Γράφει ο Δρ.Γεώργιος Μούρτος
Βιώνουμε την περίοδο της εθνικής μας απαξίωσης.
Η χώρα μας αντιμετωπίζεται σκωπτικά και αρνητικά, σχεδόν χλευαστικά.
Διασυρθήκαμε παγκοσμίως τόσο σε πολιτικό επίπεδο όσο και στη λαϊκή συνείδηση.
Ευρωπαίοι ηγέτες αναφέρονται με τους πιο απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς για τον
παγκοσμιοποιημένο μας πρωθυπουργό, ενώ στη συνείδηση των πολιτών σε κάθε γωνιά
της...
γης η απαξίωση αγγίζει όλους τους Έλληνες, άνευ εξαιρέσεως.
γης η απαξίωση αγγίζει όλους τους Έλληνες, άνευ εξαιρέσεως.
Τα αίτια αυτής της κατάστασης είναι πολλά και
εν πολλοίς γνωστά. Αυτό που εντυπωσιάζει αρνητικά ξένους και γηγενείς δεν είναι
η κατάντια της οικονομίας αλλά η κατάντια του κράτους, που έχει καταληφθεί από
σπιθαμιαίους της εξουσίας σε όλα τα επίπεδα: πολιτειακό, πολιτικό,
εκκλησιαστικό, πνευματικό, ακαδημαϊκό, θεσμικό –Ένοπλες Δυνάμεις, Δικαιοσύνη,
Δημόσια Διοίκηση. Μετά δυσκολίας ξεχωρίζεις την αχνή μορφή κάποιου σε όλο το
εξουσιαστικό φάσμα.
Οι ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν
τον κανόνα. Και τούτο, διότι οι φορείς της εξουσίας δεν κατέχουν τη θέση τους
λόγω αριστείας και αποδοχής αλλά λόγω αφασίας και ανοχής με συνέπεια, σήμερα, ο
λαός να τους απαξιώνει, να τους αποστρέφεται, να τους περιφρονεί, να τους
λοιδορεί, να τους μουντζώνει, να τους προπηλακίζει και αυτοί να αδιαφορούν
προκλητικά. Συνεχίζουν το βιολί τους, μοιράζοντας οφίτσια ως ολιγάρχες και όχι
ως ολιγαρκείς νοικοκύρηδες, μηρυκάζουν τα μασημένα και χιλιοειπωμένα χωρίς καμία
αυτοκριτική, καμία τύψη για τα πεπραγμένα τους, κανένα ίχνος μεταμέλειας.
Οι εν λόγω, φυσιολογικοί εν πολλοίς ως απλοί
πολίτες, μόλις βρεθούν στην εξουσία βρίσκουν το πτωτικό στοιχείο της απληστίας.
Η εξουσία, λοιπόν, πυροδοτεί την ανθρώπινη μετάλλαξη, από τη φυσιολογική
κατάσταση του απλού πολίτη στην αφασική του εξουσιάζοντος. Η εξήγηση αυτού του
φαινομένου βρίσκεται στην ετυμολογία της λέξης Εξουσία (=εκτός ουσίας) και στην
άρρηκτη, σιαμαία σχέση που οι φορείς της έχουν με τους θεσμούς (θεσμός=τεθμός,
δεσμός) μέσω οικογενειακών, φιλικών, κομματικών δεσμών.
Το δέσιμο της εξουσίας με τους θεσμούς, δηλαδή,
με το αξίωμα, κοινώς την «καρέκλα», είναι τόσο ισχυρό όσο το ερωτικό πάθος,
σχεδόν παραλογικό. Γι΄ αυτό, όταν η εξουσία βρεθεί υπό κατηγορία και υπό
αμφισβήτηση επικαλείται τη βοήθεια της σιαμαίας αδελφής της με αναφορές του
είδους «προσβάλλονται οι θεσμοί», «καταλύεται η δημοκρατία» και τα παρόμοια
κλαψουρίσματα. Ας δούμε το πράγμα πιο πρακτικά, μέσα από την επικαιρότητα. Οι
καθολικές λαϊκές αντιδράσεις εναντίον της εξουσίας στις πρόσφατες παρελάσεις
αποδόθηκαν ως προσβολή των θεσμών.
Οι προπηλακισθέντες, σφιχταγκαλιασμένοι με τους
θεσμούς, προχώρησαν στο σχηματισμό νέας, πολυπληθέστερης κυβέρνησης, παρά την
προσωρινότητα και τη «μονοθεματική» αποστολή της. Βλέπει κανείς ψήγματα ουσίας
σε αυτήν τη συμπεριφορά; Συγκεφαλαιώνω: η εξουσία ανταμείβει τους φορείς της
προκλητικώς ακόμη και για την αποδεδειγμένη ακαταλληλότητά τους, για την
αντικοινωνική της συμπεριφορά, για την απαξίωσή τους στο άθλημα του «εμείς», και
την προτίμησή τους στο εκλεκτικό κλαμπ των ολίγων και, κατά κανόνα ολιγίστων,
στο κλαμπ των τερατουργημάτων.
Ο χαρακτηρισμός δεν είναι δικός μου αλλά του
Γάλλου φιλοσόφου Σαιν Ζύστ: «Ενώ όλες οι τέχνες δημιούργησαν αριστουργήματα, η
μόνη που δημιούργησε τερατουργήματα είναι η πολιτική». Το φαινόμενο δεν είναι
τωρινό ούτε ελλαδικό. Στις προηγμένες, λ.χ., κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, για
να περιοριστούν οι συνέπειες των τερατουργημάτων θεσπίστηκαν ελεγκτικοί
μηχανισμοί, όπως το Συνταγματικό Δικαστήριο και το σύστημα των “checks and
balances” που τριχοτομεί την Εξουσία: εκτελεστική, νομοθετική και δικαστική.
Τους ξέφυγε, όμως, η εξουσία των ΜΜΕ και των τραπεζών, με συνέπεια το πρόβλημα
να γιγαντωθεί, τα τερατουργήματα να πολλαπλασιαστούν στη νιοστί. Ουσιαστική
αντιμετώπιση του εν λόγω προβλήματος επιχειρήθηκε μόνο στην κλασική Ελλάδα με το
ανακλητόν της εντολής, τις βραχύβιες θητείες στα δημόσια αξιώματα και την
κλήρωση των φορέων της εξουσίας.
Με αυτή την επισήμανση, οδηγούμαι στο διά
ταύτα, στην πρόταση, ώστε να κινηθούμε πρόσω, και δη, ολοταχώς.
Η πρότασή μου έχει δύο σκέλη.
Πρώτον, συνταγματική αλλαγή στη βάση των
προδιαγραφών της «άμεσης δημοκρατίας» με τους εξής τρόπους: επέκταση του θεσμού
των «ενόρκων» στις Εξεταστικές Επιτροπές της Βουλής, στα Διοικητικά Συμβούλια
και στις πειθαρχικές Επιτροπές Υπηρεσιών του Δημοσίου, στα εκλεκτορικά Σώματα
των Πανεπιστημίων, της Εκκλησίας αλλά και σε κάθε τομέα δημοσίου και κοινωνικού
ενδιαφέροντος• ζητήματα μείζονος εθνικού ενδιαφέροντος (π.χ. όνομα της ΠΓΔΜ,
Μνημόνιο) και τοπικής σπουδαιότητας να επικυρώνονται δημοψηφισματικά και, το
σημαντικότερον, υιοθέτηση της ηλεκτρονικής-διαδικτυακής διακυβέρνησης σε ένα
μεικτό σύστημα λαϊκών και πολιτικών.
Έτσι, θα ακυρωθεί εν τη γενέσει της η
δικτατορία του «μονόδρομου», ο «μονισμός», κατά το διανοουμίστικο, που
επιβάλλεται έξωθεν (χρηματιστηριακό κεφάλαιο, μιντιακό σύστημα) και οδηγεί σε
υπεραπλουστευμένα αλλά μοιροκρατικά σχήματα: Καραμανλής ή τανκς, υποχώρηση στο
Αιγαίο ή πόλεμος με την Τουρκία, Μνημόνιο ή πτώχευση, Παπαδήμος ή χάος.
Διαισθάνομαι πως βυθισμένοι στον καναπέ σας, με τη φραπεδιά ανά χείρας, και
οχυρωμένοι πίσω από το «εγώ», την πάρτη σας, έχετε ήδη βγάλει την ετυμηγορία
σας: καινοφανείς ιδέες, ανέφικτες και ουτοπικές.
Δεν προσπαθώ να σας πείσω αλλά να σας
υπενθυμίσω ότι ο διαχρονικός ελληνισμός δεν είναι τίποτε περισσότερο και τίποτε
λιγότερο από μια αέναη πάλη ενάντια στο μονισμό, στους μονόδρομους της εξουσίας.
Και το μέγα εφεύρημά του υπήρξε ο έλεγχος της εξουσίας μέσω της λαϊκής βούλησης
όχι διά της ψήφου αλλά της κλήρωσης. Στο μονισμό της εξουσίας, ο ελληνισμός
αντιπαρέβαλε την ελευθερία, τον κοινό νου και όχι την «αξιο-κρατία» που αποτελεί
τον προθάλαμο της ολιγαρχίας με τον αποκλεισμό των πολλών, την εκκλησία (του
δήμου και των πιστών), το κοινοτικό ήθος. Απέναντί του βρίσκεται ο μονισμός της
Δύσης, που προτάσσει την άνωθεν επιβολή με το νόμο, την τάξη, την αυστηρή
τιμωρία με τα Μνημόνια και τους βομβαρδισμούς τύπου Ιράκ, τον παντογνώστη ειδικό
(τεχνοκράτη και τραπεζίτη, ήτοι τον εξπέρ της αλχημείας) και τις «Ανεξάρτητες»
Αρχές. Αγγελιοφόροι του δυτικού μονισμού είναι οι καθ΄ ημάς εκσυγχρονιστές, οι
εισαγόμενοι μεταπράτες μεταχειρισμένων.
Κλείνω το σημείωμά μου αυτό με τη δεύτερη και
συμπληρωματική της πρώτης πρόταση.
Οι ύψιστες θέσεις εξουσίας –Πρόεδρος
Δημοκρατίας, Πρωθυπουργός, βουλευτές, Πρόεδρος Αρείου Πάγου, Αρχηγοί των
Επιτελείων των Ενόπλων Δυνάμεων, Πρυτάνεις, Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας,
Αρχιεπίσκοπος και Μητροπολίτες- να είναι άμισθες, ώστε οι κάτοχοί τους να
αποδεσμευτούν από ιδιοτελείς σκοπιμότητες και από αργυρώνητες συναλλαγές που
πολλαπλασιάζουν τους ευεπίφορους στην υποτακτικότητα, και να καταστούν θέσεις
εθνικής αναφοράς, ύψιστης τιμής, που θα προσελκύουν άδολους και φλογερούς με
εθνική ζέση, ώστε να αναδειχθούν οι εγκρατείς στους πειρασμούς των Σειρήνων, οι
αντάρτες. Ναι οι αντάρτες, με την αρχαιοπρεπή σημασία της λέξης:
αντί+αίρω=σηκώνω αντίθετα στον άλλο τον λόγο μου, το ανάστημά μου, το
Αυτεξούσιόν μου, δεν παραμένω άφωνος, βρε αδελφέ, και δεν χασκογελώ αμήχανα
μπροστά στη Μέρκελ και τον Ερντογάν, που δεν μουρμουρίζω αλλά ομιλώ και
αξιώνω.
Νισάφι πια με τους ακριβοπληρωμένους και
παραμορφωμένους του Χάρβαρντ θεσμικούς, που οδήγησαν τη χώρα στη χρεωκοπία, όχι
τόσο την οικονομική όσο της αξιοπρέπειας, της ιστορίας, της εθνικής συνείδησης.
Η χώρα είτε θα πορευτεί με άμισθους αντάρτες, όπως κατά την Παλιγγενεσία, είτε
θα παραμείνει στην κατάρα του «πρωθυπουργού με γαλλικό πατριωτισμό», κατά το
μακρυγιάννειο χαρακτηρισμό, Κωλλέτη. Του σπουδαγμένου στην Εσπερία πρωθυπουργού,
που υπήρξε ένθερμος θιασώτης του μονόδρομου της υποδούλωσης των απελεύθερων
Ελλήνων στους ξένους, ως εγγύηση ασφάλειας και γαλήνης• των Ελλήνων, που
πολέμησαν αμισθί για τα άυλα –πατρίδα και θρησκεία- και αυτός τους έψεγε με το
αμίμητο: «Ποιός σας είπε να σηκώσετε άρματα να δυστυχήσετε;». Σας θυμίζει αυτό
κάτι στη σημερινή, χρεωκοπημένη Ελλάδα; Εάν ναι, εγερθείτε!
(από taxalia)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου