(Τιμή στον Αλέξη Γρηγορόπουλο)
Του Θανάση Ι. Νικολαΐδη
ΤΟ παλιό σχολείο. Με τις ελλείψεις και τα χάλια του. Με τα «καλά» και τα «κουτούκια» στο δημοτικό, με τα γυμνασιόπαιδα σε αίθουσες χωρίς θέρμανση και με τον «επιθεωρητή» να βαθμολογεί θετικά μόνο τον… αντικομμουνισμό του δάσκαλου. Κι όμως, σ’ εκείνον τον ζόφο που τα λουλούδια συνυπήρχαν με τα γαϊδουράγκαθα, υπήρχε πρόοδος. Δεν φαίνονταν-θα φαίνονταν αργότερα. Με τον μαθητή σκεπτόμενο και αυτοτελή (μη εξαρτώμενο από… κουμπιά) να γεύεται την ευτυχία της γνώσης. Ο (μέσος) δάσκαλος δίδασκε, ο μαθητής αφομοίωνε. Στο βαθμό που η απλωμένη φτώχια και τα ανύπαρκτα μέσα το επέτρεπαν. Το’ χε καμάρι ο μαθητής που έλυσε το...πρόβλημα μονάχος, καμάρωνε ο φιλόλογος για τον μικρό λογοτέχνη.
ΤΟ Πανεπιστήμιο του φοιτητή που μελετούσε (δεν διάβαζε, δεν… αποστήθιζε) και του απρόσιτου καθηγητή. Με το (κατάμεστο) αναγνωστήριο να υποκαθιστά το κρύο δωμάτιο του φοιτητή και τον καθηγητή-μελετητή χωρίς κομπιούτερ. Η γνώση κατακτιόταν με κόπο και μεράκι-δεν προσφέρονταν αμπαλαρισμένη σε πολύχρωμο φανταχτερό χαρτί πολυτελείας και ο πήχης ψηλά στις εισαγωγικές…
ΤΑ χρόνια πέρασαν, οι αγώνες μέτρησαν, τα «Πολυτεχνεία» έφεραν δημοκρατία για να καταντήσει ασυδοσία, το «Σπουδαστικό της Ασφάλειας» καταργήθηκε και οι γεμάτες τσέπες γίναν’ ασφυκτιώντα φοιτητικά αυτοκίνητα. Τα Πανεπιστήμια πλήθυναν, ο πήχης χαμήλωσε, τα αναγνωστήρια άδειασαν, οι καφετέριες γέμισαν και το κομπιούτερ «σκέφτεται» α.α. (αντ’ αυτού). Κι αν ο υπουργός δεν αφήσει το αποτύπωμα της έγνοιας του για τη γενέτειρά του ιδρύοντας μια κρατική σχολή (για να «κινηθεί» η αγορά, να νοικιαστούν σπίτια και να γεμίσουν καφετέριες), δεν είναι καλός υπουργός!
ΚΙ ύστερα, σηκώσαμε τη ματιά απ’ το φοιτητικό παζάρι ιδεών(;!) με τα τραπεζάκια, τα χρώματα και τις φοιτήτριες σταυροπόδι. Τρομάξαμε στη θέα των αξύριστων με κοτσιδάκι που κράδαιναν το κοντάρι με την κόκκινη τριγωνική σημαιούλα προσφωνώντας με το «ρε» τον Πρύτανη και τη ρίξαμε (τη ματιά) στης Μέσης μας Εκπαίδευσης το χάλι. Με δείγμα τυχαίο, τον μαθητή της βωμολοχίας και των καταλήψεων και τη μαθήτρια του… ρουζ και των σκουλαρικιών.
ΚΟΥΝΙΟΤΑΝ και λυγιόταν η 14/χρονη οδεύοντας για το σχολείο κι ήταν πρωί. Κοιτιόταν σιάχνοντας το μαλλί κι ανήσυχη αν την κοιτούν περαστικοί, με τη σκέψη της κολλημένη στα «πρότυπα». Στα «καλλιστεία» και στα «τοπ μόντελ», στο “big brother” και στις (φαινομηρίδες) μεσημεριανούδες του τίποτα. Το βέβαιο είναι πως στρώθηκε στον καθρέφτη πριν πάει στο σχολείο, σάρωσε με ρουζ τα μάγουλα, έστρωσε το μαλλί στην τελευταία του τρίχα, καμάρωσε για το «μες». Και, βέβαια, δε ξενύχτησε για να κατανοήσει το πυθαγόρειο θεώρημα ή τη διαφορά της παράθεσης απ’ την επεξήγηση, δεν βυθίστηκε στους στοχασμούς του Καζαντζάκη, δεν άφησε χώρο στα αποστηθισμένα της για έναν στίχο του Παλαμά. Με καθηγητές ανέλεγκτους που ερίζουν για μιαν ώρα παραπάνω τη βδομάδα (πώς αλλιώς περισσεύει χρόνος για να τρυπώσουν σε σπίτια μαθητών τους για ιδιαίτερο και μαύρο χρήμα;), με καθηγήτριες επιμελώς ατημέλητες και (ενίοτε) με το «μαλ…» δείγμα ανεμελιάς και «απελευθέρωσης».
ΕΚΤΟΣ (διεθνούς)…συναγωνισμού τα πανεπιστήμιά μας της ήσσονος προσπάθειας, στο χάλι της η Μ. Εκπαίδευση με το φροντιστήριο υποκατάστατο του σχολείου, με τα αγγλικά αντί ελληνικών, με τα αρχαία ελληνικά εκποδών και την ιστορία αποστηθισμένη για τις «Πανελλαδικές», μετά την… Πενταήμερη.
ΤΟ τρικ είναι δυσδιάκριτο, οι στόχοι βαθείς, οι ηθικοί αυτουργοί αόρατοι. «Αν θέλεις να πλήξεις τους έλληνες, απομάκρυνέ τους απ’ τη γλώσσα και τις παραδόσεις τους».
Υ.Γ. Αγαπητέ μου μαθητή, φίλε σπουδαστή, επίτρεψέ μου μια παρατήρηση- υπόδειξη: Τη μνήμη του μαρτυρικού Αλέξη, σήμερα, δεν την τιμάς με καταλήψεις (ούτε με βόμβες).
Μια διάλεξη ή μια σεμνή γιορτή μνήμης μέσα στο σχολείο, με την άδεια του Υπουργείου και χωρίς κομματισμούς, θα ταίριαζε στο άδολο πλάσμα που τόσο νωρίς χάθηκε αναίτια στην αγριάδα των καιρών μας.
ΤΟ παλιό σχολείο. Με τις ελλείψεις και τα χάλια του. Με τα «καλά» και τα «κουτούκια» στο δημοτικό, με τα γυμνασιόπαιδα σε αίθουσες χωρίς θέρμανση και με τον «επιθεωρητή» να βαθμολογεί θετικά μόνο τον… αντικομμουνισμό του δάσκαλου. Κι όμως, σ’ εκείνον τον ζόφο που τα λουλούδια συνυπήρχαν με τα γαϊδουράγκαθα, υπήρχε πρόοδος. Δεν φαίνονταν-θα φαίνονταν αργότερα. Με τον μαθητή σκεπτόμενο και αυτοτελή (μη εξαρτώμενο από… κουμπιά) να γεύεται την ευτυχία της γνώσης. Ο (μέσος) δάσκαλος δίδασκε, ο μαθητής αφομοίωνε. Στο βαθμό που η απλωμένη φτώχια και τα ανύπαρκτα μέσα το επέτρεπαν. Το’ χε καμάρι ο μαθητής που έλυσε το...πρόβλημα μονάχος, καμάρωνε ο φιλόλογος για τον μικρό λογοτέχνη.
ΤΟ Πανεπιστήμιο του φοιτητή που μελετούσε (δεν διάβαζε, δεν… αποστήθιζε) και του απρόσιτου καθηγητή. Με το (κατάμεστο) αναγνωστήριο να υποκαθιστά το κρύο δωμάτιο του φοιτητή και τον καθηγητή-μελετητή χωρίς κομπιούτερ. Η γνώση κατακτιόταν με κόπο και μεράκι-δεν προσφέρονταν αμπαλαρισμένη σε πολύχρωμο φανταχτερό χαρτί πολυτελείας και ο πήχης ψηλά στις εισαγωγικές…
ΤΑ χρόνια πέρασαν, οι αγώνες μέτρησαν, τα «Πολυτεχνεία» έφεραν δημοκρατία για να καταντήσει ασυδοσία, το «Σπουδαστικό της Ασφάλειας» καταργήθηκε και οι γεμάτες τσέπες γίναν’ ασφυκτιώντα φοιτητικά αυτοκίνητα. Τα Πανεπιστήμια πλήθυναν, ο πήχης χαμήλωσε, τα αναγνωστήρια άδειασαν, οι καφετέριες γέμισαν και το κομπιούτερ «σκέφτεται» α.α. (αντ’ αυτού). Κι αν ο υπουργός δεν αφήσει το αποτύπωμα της έγνοιας του για τη γενέτειρά του ιδρύοντας μια κρατική σχολή (για να «κινηθεί» η αγορά, να νοικιαστούν σπίτια και να γεμίσουν καφετέριες), δεν είναι καλός υπουργός!
ΚΙ ύστερα, σηκώσαμε τη ματιά απ’ το φοιτητικό παζάρι ιδεών(;!) με τα τραπεζάκια, τα χρώματα και τις φοιτήτριες σταυροπόδι. Τρομάξαμε στη θέα των αξύριστων με κοτσιδάκι που κράδαιναν το κοντάρι με την κόκκινη τριγωνική σημαιούλα προσφωνώντας με το «ρε» τον Πρύτανη και τη ρίξαμε (τη ματιά) στης Μέσης μας Εκπαίδευσης το χάλι. Με δείγμα τυχαίο, τον μαθητή της βωμολοχίας και των καταλήψεων και τη μαθήτρια του… ρουζ και των σκουλαρικιών.
ΚΟΥΝΙΟΤΑΝ και λυγιόταν η 14/χρονη οδεύοντας για το σχολείο κι ήταν πρωί. Κοιτιόταν σιάχνοντας το μαλλί κι ανήσυχη αν την κοιτούν περαστικοί, με τη σκέψη της κολλημένη στα «πρότυπα». Στα «καλλιστεία» και στα «τοπ μόντελ», στο “big brother” και στις (φαινομηρίδες) μεσημεριανούδες του τίποτα. Το βέβαιο είναι πως στρώθηκε στον καθρέφτη πριν πάει στο σχολείο, σάρωσε με ρουζ τα μάγουλα, έστρωσε το μαλλί στην τελευταία του τρίχα, καμάρωσε για το «μες». Και, βέβαια, δε ξενύχτησε για να κατανοήσει το πυθαγόρειο θεώρημα ή τη διαφορά της παράθεσης απ’ την επεξήγηση, δεν βυθίστηκε στους στοχασμούς του Καζαντζάκη, δεν άφησε χώρο στα αποστηθισμένα της για έναν στίχο του Παλαμά. Με καθηγητές ανέλεγκτους που ερίζουν για μιαν ώρα παραπάνω τη βδομάδα (πώς αλλιώς περισσεύει χρόνος για να τρυπώσουν σε σπίτια μαθητών τους για ιδιαίτερο και μαύρο χρήμα;), με καθηγήτριες επιμελώς ατημέλητες και (ενίοτε) με το «μαλ…» δείγμα ανεμελιάς και «απελευθέρωσης».
ΕΚΤΟΣ (διεθνούς)…συναγωνισμού τα πανεπιστήμιά μας της ήσσονος προσπάθειας, στο χάλι της η Μ. Εκπαίδευση με το φροντιστήριο υποκατάστατο του σχολείου, με τα αγγλικά αντί ελληνικών, με τα αρχαία ελληνικά εκποδών και την ιστορία αποστηθισμένη για τις «Πανελλαδικές», μετά την… Πενταήμερη.
ΤΟ τρικ είναι δυσδιάκριτο, οι στόχοι βαθείς, οι ηθικοί αυτουργοί αόρατοι. «Αν θέλεις να πλήξεις τους έλληνες, απομάκρυνέ τους απ’ τη γλώσσα και τις παραδόσεις τους».
Υ.Γ. Αγαπητέ μου μαθητή, φίλε σπουδαστή, επίτρεψέ μου μια παρατήρηση- υπόδειξη: Τη μνήμη του μαρτυρικού Αλέξη, σήμερα, δεν την τιμάς με καταλήψεις (ούτε με βόμβες).
Μια διάλεξη ή μια σεμνή γιορτή μνήμης μέσα στο σχολείο, με την άδεια του Υπουργείου και χωρίς κομματισμούς, θα ταίριαζε στο άδολο πλάσμα που τόσο νωρίς χάθηκε αναίτια στην αγριάδα των καιρών μας.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου