του Wolfgang Munchau
Το πακέτο στήριξης για την Ελλάδα, όπως γίνεται κατανοητό, δεν αποφασίστηκε για να αποφευχθεί η χρεοκοπία. Παρά τη σκληρή λιτότητα και τις διαρθρωτικές αλλαγές, οι αριθμοί δεν αποδεικνύουν την αποφυγή χρεοκοπίας. Ο βασικός στόχος του πακέτου είναι να μειωθούν τα yields των ελληνικών ομολόγων και να αποφευχθεί η μετάσταση της κρίσης.
Όμως δεν θα πρέπει να είμαστε επιθετικοί με τη συμφωνία. Εάν δεν υπήρχε, το πιθανότερο είναι ότι η ευρωζώνη δεν θα επιβίωνε. Αυτή η στήλη θα ήταν ένας...
επικήδειος. Είμαι, επίσης, χαρούμενος για το γεγονός ότι αυτοί που λαμβάνουν τις αποφάσεις τελικώς απάντησαν σε ένα βασικό μου ερώτημα. Το ερώτημα ήταν εάν θα μπορούσαν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Τελικώς στάθηκαν και αξίζει να τους το αναγνωρίσουμε....
Παρά την ετοιμότητά της να δεχτεί σκληρή λιτότητα, είναι σαφές ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να επιζήσει εάν δεν «ξεχαστεί» μέρος του χρέους της. Κατανοώ γιατί το ΔΝΤ και η ευρωζώνη δεν ξεκίνησαν αυτήν τη δύσκολη κουβέντα. Κάτι τέτοιο θα καθυστερούσε την όλη διαδικασία. Άλλωστε, με δεδομένη την εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση στις αγορές ομολόγων, έπρεπε να φερθούν προσεκτικά.
Όμως αναδιάρθρωση χρέους θα είναι, τελικώς, απαραίτητη. Το χρέος της Ελλάδας θα διευρυνθεί από το 125% του ΑΕΠ στο 140% - 150% κατά τη διάρκεια των χρόνων εφαρμογής της λιτότητας. Χωρίς αναδιάρθρωση η Ελλάδα θα εξέλθει από αυτήν την περίοδο «μισή», ηττημένη και ανάπηρη.
Η απόφαση να αποσυρθεί η Ελλάδα από τις αγορές για τρία χρόνια βοηθά ώστε να αποφευχθεί η άμεση κατάρρευση, αλλά δεν λύνει το πρόβλημα των χρεών της χώρας. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα μπορεί να εφαρμόσει σκληρή λιτότητα στο διάστημα που έχει συμφωνηθεί, χωρίς να διολισθήσει σε μία μαύρη τρύπα. Είναι εξαιρετικά αισιόδοξοι. Η Standard & Poor’s υποστήριξε ότι το ελληνικό ΑΕΠ δεν πρόκειται να επιστρέψει σε θετική πορεία (όπως αυτή του 2009) πριν από το 2017.
Την περασμένη εβδομάδα είδαμε πώς λειτουργεί ο φαύλος, σκληρός κύκλος της κρίσης. Πρώτον, η οικονομική κατάσταση μιας χώρας δυσχεραίνει. Κατόπιν εμφανίζεται ένας οίκος αξιολόγησης που την υποβαθμίζει, με αποτέλεσμα τα επιτόκια στις αγορές να εκρήγνυνται. Αυτό οδηγεί σε ακόμη πιο βαθιά κρίση.
Προβλήματα αντιμετωπίζει, σαφώς, σε μια τέτοια περίπτωση και ο τραπεζικός κλάδος. Εάν η πιστοληπτική ικανότητα μιας χώρας τίθεται σε αμφισβήτηση, σε ανάλογη αμφισβήτηση τίθεται και η ικανότητα των τραπεζών της, των οποίων τις υποχρεώσεις έχει εγγυηθεί η κυβέρνηση. Την περασμένη εβδομάδα μεγάλο τμήμα του τραπεζικού κλάδου στη νότια Ευρώπη ουσιαστικά αποκλείστηκε από τις αγορές χρέους.
Η κ. Angela Merkel και οι άπειροι οικονομικοί της σύμβουλοι δεν γνωρίζουν τις δυναμικές μιας κρίσης χρέους. Δεν ασχολήθηκαν με το να κοιτάξουν τι έχει συμβεί σε άλλες χώρες με το ίδιο πρόβλημα, όπως για παράδειγμα στην Αργεντινή. Το να περιμένεις μέχρι μία χώρα να φτάσει ένα βήμα πριν από τον γκρεμό -κάτι το οποίο έπραξε η Γερμανίδα καγκελάριος- αποτελεί χαρακτηριστικό μιας ηγεσίας που είναι προορισμένη να καταστραφεί. Αυτή η απόφαση χρέωσε τη Γερμανία αλλά και τις υπόλοιπες χώρες με περισσότερα κεφάλαια απ’ ό,τι εάν την είχαν λάβει τον Φεβρουάριο.
Βάσει της δικής μου εκτίμησης, η συνολική στήριξη που μπορούν να χρειαστούν οι Ελλάδα, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιρλανδία και πιθανώς και η Ιταλία μπορεί να κυμανθεί από 500 δισ. ευρώ έως 1 τρισ. ευρώ. Όλες αυτές οι χώρες βλέπουν το κόστος δανεισμού τους να αυξάνει σε μία περίοδο όπου είτε βρίσκονται σε ύφεση είτε μόλις εξέρχονται από αυτήν. Τα υψηλά επιτόκια καθιστούν, σε κάποιες εξ αυτών των χωρών, μη βιώσιμο και τον ιδιωτικό τομέα.
Όπως έχω τονίσει και στο παρελθόν, τρία πράγματα θα πρέπει να συμβούν προκειμένου να υπάρξει επιβίωση της ευρωζώνης, μεσοπρόθεσμα: ένα σύστημα διαχείρισης κρίσεων, καλύτερη συνεργασία σε δημοσιονομικά θέματα και εφαρμογή πολιτικών ώστε να αποκατασταθούν οι ανισορροπίες στο εσωτερικό της ευρωζώνης. Όμως αυτές είναι οι ελάχιστες απαιτήσεις για να επιβιώσει η ευρωζώνη για μερικά χρόνια.
Προκειμένου να επιζήσει θα πρέπει να υπάρξει πολιτική ένωση και έκδοση κοινών ομολόγων.
Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση, καθώς αποδεικνύεται, εκ νέου, ότι νομισματική ένωση χωρίς την πολιτική ένωση πίσω της να τη στηρίζει δεν μπορεί να επιβιώσει. Ως εκ τούτου, η Ε.Ε. βρίσκεται μπροστά σε ένα δίλημμα: είτε να προχωρήσει σε πραγματική ενοποίηση είτε να διαλυθεί.
Η Γερμανία είναι η χώρα που θα αντισταθεί σε όλες τις αλλαγές. Την ίδια στιγμή, ο μόνος τρόπος που έχει η ευρωζώνη για να διαχειριστεί την κρίση είναι να δίνει κεφάλαια. Όμως δεν μπορεί να το πράττει επ’ άπειρον. Θα μπλοκαριστεί είτε από τους πολίτες είτε από τους συνταγματολόγους.
Έως έναν βαθμό συμφωνώ με τους συνταγματολόγους. Βάσει του όρου «μη διάσωσης» στην ευρωπαϊκή συνθήκη, η Ελλάδα θα έπρεπε να αφεθεί στην τύχη της. Όμως αυτός ο όρος -το Άρθρο 125 της Συνθήκης της Λισαβόνας- είναι ανεύθυνος. Εάν τον ακολουθήσεις, τελικώς θα διαλύσεις την ευρωζώνη. Έτσι αποφασίστηκε να αγνοηθεί και το καλύτερο θα ήταν να καταργηθεί.
Ποια θα είναι η σωστή κίνηση τελικά; Για την ίδια την Ελλάδα να προχωρήσει σε αναδιάρθρωση του χρέους της, ένας «σικ» τρόπος για να εκφράσει κάποιος τη χρεοκοπία. Για το σύνολο της Ε.Ε. είναι δύσκολο να προβλέψει κάποιος. Πάντως υπάρχουν δύο επιλογές: είτε να αλλάξει ο τρόπος λειτουργίας είτε να καταφθάσει η διάλυση.
Το πακέτο στήριξης για την Ελλάδα, όπως γίνεται κατανοητό, δεν αποφασίστηκε για να αποφευχθεί η χρεοκοπία. Παρά τη σκληρή λιτότητα και τις διαρθρωτικές αλλαγές, οι αριθμοί δεν αποδεικνύουν την αποφυγή χρεοκοπίας. Ο βασικός στόχος του πακέτου είναι να μειωθούν τα yields των ελληνικών ομολόγων και να αποφευχθεί η μετάσταση της κρίσης.
Όμως δεν θα πρέπει να είμαστε επιθετικοί με τη συμφωνία. Εάν δεν υπήρχε, το πιθανότερο είναι ότι η ευρωζώνη δεν θα επιβίωνε. Αυτή η στήλη θα ήταν ένας...
επικήδειος. Είμαι, επίσης, χαρούμενος για το γεγονός ότι αυτοί που λαμβάνουν τις αποφάσεις τελικώς απάντησαν σε ένα βασικό μου ερώτημα. Το ερώτημα ήταν εάν θα μπορούσαν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Τελικώς στάθηκαν και αξίζει να τους το αναγνωρίσουμε....
Παρά την ετοιμότητά της να δεχτεί σκληρή λιτότητα, είναι σαφές ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να επιζήσει εάν δεν «ξεχαστεί» μέρος του χρέους της. Κατανοώ γιατί το ΔΝΤ και η ευρωζώνη δεν ξεκίνησαν αυτήν τη δύσκολη κουβέντα. Κάτι τέτοιο θα καθυστερούσε την όλη διαδικασία. Άλλωστε, με δεδομένη την εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση στις αγορές ομολόγων, έπρεπε να φερθούν προσεκτικά.
Όμως αναδιάρθρωση χρέους θα είναι, τελικώς, απαραίτητη. Το χρέος της Ελλάδας θα διευρυνθεί από το 125% του ΑΕΠ στο 140% - 150% κατά τη διάρκεια των χρόνων εφαρμογής της λιτότητας. Χωρίς αναδιάρθρωση η Ελλάδα θα εξέλθει από αυτήν την περίοδο «μισή», ηττημένη και ανάπηρη.
Η απόφαση να αποσυρθεί η Ελλάδα από τις αγορές για τρία χρόνια βοηθά ώστε να αποφευχθεί η άμεση κατάρρευση, αλλά δεν λύνει το πρόβλημα των χρεών της χώρας. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα μπορεί να εφαρμόσει σκληρή λιτότητα στο διάστημα που έχει συμφωνηθεί, χωρίς να διολισθήσει σε μία μαύρη τρύπα. Είναι εξαιρετικά αισιόδοξοι. Η Standard & Poor’s υποστήριξε ότι το ελληνικό ΑΕΠ δεν πρόκειται να επιστρέψει σε θετική πορεία (όπως αυτή του 2009) πριν από το 2017.
Την περασμένη εβδομάδα είδαμε πώς λειτουργεί ο φαύλος, σκληρός κύκλος της κρίσης. Πρώτον, η οικονομική κατάσταση μιας χώρας δυσχεραίνει. Κατόπιν εμφανίζεται ένας οίκος αξιολόγησης που την υποβαθμίζει, με αποτέλεσμα τα επιτόκια στις αγορές να εκρήγνυνται. Αυτό οδηγεί σε ακόμη πιο βαθιά κρίση.
Προβλήματα αντιμετωπίζει, σαφώς, σε μια τέτοια περίπτωση και ο τραπεζικός κλάδος. Εάν η πιστοληπτική ικανότητα μιας χώρας τίθεται σε αμφισβήτηση, σε ανάλογη αμφισβήτηση τίθεται και η ικανότητα των τραπεζών της, των οποίων τις υποχρεώσεις έχει εγγυηθεί η κυβέρνηση. Την περασμένη εβδομάδα μεγάλο τμήμα του τραπεζικού κλάδου στη νότια Ευρώπη ουσιαστικά αποκλείστηκε από τις αγορές χρέους.
Η κ. Angela Merkel και οι άπειροι οικονομικοί της σύμβουλοι δεν γνωρίζουν τις δυναμικές μιας κρίσης χρέους. Δεν ασχολήθηκαν με το να κοιτάξουν τι έχει συμβεί σε άλλες χώρες με το ίδιο πρόβλημα, όπως για παράδειγμα στην Αργεντινή. Το να περιμένεις μέχρι μία χώρα να φτάσει ένα βήμα πριν από τον γκρεμό -κάτι το οποίο έπραξε η Γερμανίδα καγκελάριος- αποτελεί χαρακτηριστικό μιας ηγεσίας που είναι προορισμένη να καταστραφεί. Αυτή η απόφαση χρέωσε τη Γερμανία αλλά και τις υπόλοιπες χώρες με περισσότερα κεφάλαια απ’ ό,τι εάν την είχαν λάβει τον Φεβρουάριο.
Βάσει της δικής μου εκτίμησης, η συνολική στήριξη που μπορούν να χρειαστούν οι Ελλάδα, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιρλανδία και πιθανώς και η Ιταλία μπορεί να κυμανθεί από 500 δισ. ευρώ έως 1 τρισ. ευρώ. Όλες αυτές οι χώρες βλέπουν το κόστος δανεισμού τους να αυξάνει σε μία περίοδο όπου είτε βρίσκονται σε ύφεση είτε μόλις εξέρχονται από αυτήν. Τα υψηλά επιτόκια καθιστούν, σε κάποιες εξ αυτών των χωρών, μη βιώσιμο και τον ιδιωτικό τομέα.
Όπως έχω τονίσει και στο παρελθόν, τρία πράγματα θα πρέπει να συμβούν προκειμένου να υπάρξει επιβίωση της ευρωζώνης, μεσοπρόθεσμα: ένα σύστημα διαχείρισης κρίσεων, καλύτερη συνεργασία σε δημοσιονομικά θέματα και εφαρμογή πολιτικών ώστε να αποκατασταθούν οι ανισορροπίες στο εσωτερικό της ευρωζώνης. Όμως αυτές είναι οι ελάχιστες απαιτήσεις για να επιβιώσει η ευρωζώνη για μερικά χρόνια.
Προκειμένου να επιζήσει θα πρέπει να υπάρξει πολιτική ένωση και έκδοση κοινών ομολόγων.
Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση, καθώς αποδεικνύεται, εκ νέου, ότι νομισματική ένωση χωρίς την πολιτική ένωση πίσω της να τη στηρίζει δεν μπορεί να επιβιώσει. Ως εκ τούτου, η Ε.Ε. βρίσκεται μπροστά σε ένα δίλημμα: είτε να προχωρήσει σε πραγματική ενοποίηση είτε να διαλυθεί.
Η Γερμανία είναι η χώρα που θα αντισταθεί σε όλες τις αλλαγές. Την ίδια στιγμή, ο μόνος τρόπος που έχει η ευρωζώνη για να διαχειριστεί την κρίση είναι να δίνει κεφάλαια. Όμως δεν μπορεί να το πράττει επ’ άπειρον. Θα μπλοκαριστεί είτε από τους πολίτες είτε από τους συνταγματολόγους.
Έως έναν βαθμό συμφωνώ με τους συνταγματολόγους. Βάσει του όρου «μη διάσωσης» στην ευρωπαϊκή συνθήκη, η Ελλάδα θα έπρεπε να αφεθεί στην τύχη της. Όμως αυτός ο όρος -το Άρθρο 125 της Συνθήκης της Λισαβόνας- είναι ανεύθυνος. Εάν τον ακολουθήσεις, τελικώς θα διαλύσεις την ευρωζώνη. Έτσι αποφασίστηκε να αγνοηθεί και το καλύτερο θα ήταν να καταργηθεί.
Ποια θα είναι η σωστή κίνηση τελικά; Για την ίδια την Ελλάδα να προχωρήσει σε αναδιάρθρωση του χρέους της, ένας «σικ» τρόπος για να εκφράσει κάποιος τη χρεοκοπία. Για το σύνολο της Ε.Ε. είναι δύσκολο να προβλέψει κάποιος. Πάντως υπάρχουν δύο επιλογές: είτε να αλλάξει ο τρόπος λειτουργίας είτε να καταφθάσει η διάλυση.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου