Βρίσκομαι στην πόλη. Η νύχτα έχει ήδη χλωμιάσει το τοπίο. Λίγο θέλει ακόμη για να το σύρει ολοκληρωτικά στο μαύρο φόντο της. Ωστόσο τα φώτα της κατανάλωσης σκορπάν την ησυχία της, και μοιράζουν ψευδαισθήσεις φωτεινότητας και «ζωής» που στης 9ωρα μνημονεύει τα κέρδη και τις απώλειες. Όλα στο βωμό του κέρδους και της εικονικότητας.
Κάπου εκεί χαμένος και εγώ για δουλειές του εφήμερου, συναντάω παντού αστυνομικούς. Περιπολικά. Μονοδρομήσεις. Απαγορεύσεις. Ένστολοι του θεσμού όλοι μας δίνουμε το παρόν για την λεγόμενη «κοινωνική συνοχή» η οποία δεν είναι...
τίποτε άλλο από ένα κοινωνικό εφησυχασμό, σιωπή μπροστά στο ύποπτο, το άδικο, το κρίμα, το λειψό, το κατακερματισμένο, το ψεύτικο, το πεθαμένο.
τίποτε άλλο από ένα κοινωνικό εφησυχασμό, σιωπή μπροστά στο ύποπτο, το άδικο, το κρίμα, το λειψό, το κατακερματισμένο, το ψεύτικο, το πεθαμένο.
Κανείς δεν θέλει να αναστήσει ελπίδες. Φοβάται τις κραυγές. Προτιμά να τις κοιμίζει με καταστολή, «υπομονή», ψυχοναρκωτικά κατανάλωσης.
Η αλήθεια πρέπει να κρυφτεί. Η ελπίδα πρέπει να θαφτεί στα «αλλά» τα «μήπως» και τα «ίσως».
Ωστόσο κάποια στιγμή ακούω φωνές. Προς το παρόν όχι της φαντασίας μου. Πραγματικές. Αληθινές, ρωμαλέες, ανήσυχες, ευαίσθητες, γεμάτες ερωτηματικά, «γιατί» ;
Μια κοινωνία μπορεί να προχωρήσει χωρίς «γιατί»; Μια κοινωνία μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς ερωτηματικά; Παράγεται πολιτισμός σε μια κοινωνία που αισθάνεται ότι έχει βρει όλες τις απαντήσεις; Σαφέστατα και όχι. Στην εποχή μας όμως κανείς δεν ρωτά. Όλοι έχουν κουτάκια με έτοιμες κλωνοποιημένες απαντήσεις. Όλοι ξέρουν… ή απλά δεν ρωτούν αδιαφορώντας.
Αυτές όμως οι φωνές που άκουγα και όλα πιο κοντά πλησίαζαν ήταν γεμάτες πείνα και δίψα. Γεμάτες ερωτηματικά. Κραυγές απέναντι σε μια κοινωνία που έμαθε να λέει…ναι…σε όλα. Δίχως να διερωτάται. Να παλεύει με την αλήθεια και το ψέμα. Με το ακέραιο και το λειψό. Με την αναζήτηση του κάλλους που μπορεί να σώσει τον κόσμο.
Είναι η σύγχρονη νεοελληνική κοινωνία που έμαθε να σκύβει το κεφάλι στον αφέντη του εύκολου, του γελοίου, του πρόστυχου , του ανέραστου, του ανέλπιδου, στο πολιτισμό του μηδενός. Αυτή η κοινωνία που συνήθισε να μην διαμαρτύρεται πέραν του «εφήμερου», του «συνηθισμένου» του «μίζερου». Να μην αναζητεί πέραν της βιτρίνας, της εικόνας, της αγοράς, της πλαστικής ομορφιάς, του καμένου δάσους με την βίλα να ξεπροβάλει ως τσιμεντένιο μανιτάρι της νεοελληνικής αξιακής έκπτωσης. Των ακρογιαλιών που βιάστηκαν από ξενοδοχεία, επαύλεις και κέντρα νυχτερινής κατανάλωσης γεμίζοντας τα σωθικά της θάλασσα αίμα πορφυρό, αίμα αρχέγονης «παρθενίας» .
Μιας κοινωνίας που όπως έλεγε ο Καστοριάδης έχει τους πολιτικούς που της αξίζουν. Αφού καθρεφτίζουν τις ποιότητες και τις αξίες της, το ατομικό και συλλογικό της όραμα και πάνω από όλα το βαθύτερο ασυναίσθητο όνειρο της. Που δεν είναι άλλο πέραν του να κατακτήσουν εκείνοι την θέση της πολιτικής και κοινωνικής ελίτ, που αρπάζουν, ρημάζουν και χρεοκοπούν όνειρα και ελπίδες με αντάλλαγμα τον ατομικό τους πλουτισμό. Τούτο το πράττουν αφού πρώτα στο όνομα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας έχουν συνθηκολογήσει και εξασφαλίσει την κοινωνική σιωπή και συγκάλυψη. Γιατί κάποτε αυτό το μεγάλο ψέμα του αθώου και αγγελικού λαού πρέπει να σταματήσει. Είμαστε όλοι συνένοχοι στο ποσοστό που σιωπούμε και ανεχόμαστε. Η σιωπή είναι συνενοχή. Άλλωστε ο Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος φώναζε από την εξορία, ότι δεν είναι μόνο υπόλογος εκείνος που διαπράττει το έγκλημα αλλά και εκείνος που ενώ το βλέπει δεν αντιδρά.
Μέσα λοιπόν σε αυτή την άρρωστη κοινωνία το να ακούς φωνές στους δρόμους είναι μια ανάσα. Είναι μια οξυγόνωση στην μολυσμένη κοινωνική ατμόσφαιρα. Μια ελπίδα ότι κάτι ζει.
Σταμάτησα το βήμα μου και περίμενα να δω πόθεν έρχονται αυτές οι φωνές. Σε λίγη ώρα μπροστά από τα μάτια μου περνούσε μια ομάδα 100 περίπου ατόμων από τον αναρχικό χώρο (που ισως με κάποιες πρακτικές του αγώνας τους να διαφωνούμε) που έλεγε:
«Δεν είναι τυχαίο ότι η ανακοίνωση της “εξάρθρωσης” της “τρομοκρατικής οργάνωσης” συνέπεσε χρονικά με την ανακοίνωση της υπαγωγής της ελληνικής οικονομίας στον έλεγχο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Ένα χτύπημα που θα δεν θα πλήξει του βιομήχανους, τους τραπεζίτες και τα λοιπά παράσιτα της κοινωνίας αλλά αντιθέτως τις πιο αδύναμες ομάδες και την εργατική τάξη.
Αργεντινή, Βολιβία, Αιθιοπία, Ελ Σαλβαδόρ, Ταϊλάνδη, Σουδάν είναι χώρες οι οποίες δέχτηκαν την επιτροπεία του ΔΝΤ με δραματικά αποτελέσματα στο βιοτικό επίπεδο του πληθυσμού τους. Υπάρχει όμως μια σημαντική λεπτομέρεια η οποία δείχνει σε τι πολιτική κατάσταση βρίσκεται αυτή η στιγμή η Ελλάδα: Η πλειοψηφία των χωρών που ενεπλάκησαν με το ΔΝΤ ήταν χώρες που προερχόταν από στρατιωτική δικτατορία με διαλυμένο κοινωνικό ιστό και με ακραίες οικονομικές ανισότητες. Παρομοίως αυτή η στιγμή στην Ελλάδα βιώνουμε μια “δημοκρατική χούντα" η οποία κάτω από τον σοσιαλδημοκρατικό μανδύα διακυβέρνησης περνά μέτρα (Εργασιακά, περικοπές, ασφαλιστικό, συντάξεις) που και οι πιο συντηρητικές κυβερνήσεις δεν κατάφεραν η δεν τόλμησαν να τα προωθήσουν.
Η κυβέρνηση μέσω των ΜΜΕ καλλιεργεί ενοχές σε όλους για τα σκάνδαλα και τις κομπίνες που σχεδιάστηκαν και υλοποιήθηκαν από το κράτος και τη βουλή όλα αυτά τα χρόνια.
Τη στιγμή που οι διάφοροι γυρολόγοι"ρουφιάνοι"δημοσιογράφοι στα ΜΜΕ (Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης) παραπληροφορούν και σπεκουλάρουν σχετικά με τα χάλια της οικονομίας και τις θυσίες που πρέπει να γίνουν από τους μεροκαματιάρηδες και τους απολυμένους, το ελληνικό κράτος-ζητιάνος κάνει πανάκριβες αγορές σε γαλλικές φρεγάτες και γερμανικά αεροπλάνα αξίας πολλών δις. Ευρώ και ενισχύει τις υπερκερδοφόρες τράπεζες αυτό τον μήνα με 16 δι. ευρώ από την τσέπη μας».
Και σας θέτω εγώ τώρα το ερώτημα, είναι κανείς που μπορεί να διαφωνήσει με τα παραπάνω λόγια.Είναι αλήθεια ή δεν είναι; Είναι αυτή η πραγματικότητα που ζούμε; Και αν είναι αλήθεια γιατί σιωπούμε; Γιατί γινόμαστε συνένοχοι στην αδικία και την εκμετάλλευση.
Όμως όλα αυτά τα είπαν 100 άτομα και αυτά παιδιά, νέοι και νέες, οι υπόλοιποι περνούσαν δεξιά και αριστερά αδιάφοροι και κατασταλμένοι από το ψέμα που τους είπαν ότι ονομάζεται ζωή. Αλλά ζωή δεν είναι απλώς και μόνο να αναπνέεις.(από π. Λίβυος)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου