Του Κώστα Iορδανιδη
Εισήλθε η Τουρκία σε φάση της μετωπικής συγκρούσεως του πρωθυπουργού κ. Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν με το στρατιωτικό κατεστημένο, αναιρώντας παραδόσεις αιώνων, και ριψοκινδυνεύοντας ακραίες αντιδράσεις αντιπάλων του. Σε μια εμφάνισή του, προ ολίγων ημερών, ενώπιον πολυπληθούς ακροατηρίου ο κ. Ερντογάν ανέφερε ότι...
Εάν ο κ. Ερντογάν εζήλωσε τη δόξα του σουλτάνου Μαχμούτ Β΄ που διέλυσε το σώμα των γενιτσάρων το 1826 μάλλον κακώς ενήργησε. Ο γιος ενός ανδρός της Ακτοφυλακής, που έζησε τα παιδικά του χρόνια στο Rize της Τραπεζούντας, μπορεί να γίνει πρωθυπουργός στην Τουρκία, αλλά η αμφισβήτηση της αυτονομίας του στρατεύματος είναι υπόθεση διαφορετικής ποιότητος. Ο Μαχμούτ Β΄ συνεκρούσθη και κατίσχυσε των γενιτσάρων -σε αντίθεση με τους προκατόχους του- αλλά κατά την ενθρόνισή του είχε ζωσθεί το σπαθί του Οσμάν, όπως όλοι οι σουλτάνοι, και ενσάρκωνε το στρατιωτικό ιδεώδες.
Χαρακτηριστικό της πολιτικής ιστορίας των Ελλήνων ήταν η διαπάλη του «στρατιωτικού» και του «πολιτικού» συστήματος εξουσίας που άρχισε στην διάρκεια της Επαναστάσεως του 1821 και εξακολούθησε σε όλη τη διάρκεια της ανεξαρτησίας, με τελευταία οικτρή έκφραση το πραξικόπημα του 1967.
Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αντίθετα, και στην κεμαλική Τουρκία το ζήτημα αυτό είχε λυθεί από αιώνων προς όφελος του στρατιωτικού σκέλους. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον τίτλο του Γαζή -πολεμιστού- έφερε και ο Μουσταφά Κεμάλ που κατέλυσε την Οθωμανική Αυτοκρατορία και έπειτα από τον θάνατό του το στρατιωτικό κατεστημένο απρόσωπα και δίχως εμφανή ηγέτη υπήρξε το σημείο αναφοράς στη χώρα.
Εάν όλα αυτά καταργήθηκαν με την άνοδο του κ. Ερντογάν στην εξουσία μέλλει να αποδειχθεί, και εάν αυτό συμβεί στο τέλος, το μέλλον της Τουρκίας δεν είναι αναπότρεπτα η ενσωμάτωσή της στην ευρωπαϊκή οικογένεια, διότι υπάρχει πάντα ο κίνδυνος που απορρέει από την απώλεια σημείου αναφοράς σε μια κοινωνία, όπου η αυτοδιαχείριση της καθημερινότητος είναι ακόμη στόχος μάλλον απόμακρος.
Ο κ. Ερντογάν είναι ο πολιτικός που άνοιξε όλα τα μέτωπα, όχι απλώς στο εσωτερικό, αλλά και στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων, αντιπαρατιθέμενος και συμμάχους όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες ή το Ισραήλ. Το στήριγμα του ισλαμιστή πρωθυπουργού της Τουρκίας είναι η νέα αστική τάξη του χρήματος και η ισχύς των μαζών, που σε στιγμές κρίσιμες αποδεικνύεται πάντα ανεπαρκής.
Εάν τα δύο αυτά όπλα αρκούν για να αναιρέσουν μια εδραιωμένη παράδοση, όπως η στρατιωτική υπεροχή στην Αυτοκρατορία και στη κεμαλική Τουρκία, τότε ο κ. Ερντογάν θα αναδειχθεί σε μείζονα ανατροπέα. Αλλά ίσως είναι απλούστερο, συμβιβαζόμενος, να απεκδυθεί τη «στολή του μελλοθάνατου».
(από kathimerini, hassapis-peter)Εισήλθε η Τουρκία σε φάση της μετωπικής συγκρούσεως του πρωθυπουργού κ. Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν με το στρατιωτικό κατεστημένο, αναιρώντας παραδόσεις αιώνων, και ριψοκινδυνεύοντας ακραίες αντιδράσεις αντιπάλων του. Σε μια εμφάνισή του, προ ολίγων ημερών, ενώπιον πολυπληθούς ακροατηρίου ο κ. Ερντογάν ανέφερε ότι...
κάποιοι -αντίπαλοί του προφανώς- προειδοποιούν ότι μπορεί να έχει την τύχη του Αντνάν Μεντερές, που απηγχονίσθη το 1961.
Ο ισλαμιστής πρωθυπουργός δεν θέλησε να παρακάμψει την απειλή, δεν ισχυρίσθηκε ότι στον τελευταίο μισό αιώνα υπήρξε ωρίμανση του πολιτικού συστήματος της Τουρκίας. Με τρόπο θεατρικό -και η θεατρικότης είναι μέρος αναπόσπαστο της πολιτικής- είπε προς τα παραληρούντα πλήθη ότι όταν οι ισλαμιστές ανέβηκαν στην εξουσία «φορούσαμε ήδη τη στολή του μελλοθάνατου».Εάν ο κ. Ερντογάν εζήλωσε τη δόξα του σουλτάνου Μαχμούτ Β΄ που διέλυσε το σώμα των γενιτσάρων το 1826 μάλλον κακώς ενήργησε. Ο γιος ενός ανδρός της Ακτοφυλακής, που έζησε τα παιδικά του χρόνια στο Rize της Τραπεζούντας, μπορεί να γίνει πρωθυπουργός στην Τουρκία, αλλά η αμφισβήτηση της αυτονομίας του στρατεύματος είναι υπόθεση διαφορετικής ποιότητος. Ο Μαχμούτ Β΄ συνεκρούσθη και κατίσχυσε των γενιτσάρων -σε αντίθεση με τους προκατόχους του- αλλά κατά την ενθρόνισή του είχε ζωσθεί το σπαθί του Οσμάν, όπως όλοι οι σουλτάνοι, και ενσάρκωνε το στρατιωτικό ιδεώδες.
Χαρακτηριστικό της πολιτικής ιστορίας των Ελλήνων ήταν η διαπάλη του «στρατιωτικού» και του «πολιτικού» συστήματος εξουσίας που άρχισε στην διάρκεια της Επαναστάσεως του 1821 και εξακολούθησε σε όλη τη διάρκεια της ανεξαρτησίας, με τελευταία οικτρή έκφραση το πραξικόπημα του 1967.
Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αντίθετα, και στην κεμαλική Τουρκία το ζήτημα αυτό είχε λυθεί από αιώνων προς όφελος του στρατιωτικού σκέλους. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον τίτλο του Γαζή -πολεμιστού- έφερε και ο Μουσταφά Κεμάλ που κατέλυσε την Οθωμανική Αυτοκρατορία και έπειτα από τον θάνατό του το στρατιωτικό κατεστημένο απρόσωπα και δίχως εμφανή ηγέτη υπήρξε το σημείο αναφοράς στη χώρα.
Εάν όλα αυτά καταργήθηκαν με την άνοδο του κ. Ερντογάν στην εξουσία μέλλει να αποδειχθεί, και εάν αυτό συμβεί στο τέλος, το μέλλον της Τουρκίας δεν είναι αναπότρεπτα η ενσωμάτωσή της στην ευρωπαϊκή οικογένεια, διότι υπάρχει πάντα ο κίνδυνος που απορρέει από την απώλεια σημείου αναφοράς σε μια κοινωνία, όπου η αυτοδιαχείριση της καθημερινότητος είναι ακόμη στόχος μάλλον απόμακρος.
Ο κ. Ερντογάν είναι ο πολιτικός που άνοιξε όλα τα μέτωπα, όχι απλώς στο εσωτερικό, αλλά και στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων, αντιπαρατιθέμενος και συμμάχους όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες ή το Ισραήλ. Το στήριγμα του ισλαμιστή πρωθυπουργού της Τουρκίας είναι η νέα αστική τάξη του χρήματος και η ισχύς των μαζών, που σε στιγμές κρίσιμες αποδεικνύεται πάντα ανεπαρκής.
Εάν τα δύο αυτά όπλα αρκούν για να αναιρέσουν μια εδραιωμένη παράδοση, όπως η στρατιωτική υπεροχή στην Αυτοκρατορία και στη κεμαλική Τουρκία, τότε ο κ. Ερντογάν θα αναδειχθεί σε μείζονα ανατροπέα. Αλλά ίσως είναι απλούστερο, συμβιβαζόμενος, να απεκδυθεί τη «στολή του μελλοθάνατου».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου