Χωριό χωρίς παπά, τρελό και πούστη, τουλάχιστον στην Ελλάδα, ουδέποτε υπήρξε. Αυτοί οι “θεμέλιοι λίθοι” του κάθε οικισμού, συνεπικουρούνταν από το δάσκαλο, τον πρόεδρο και το χωροφύλακα. Η κορυφαία όμως μορφή του χωριού ήταν ο χλιάρας. Ήταν ο τύπος που τη βλακεία την είχε στο αίμα του, που χρυσό έπιανε και σκατά γίνονταν και ήταν ο ίδιος μια συλλογή από χαρακτηριστικά που τον...
εκαναν το κέντρο της προσοχής. Το όνομά του πάντα τελείωνε σε -άκης… Γιωργάκης, Κωστάκης κλπ και το ανάστημά του είχε κάτι από τον γερολαδά της κατοχής και τον Γκούφη της Λιμνούπολης. Η προσωποποίηση της αναξιοπιστίας. Ότι κι αν έλεγε, πάντα κάτι άλλο είχε στο μυαλό του κι αυτό τον έκανε διασκεδαστικό, αλλά όχι επικίνδυνο, αφού κανείς δεν τον έπαιρνε στα σοβαρά. Για τον χλιάρα έχει γραφτεί ο μύθος του τσοπάνη που φώναζε ψέματα “λύκος, λύκος” , κι όταν ήρθε ο λύκος στ’ αλήθεια, δεν έδωσε κανείς σημασία. Ήταν ο χλιάρας, ο χλιαρός, ο αέρας ο κοπανιστός, κάτι σαν τον εκάστοτε πρωταγωνιστή της κοκακόλα λάιτ, ένας στυλιζαρισμένος χαζοβιόλης. Ο “πολύς καπνός – μεζές γιόκ” που λεν’ οι αγαπημένοι οθομανοί της Δραγώνας.
Μετά το τέλος της αγροτικής εποχής, το φαινόμενο του χλιάρα πήρε τ’ απάνω του στις πόλεις και κυρίως στην Αθήνα. Το κεφάλαιό του επενδύθηκε στο πιο ανερχόμενο πεδίο κοινωνικής (και οικονομικής) καταξίωσης, αυτό της δημόσιας ζωής, μιας και το είχε αύθονο. Ο αέρας. Το ίδιο το σύστημα επένδυε στον χλιάρα καθώς ήταν ο ιδανικός βοσκός για τα πρόβατα της νέας εποχής. Τον έβαλε στα media, τον έκανε προϊστάμενο σε ΔΕΚΟ και λοιπούς οργανισμούς, τον “εξέλεξε” πρύτανη, τον διόρισε αρχισυνδικαλιστή, αλλά κυρίως τον έκανε πολιτικό. Του έδωσε και άπειρο ρευστό για τον βαπτίσει “πετυχημένο”.
Ο πολύς αέρας του χλιάρα και με τον πολύ όγκο που καταλαμβάνει στο χώρο, εξασφαλίζει πως θα καλυφθεί ο χώρος που θα μπορούσαν να καταληφθούν από τους πραγματικά άξιους. Παράδειγμα οι απίστευτα υπερεκτιμημένες περσόνες των πρωινομεσημεριανοαπογευματάδικων. Το απόλυτο τίποτα έχει άπειρο από τον “πολύτιμο” τηλεοπτικό χρόνο. Μενεγάκηδες, Κορομηλάδες, Γρηγοράκηδες, Φωτούληδες, Παπαδάκηδες, Τατιάνες κι ένα σωρό άλλοι απίστευτοι τύποι έχουν γίνει μέγγενη της προσοχής μας. Είναι παντού, όπου και να κοιτάξεις πέφτεις πάνω τους, πάνω στο δασκαλεμένο απ’ τους ιματζομέηκερς τους χαζοχαρούμενο προσωπείο τους. Ακόμα και στα περίπτερα ολημερίς οι μούρες τους κρέμονται στα εξόφυλα φυλαδίων “πολιτιστικού” περιεχομένου δίπλα στις τηλεπουτάνες Τζούλια και Ντούβλη. Προσπαθούν μάλλιστα να μας πείσουν πως αυτοί οι τύποι είναι η προσωπογραφία μας, ο μέσος πολίτης, η μέση νοικοκυρά. Για τρεις – τέσσερις ώρες, πέντε μέρες την εβδομάδα δε βάζουν γλώσσα μέσα και με λεξιλόγιο 100 λέξεων το πολύ. Μια απίστευτη παρέλαση από χαζογκόμενες, ανώμαλους, πισωγλέντηδες, χαζοβιόληδες, ανεπάγγελτους, μοντελοειδή, συνοδούς πουρών, που καταπιάνονται από την ανάγνωση φλυτζανιού γαλικου καφέ, ως τις ερωτικές στάσεις των αλογόμυγων.
Το κύριο πεδίο δράσης του χλιάρα, εκεί που όντως διαπρέπει, είναι η πολιτική. Σε καμιά άλλη χώρα του κόσμου δεν θα δείτε περισσότερους χλιάρες να έχουν γίνει πολιτικοί. Μάλλιστα κάποιοι γεννιούνται και πολιτικοί και χλιάρες ταυτοχρόνως κάνοντας την επιτυχία τους προδιαγεγραμμένη. Από την τοπική αυτοδοιήκηση εώς την προεδρία της Δημοκρατίας η χλιαρότητα καλά κρατεί. Φανταστείτε πως υπάρχει πολιτικός που αντί να δουλεύει σε τσίρκο σα κλόουν, είναι νομάρχης επί χρόνια. Κάποιος άλλος έγινε δήμαρχος επειδή κάρφωνε τη μπάλα στο καλάθι… σε γενικές γραμμές το επίπεδο των τοπικών αρχόντων είναι απογοητευτικό και συνήθως αποτελείται από κλασσικά κοματόσκυλα – σύνδεσμους με τα μεγάλα αφεντικά.
Πάμε μια βόλτα σ’ αυτό που ονομάζουμε δημοσιογραφία. Ποιοί κυριαρχούν σήμερα στο γυαλί; Δείτε μόνο τις φάτσες τους! Σκεφτείτε μόνο πως έχουν για πρόεδρο τον “πυκνννοίιιιι καπννννοίιιι”, έναν ανθρωπάκο που περιφέρει τη μίζερη είκόνα του από μέγκα σε μέγκα κι από μούγκα σε μούγκα. Για τις περσόνες των 8 δεν υπάρχει αμφιβολία πως μόνο δημοσιογράφοι δεν είναι. Δεν έχουν καμία σχέση με την “είδηση” και ακόμα περισσότερη η είδηση με αυτούς. Δεν έχουν καμία σχέση με τη δημοσιογραφία καθώς έχουν απόσταση ετών φωτός από τον πολίτη και απόσταση γλοσσώφιλου από τα αφεντικά τους. Απλοί παρουσιαστές είναι που παπαγαλίζουν αυτά που γάφει το auto cue που έρχεται με φαξ από τη γραμματεία του ιδιοκτήτη του μέσου. Γι αυτό και λένε όλοι μα όλοι ακριβώς τα ίδια, καρμπόν. Γι αυτό και τους βλέπουμε σα περιφερόμενες γύφτισσες από τσαντήρι σε τσαντήρι (κανάλι) λαμβάνοντας για τις υπηρεσίες τους εξωφρενικά ποσά! Είναι οι Πετρούλες των 8. Άλλωστε τους βλέπουμε με τι αγονία ασχολούνται με το ίματζ τους, δεν αφήνουν κοσμικό για κοσμικό ιβέντ, μπας και τους έχει η εσπρέσσο εξόφυλο και το μεσημεριανάδικο της Σταματίνας σε ρεπορταζάκι. Βραβευουν μάλλιστα ο ένας τον άλλον εναλλάς σε διαγωνισμούς όπως “ο άνδρας της χρονιάς”, “Αρίων” κλπ. Δημοσιογραφία με τα γυαλομπούκαλα του Χατζηνικολάου και τα μάτια της Έλλης. Ξέρεις από πριν τι θα πουν και πως θα το πουν, αλλά το κυριότερο ξέρεις τι ΔΕΝ θα πουν. Η απίστευτη κομωδία είναι όταν ένας χλιάρας δημοσιογράφος καλεί έναν άλλο χλιάρα πολιτικό. Η καλύτερα όταν ο αρχιχλιάρας της ζούγκλας καλεί ολόκληρη αγέλη από χλιάρες στο κοτέτσι του.
Ήθελα να γράψω για τον ορισμό του χλιάρα που βρίσκει απόλυτη εφαρομγή στο σημερνό πολιτικό σκηνικό, αλλά σιχαίνομαι. Μ’ αηδιάζει μορφή τους, οι συνήθειές τους, τα λόγια τους, οι πράξεις τους. Από κάτι χοντρομπαλάδες με το βλέμα στο κοψίδι που παρίσταναν τους υπουργούς πολιτισμού ως κάτι αλογομούρηδες και διαφημιστές της κολγκέιτ. Θυμηθήτε μόνο πως ο Λιάπης ήταν υπουργός πολιτισμού. Δεν θυμάμαι ποιός είπε το “μετά τα εικοσιπέντε είμαστε υπέυθυνοι για τη φάτσα μας” , όμως έχει απόλυτο δίκιο. Η φάτσα του χλιάρα πολιτικού είναι χαρακτηριστική. Είναι απίστευτο πως έχουν μπει στη βουλή κάτι τύποι σαν τον Τσουκάτο, το Μαντέλη, τον Τατούλη, τον Τραγάκη… άπειρος ο κατάλογος… δε χρειάζεται να είσαι φυσιογνωμιστής για να καταλάβεις το ποιόν του Σημίτη. Στις πέντε λέξεις τις έξι τις διάβαζε λάθος. Η ανεπάρκεια σε όλο της το μεγαλείο κι αυτό κρίνεται ΚΑΙ εκ του αποτελέσματος (για όσους τον είχαν για ικανό τότε). Το ίδιο κι ο Γιωργάκης, εικόνα ενός μεσόκοπου μαμάκια. Ο εφιάλτης των ίματζ μέηκερς. Στις δέκα λέξεις τις δώδεκα τις λέει λάθος. Ούτε την παπαγαλία δεν μπορεί, κι όμως αυτός ο τύπος, λένε πως είναι και καθηγητής σε ένα, η δύο πανεπιστήμια κάπου μακρυά.
Για τον πολιτικό χλιάρα δεν μπορώ να γράψω άλλο. Ήδη νιώθω λερωμένος. Λυπάμαι πολύ που στη χώρα που πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια, αν βρισκόσουν εκεί θα παθαινες πολιτιστικό σοκ με τις διάνοιες που θα συναντούσες στο δρόμο, σε όλα τα πεδία της επιστημοσύνης. Ο Πλάτωνας δίπλα στον Αριστοφάνη, τον Ιπποκράτη, το Φειδία, τον Περικλή, τον Καλικράτη… Η ίδια η Ελλάδα ασχολείται, η μάλλον την απασχολούν πλέον οι χλιάρες. Το απόλυτο κενό, το άπειρο τίποτα, ο εκκωφαντικός θόρυβος του χλιάρα.
* “Κοσμητικο” επίθετο που συνηθίζεται στον κάμπο της Λάρισας, αλλά και Καρδίτσα, Τρίκαλα κλπ. Ετοιμολογείται ίσως από το χλιαρός, ίσως από το “χλιαρ’” που είναι το κουτάλι, από το αρχαίο κοχλιάριον.
(από olympia)
εκαναν το κέντρο της προσοχής. Το όνομά του πάντα τελείωνε σε -άκης… Γιωργάκης, Κωστάκης κλπ και το ανάστημά του είχε κάτι από τον γερολαδά της κατοχής και τον Γκούφη της Λιμνούπολης. Η προσωποποίηση της αναξιοπιστίας. Ότι κι αν έλεγε, πάντα κάτι άλλο είχε στο μυαλό του κι αυτό τον έκανε διασκεδαστικό, αλλά όχι επικίνδυνο, αφού κανείς δεν τον έπαιρνε στα σοβαρά. Για τον χλιάρα έχει γραφτεί ο μύθος του τσοπάνη που φώναζε ψέματα “λύκος, λύκος” , κι όταν ήρθε ο λύκος στ’ αλήθεια, δεν έδωσε κανείς σημασία. Ήταν ο χλιάρας, ο χλιαρός, ο αέρας ο κοπανιστός, κάτι σαν τον εκάστοτε πρωταγωνιστή της κοκακόλα λάιτ, ένας στυλιζαρισμένος χαζοβιόλης. Ο “πολύς καπνός – μεζές γιόκ” που λεν’ οι αγαπημένοι οθομανοί της Δραγώνας.
Μετά το τέλος της αγροτικής εποχής, το φαινόμενο του χλιάρα πήρε τ’ απάνω του στις πόλεις και κυρίως στην Αθήνα. Το κεφάλαιό του επενδύθηκε στο πιο ανερχόμενο πεδίο κοινωνικής (και οικονομικής) καταξίωσης, αυτό της δημόσιας ζωής, μιας και το είχε αύθονο. Ο αέρας. Το ίδιο το σύστημα επένδυε στον χλιάρα καθώς ήταν ο ιδανικός βοσκός για τα πρόβατα της νέας εποχής. Τον έβαλε στα media, τον έκανε προϊστάμενο σε ΔΕΚΟ και λοιπούς οργανισμούς, τον “εξέλεξε” πρύτανη, τον διόρισε αρχισυνδικαλιστή, αλλά κυρίως τον έκανε πολιτικό. Του έδωσε και άπειρο ρευστό για τον βαπτίσει “πετυχημένο”.
Ο πολύς αέρας του χλιάρα και με τον πολύ όγκο που καταλαμβάνει στο χώρο, εξασφαλίζει πως θα καλυφθεί ο χώρος που θα μπορούσαν να καταληφθούν από τους πραγματικά άξιους. Παράδειγμα οι απίστευτα υπερεκτιμημένες περσόνες των πρωινομεσημεριανοαπογευματάδικων. Το απόλυτο τίποτα έχει άπειρο από τον “πολύτιμο” τηλεοπτικό χρόνο. Μενεγάκηδες, Κορομηλάδες, Γρηγοράκηδες, Φωτούληδες, Παπαδάκηδες, Τατιάνες κι ένα σωρό άλλοι απίστευτοι τύποι έχουν γίνει μέγγενη της προσοχής μας. Είναι παντού, όπου και να κοιτάξεις πέφτεις πάνω τους, πάνω στο δασκαλεμένο απ’ τους ιματζομέηκερς τους χαζοχαρούμενο προσωπείο τους. Ακόμα και στα περίπτερα ολημερίς οι μούρες τους κρέμονται στα εξόφυλα φυλαδίων “πολιτιστικού” περιεχομένου δίπλα στις τηλεπουτάνες Τζούλια και Ντούβλη. Προσπαθούν μάλλιστα να μας πείσουν πως αυτοί οι τύποι είναι η προσωπογραφία μας, ο μέσος πολίτης, η μέση νοικοκυρά. Για τρεις – τέσσερις ώρες, πέντε μέρες την εβδομάδα δε βάζουν γλώσσα μέσα και με λεξιλόγιο 100 λέξεων το πολύ. Μια απίστευτη παρέλαση από χαζογκόμενες, ανώμαλους, πισωγλέντηδες, χαζοβιόληδες, ανεπάγγελτους, μοντελοειδή, συνοδούς πουρών, που καταπιάνονται από την ανάγνωση φλυτζανιού γαλικου καφέ, ως τις ερωτικές στάσεις των αλογόμυγων.
Το κύριο πεδίο δράσης του χλιάρα, εκεί που όντως διαπρέπει, είναι η πολιτική. Σε καμιά άλλη χώρα του κόσμου δεν θα δείτε περισσότερους χλιάρες να έχουν γίνει πολιτικοί. Μάλλιστα κάποιοι γεννιούνται και πολιτικοί και χλιάρες ταυτοχρόνως κάνοντας την επιτυχία τους προδιαγεγραμμένη. Από την τοπική αυτοδοιήκηση εώς την προεδρία της Δημοκρατίας η χλιαρότητα καλά κρατεί. Φανταστείτε πως υπάρχει πολιτικός που αντί να δουλεύει σε τσίρκο σα κλόουν, είναι νομάρχης επί χρόνια. Κάποιος άλλος έγινε δήμαρχος επειδή κάρφωνε τη μπάλα στο καλάθι… σε γενικές γραμμές το επίπεδο των τοπικών αρχόντων είναι απογοητευτικό και συνήθως αποτελείται από κλασσικά κοματόσκυλα – σύνδεσμους με τα μεγάλα αφεντικά.
Πάμε μια βόλτα σ’ αυτό που ονομάζουμε δημοσιογραφία. Ποιοί κυριαρχούν σήμερα στο γυαλί; Δείτε μόνο τις φάτσες τους! Σκεφτείτε μόνο πως έχουν για πρόεδρο τον “πυκνννοίιιιι καπννννοίιιι”, έναν ανθρωπάκο που περιφέρει τη μίζερη είκόνα του από μέγκα σε μέγκα κι από μούγκα σε μούγκα. Για τις περσόνες των 8 δεν υπάρχει αμφιβολία πως μόνο δημοσιογράφοι δεν είναι. Δεν έχουν καμία σχέση με την “είδηση” και ακόμα περισσότερη η είδηση με αυτούς. Δεν έχουν καμία σχέση με τη δημοσιογραφία καθώς έχουν απόσταση ετών φωτός από τον πολίτη και απόσταση γλοσσώφιλου από τα αφεντικά τους. Απλοί παρουσιαστές είναι που παπαγαλίζουν αυτά που γάφει το auto cue που έρχεται με φαξ από τη γραμματεία του ιδιοκτήτη του μέσου. Γι αυτό και λένε όλοι μα όλοι ακριβώς τα ίδια, καρμπόν. Γι αυτό και τους βλέπουμε σα περιφερόμενες γύφτισσες από τσαντήρι σε τσαντήρι (κανάλι) λαμβάνοντας για τις υπηρεσίες τους εξωφρενικά ποσά! Είναι οι Πετρούλες των 8. Άλλωστε τους βλέπουμε με τι αγονία ασχολούνται με το ίματζ τους, δεν αφήνουν κοσμικό για κοσμικό ιβέντ, μπας και τους έχει η εσπρέσσο εξόφυλο και το μεσημεριανάδικο της Σταματίνας σε ρεπορταζάκι. Βραβευουν μάλλιστα ο ένας τον άλλον εναλλάς σε διαγωνισμούς όπως “ο άνδρας της χρονιάς”, “Αρίων” κλπ. Δημοσιογραφία με τα γυαλομπούκαλα του Χατζηνικολάου και τα μάτια της Έλλης. Ξέρεις από πριν τι θα πουν και πως θα το πουν, αλλά το κυριότερο ξέρεις τι ΔΕΝ θα πουν. Η απίστευτη κομωδία είναι όταν ένας χλιάρας δημοσιογράφος καλεί έναν άλλο χλιάρα πολιτικό. Η καλύτερα όταν ο αρχιχλιάρας της ζούγκλας καλεί ολόκληρη αγέλη από χλιάρες στο κοτέτσι του.
Ήθελα να γράψω για τον ορισμό του χλιάρα που βρίσκει απόλυτη εφαρομγή στο σημερνό πολιτικό σκηνικό, αλλά σιχαίνομαι. Μ’ αηδιάζει μορφή τους, οι συνήθειές τους, τα λόγια τους, οι πράξεις τους. Από κάτι χοντρομπαλάδες με το βλέμα στο κοψίδι που παρίσταναν τους υπουργούς πολιτισμού ως κάτι αλογομούρηδες και διαφημιστές της κολγκέιτ. Θυμηθήτε μόνο πως ο Λιάπης ήταν υπουργός πολιτισμού. Δεν θυμάμαι ποιός είπε το “μετά τα εικοσιπέντε είμαστε υπέυθυνοι για τη φάτσα μας” , όμως έχει απόλυτο δίκιο. Η φάτσα του χλιάρα πολιτικού είναι χαρακτηριστική. Είναι απίστευτο πως έχουν μπει στη βουλή κάτι τύποι σαν τον Τσουκάτο, το Μαντέλη, τον Τατούλη, τον Τραγάκη… άπειρος ο κατάλογος… δε χρειάζεται να είσαι φυσιογνωμιστής για να καταλάβεις το ποιόν του Σημίτη. Στις πέντε λέξεις τις έξι τις διάβαζε λάθος. Η ανεπάρκεια σε όλο της το μεγαλείο κι αυτό κρίνεται ΚΑΙ εκ του αποτελέσματος (για όσους τον είχαν για ικανό τότε). Το ίδιο κι ο Γιωργάκης, εικόνα ενός μεσόκοπου μαμάκια. Ο εφιάλτης των ίματζ μέηκερς. Στις δέκα λέξεις τις δώδεκα τις λέει λάθος. Ούτε την παπαγαλία δεν μπορεί, κι όμως αυτός ο τύπος, λένε πως είναι και καθηγητής σε ένα, η δύο πανεπιστήμια κάπου μακρυά.
Για τον πολιτικό χλιάρα δεν μπορώ να γράψω άλλο. Ήδη νιώθω λερωμένος. Λυπάμαι πολύ που στη χώρα που πριν από δυόμισι χιλιάδες χρόνια, αν βρισκόσουν εκεί θα παθαινες πολιτιστικό σοκ με τις διάνοιες που θα συναντούσες στο δρόμο, σε όλα τα πεδία της επιστημοσύνης. Ο Πλάτωνας δίπλα στον Αριστοφάνη, τον Ιπποκράτη, το Φειδία, τον Περικλή, τον Καλικράτη… Η ίδια η Ελλάδα ασχολείται, η μάλλον την απασχολούν πλέον οι χλιάρες. Το απόλυτο κενό, το άπειρο τίποτα, ο εκκωφαντικός θόρυβος του χλιάρα.
* “Κοσμητικο” επίθετο που συνηθίζεται στον κάμπο της Λάρισας, αλλά και Καρδίτσα, Τρίκαλα κλπ. Ετοιμολογείται ίσως από το χλιαρός, ίσως από το “χλιαρ’” που είναι το κουτάλι, από το αρχαίο κοχλιάριον.
(από olympia)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου