ποιους ανθρώπους προτείνουν. Ας πάμε κόντρα στην αδυναμία του συστήματος, ώστε να το αναγκάσουμε να αλλάξει και να μην υπολογίσουμε το κόστος. Ας μη φοβηθούμε τους δύσκολους καιρούς. Ας ανοιχτούμε κι ας πνέει αντίθετα ο άνεμος. Είναι ένα μικρό βήμα, αλλά είναι ένα βήμα. Να, λοιπόν, μια πρόταση εφικτή και εφαρμόσιμη, αλλά θέλει ψάξιμο, διάβασμα, κούραση. Τολμάμε;
Αποστόλης Ηλιόπουλος
Κοινωνιολόγος – Σκηνοθέτης
Υπ. Διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου
(από ramnousia)

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts with Thumbnails