Σε
μία χώρα όπου τα τριανταπέντε τελευταία χρόνια ο ολοκληρωτικού τύπου
λαϊκισμός, με ταυτόχρονη ιδεολογική πλύση εγκεφάλου, αποτελεί πολιτική
και επικοινωνιακή πρακτική, ο διευρυμένος λαϊκός παραλογισμός είναι το
φυσικό επακόλουθο.
Έτσι, σε μία χώρα 11 εκατομμυρίων κατοίκων η οποία χρωστά 360
δισεκατ. ευρώ, βοηθήθηκε με άλλα 230 δισεκατ. ευρώ και τής...
χαρίστηκαν 110 δισεκατ. ευρώ, σημαντικό μέρος του πληθυσμού της υβρίζει τους δανειστές και συμπαραστάτες, ζητώντας και τα ρέστα. Αυτό συμβαίνει δε την ώρα που τα 360 δισεκατ. ευρώ βοήθεια προς την Ελλάδα των 11 εκατομμυρίων αντιπροσωπεύουν δέκα φορές την δυτική βοήθεια προς 700 εκατομμύρια πεινασμένους της Αφρικής! Αυτή είναι μία θλιβερή και οδυνηρή για τους πεινασμένους πραγματικότητα, την οποία βεβαίως οι όμορφες “προοδευτικές” ψυχές στην Ελλάδα προσποιούνται ότι αγνοούν. Αυτή είναι η κατάντια τους.
χαρίστηκαν 110 δισεκατ. ευρώ, σημαντικό μέρος του πληθυσμού της υβρίζει τους δανειστές και συμπαραστάτες, ζητώντας και τα ρέστα. Αυτό συμβαίνει δε την ώρα που τα 360 δισεκατ. ευρώ βοήθεια προς την Ελλάδα των 11 εκατομμυρίων αντιπροσωπεύουν δέκα φορές την δυτική βοήθεια προς 700 εκατομμύρια πεινασμένους της Αφρικής! Αυτή είναι μία θλιβερή και οδυνηρή για τους πεινασμένους πραγματικότητα, την οποία βεβαίως οι όμορφες “προοδευτικές” ψυχές στην Ελλάδα προσποιούνται ότι αγνοούν. Αυτή είναι η κατάντια τους.
Κατά τα λοιπά, όπως πολύ σωστά επισημαίνεται στο Εβδομαδιαίο Δελτίο
Οικονομικών Εξελίξεων της Alpha Bank, η αναδιάρθρωση του ελληνικού
δημοσίου χρέους –παρά τις Κασσάνδρες– συνιστά μία εξαιρετική εξέλιξη για
το ελληνικό Δημόσιο, αλλά όχι για τους μετόχους των ελληνικών τραπεζών
οι οποίοι, χωρίς οι ίδιοι να φέρουν οποιαδήποτε ευθύνη, καλούνται να
επωμισθούν ζημιές δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ. Θα πρέπει δε να
υπογραμμισθεί ιδιαιτέρως ότι βασική αιτία των ζημιών αυτών ήταν η
τοποθέτηση, εκ μέρους των τραπεζών, μέρους της ιδιωτικής αποταμίευσης
που διαχειρίζονται σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου ή σε δάνεια
δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών με την εγγύηση του ελληνικού
Δημοσίου, όπως επέβαλλαν οι κανόνες χρηστής διαχείρισης –σύμφωνα με τους
οποίους τα κρατικά ομόλογα και οι κρατικές εγγυήσεις αξιολογούνται ως
επενδύσεις μηδενικού κινδύνου.
Από την άλλη πλευρά, οι υβρίζοντες τους δανειστές μας θα πρέπει να
πληροφορηθούν ότι σε αυτή την κρίσιμη για την χώρα μας συγκυρία, οι
φορολογούμενοι άλλων κρατών μελών της ευρωζώνης αναλαμβάνουν μεγάλα βάρη
για να βοηθηθεί η Ελλάδα. Η αλληλεγγύη αυτή εκφράζεται με την διαγραφή
μέρους του χρέους, κατά 110 δισεκατ. ευρώ, την επιμήκυνση της διάρκειας
αποπληρωμής κατά 11 έως 30 έτη, την δεκαετή περίοδο χάριτος στην πληρωμή
χρεολυσίων, τα χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού στα διακρατικά δάνεια
(μείωση του περιθωρίου σε 150 μονάδες βάσης, από 200 και 300 μονάδες
βάσης μέχρι σήμερα), μείωση του επιτοκίου στα νέα ελληνικά ομόλογα κάτω
από το επιτόκιο της αγοράς, στο 2% μέχρι το 2015 και 3% από το 2015 έως
το 2020, την μεταφορά κερδών που σχετίζονται με την διακράτηση ελληνικών
ομολόγων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τις εθνικές κεντρικές
τράπεζες του ευρωσυστήματος, καθώς, βεβαίως, και την παροχή πόρων από το
Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας σημαντικού ύψους για
να καλυφθούν τα δημοσιονομικά ελλείμματα του ελληνικού κράτους τα
επόμενα χρόνια, μέχρι να ορθοποδήσει η χώρα.
Οποιαδήποτε άλλη μικρόψυχη θεώρηση των πραγμάτων δεν συνάδει με την
κρισιμότητα της κατάστασης στην οποία βρισκόμαστε, ενώ η τήρηση των όρων
που συνοδεύουν το 2ο ΠΧΣ είναι έτσι κι αλλιώς αναγκαία για
την ανόρθωση της οικονομίας της χώρας μας. Είμαστε οι αποδέκτες των
ωφελειών από την μεγαλύτερη αναδιάρθρωση δημοσίου χρέους που έχει γίνει
ποτέ. Δεν πρέπει να λησμονούμε μία “μικρή λεπτομέρεια”: Δεν μάς χρωστάει
κανένας τίποτα. Εμείς χρωστάμε.
Είναι επίσης σημαντικό να υπογραμμισθεί ότι, πέρα από την απλόχερη οικονομική βοήθεια, με την απόφαση της 21ης
Φεβρουαρίου 2012 δίδεται στην Ελλάδα η δυνατότητα να επιταχύνει ως
συγκροτημένη πολιτεία και ως πλήρως μέλος της ευρωζώνης την εφαρμογή του
προγράμματός της για δημοσιονομική προσαρμογή, με καταπολέμηση της
σπατάλης, της διαφθοράς και της ανεξέλεγκτης φοροδιαφυγής, καθώς και για
εκ βάθρων διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ώστε να υπάρξει ουσιαστική, εις
βάθος και μόνιμη βελτίωση του θεσμικού και οργανωτικού πλαισίου
λειτουργίας της οικονομίας της.
Σαφώς δε η πρόοδος στους ανωτέρω τομείς είναι αναγκαία για να
επανέλθει η χώρα μας σε δυναμική πραγματική οικονομική ανάπτυξη και σε
αύξηση των εγχώριων εισοδημάτων και να εξασφαλίσει την οριστική έξοδό
της από την κρίση –με παραγωγική εργασία (αντί για βόλεμα στο Δημόσιο),
με καλύτερη οργάνωση και επιχειρηματικότητα (αντί για κυνήγι
επιδοτήσεων, νομοθετημένων από το κράτος κλειστών επαγγελμάτων και
υποχρεωτικών ποσοστών κέρδους, μη ανταγωνιστικών κρατικών προμηθειών,
κ.α.), και με την εκμετάλλευση των σημαντικών συγκριτικών πλεονεκτημάτων
της χώρας. Επίσης, αποτρέπεται οριστικά η διολίσθηση της Ελλάδας σε μία
κατάσταση ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας, δηλαδή σε μία κατάσταση εκ βάθρων
διασάλευσης κάθε βασικού θεσμού λειτουργίας της κοινωνίας και της
οικονομίας της χώρας, εξόδου από το ευρώ και καταποντισμού της
αγοραστικής αξίας των εισοδημάτων και των αποταμιεύσεων, κυρίως των
εργαζομένων και των συνταξιούχων, και εκμετάλλευσης των οικονομικών,
επιχειρηματικών και γενικότερων δυσκολιών των ελληνικών νοικοκυριών και
επιχειρήσεων.
Σημειώνεται ότι οι όροι που συνοδεύουν το πρόγραμμα και
περιλαμβάνονται στο νέο Μνημόνιο Συνεννόησης είναι εν πολλοίς αυτονόητες
ρυθμίσεις που αντιμετωπίζουν με αποτελεσματικότητα τις αγκυλώσεις και
δυσλειτουργίες και επιτρέπουν την βιωσιμότητα ανακάμψεως της ελληνικής
οικονομίας μόλις διαμορφωθούν συνθήκες αυτοδυνάμου αναπτύξεως. Υπό αυτές
τις συνθήκες, το Μνημόνιο αποτελεί βεβαίως αναγκαία, αλλά όχι και ικανή
συνθήκη για να βγει η χώρα το ταχύτερο δυνατόν από την κρίση, την ύφεση
και την μιζέρια. Απαιτούνται πρωτοβουλίες αναπτυξιακού περιεχομένου,
που στην παρούσα συγκυρία εστιάζονται σε δύο τομείς: επενδύσεις και
χρηματοδότηση.
Στις επενδύσεις μπορούν να συνεισφέρουν οι ιδιωτικοποιήσεις, με
παράλληλη δημοπράτηση μεγάλων επενδυτικών έργων στο επίπεδο της
λιμενικής οικονομίας, της ενέργειας και του τουρισμού. Αν την ίδια
στιγμή αξιοποιηθούν και τα 14 δισεκατ. ευρώ των ευρωπαϊκών Ταμείων για
έργα υποδομών, είναι πολύ πιθανόν η Ελλάδα να προσελκύσει και ξένες
άμεσες επενδύσεις.
Όμως, ταυτοχρόνως, τονίζει το Δελτίο της Alpha Bank, είναι απαραίτητη
και η επανεκκίνηση της τραπεζικής χρηματοδότησης, για να μπορέσουν οι
ελληνικές επιχειρήσεις (και τα νοικοκυριά) να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες
που διαμορφώνονται. Αυτό, ωστόσο, δεν είναι δυνατό να γίνει με
παρεμβάσεις στην λειτουργική και διοικητική αυτοδυναμία των τραπεζών για
να διοχετεύσουν ρευστότητα στην αγορά, ανεξαρτήτως τήρησης ή μη των
κανόνων χρηστής ανάληψης πιστωτικών κινδύνων. Δεν είναι οι τράπεζες
αυτές που εμποδίζουν σήμερα τα προγράμματα του αναπτυξιακού νόμου ή του
ΕΣΠΑ, ενώ και η ανακεφαλαιοποίησή τους δεν πρόκειται από μόνη της να
αλλάξει το επίπεδο ρευστότητος στην αγορά. Αυτό που απαιτείται πρωτίστως
είναι η επανάκαμψη των τραπεζικών καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα και η
αναθεώρηση των ασφυκτικών χρονικών περιθωρίων για την αναπλήρωση των
κεφαλαίων σε μία περίοδο που πάρα πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες θα
προχωρήσουν σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.
Με άλλα λόγια, η βελτίωση της ρευστότητος και η καταπολέμηση της
ανεργίας προϋποθέτουν άμεση αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην ελληνική
οικονομία, από την οποία τα δύο τελευταία χρόνια διέρρευσαν πάνω από 65
δισεκατ. ευρώ καταθέσεις. Διέρρευσε, δηλαδή, μία σημαντική δύναμη πυρός,
η οποία μπορεί να επανασυσταθεί.
(από postnews)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου