Ο πόλεµος που δεν ζήσαµε; Στον πόλεµο, όµως, όλα ήταν αλλιώς. Ο εχθρός ήταν ορατός και το σωτήριο µίσος δυνάµωνε την ελπίδα της επόµενης µέρας. Οι εποχές της πείνας και της κακουχίας αντέχονταν. Είχες κάτι σηµαντικό να υπερασπιστείς και κάτι εξίσου σηµαντικό να ελπίσεις.
Τώρα;
Το δράµα είναι ότι δεν έχεις τι να υποστηρίξεις και δεν έχεις σε τι να ελπίσεις. Αυτή είναι η άλλη φτώχεια.
«Ανθρωπος», έλεγε ο Χειµωνάς, «σηµαίνει λόγος, όπως πουλί σηµαίνει πέταγµα, σκορπιός σηµαίνει δηλητήριο». Πουλί δίχως...
πέταγµα, σκορπιός δίχως δηλητήριο και άνθρωπος δίχως λόγο, σε µια τέτοια αδιανόητη εποχή οδεύουµε; Μια εποχή απελπισίας που υποθάλπει είτε την κατάθλιψη είτε την οργή είτε το θανατηφόρο µείγµα τους. Την οργισµένη θλίψη.
Υπάρχει και µια άλλη απειλή. Θα την ονοµάσω ψυχική αφωνία. Συρρίκνωση της ψυχικής ζωής. Η αδυναµία στοχασµού και ανα-στοχασµού, ή αδυναµία προτάγµατος ενός µελλοντικού σχεδίου φέρνει στην επιφάνεια έναν ύπουλο εχθρό. Τον κακό εαυτό που κρύβουµε µέσα µας. Ηδη, ως άλλος καλικάντζαρος, ο κακός µας εαυτός περιφέρεται µε τη σιχαµερή ουρά του και χορεύει ως ξωτικό στα κεραµίδια του σπιτιού µας. Είναι ο µισαλλόδοξος, ο ξενόφοβος, ο απάνθρωπος εαυτός µας, εκείνος που ως µοναδικό δόγµα του ασπάζεται το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Εκείνος που ακόµα και αυτή την ύστατη στιγµή σκέφτεται πώς θα τη βολέψει κι ας πάνε όλοι οι άλλοι να πνιγούν.
Ανέκαθεν ήταν πηγή ανησυχίας όσοι µε την ορµή µιας µη πραγµατεύσιµης ιδεολογίας ή µιας ανεξέλεγκτης απελπισίας τάσσονταν ενάντια στην τάξη των πραγµάτων. Η φράση του Σαρπαντιέ, «Εργατικές τάξεις, επικίνδυνες τάξεις» που αναφερόταν στον 19ο αιώνα, στην πραγµατικότητα δεν έπαψε ποτέ να είναι µε διάφορους τρόπους στην επικαιρότητα. Ορατά θύµατα µιας τέτοιας στοχοποίησης οι οργισµένοι νέοι, οι απελπισµένοι άνεργοι, οι αναξιοπαθούντες ξένοι, οποιοσδήποτε έχει φωνή και αντιδρά και νοµίζουµε ότι ως σκοτεινός τροµοκράτης απειλεί τα όλο και πιο λιγοστά αγαθά µας και την ησυχία µας.
Οµως για ποια ησυχία τώρα µιλάµε; Ολα είναι στον αέρα! Ιδού η ειρωνεία! Ο φιλήσυχος, στρόγγυλος πολίτης κινδυνεύει να πάει από την άλλη µπάντα! Με εκείνους που φοβόταν µια ζωή Τώρα η οργή και ο θυµός πληµµυρίζουν και τον δικό του κόσµο.
Και ο φόβος απλώνει τα πλοκάµια του.
Ερώτηµα: Ποια σχέση έχει µια τέτοια ζωή µε τη ζωή που κάποτε ονειρευτήκαµε για εµάς και τα παιδιά µας; Ακόµα και αν, λέω αν, η κρίση τελειώσει, δεν θα υπάρχει κανείς για να απολαύσει το τέλος αυτής της τραγωδίας.
Τι να γίνει; Οι χρηστοµάθειες και οι ευσεβείς υψιπετείς παιδαγωγικοί στόχοι µονό ως κούφια λόγια και αυθάδη ρητορικά σχήµατα ακούγονται. Οχι µαθήµατα. Στον εαυτό µου πρωτίστως απευθύνοµαι και του κάνω έκκληση. Ως κόρην οφθαλµού, σε αυτές τις δύσκολες εποχές, να φροντίσει να περιθάλψει την ψυχική του ζωή. Και να προστατευθεί από τον έµφοβο εαυτό του.
Ο έµφοβος άνθρωπος είναι ανελεύθερος άνθρωπος. Δούλος. Εµµονα και ψυχαναγκαστικά προσηλωµένος στην επιβίωση, οι σχέσεις του αποδυναµώνονται, οι πνευµατικές ανταλλαγές απαξιώνονται. Ιδού η άλλη όψη της φτώχειας και της ερηµίας.
Κάτι να γίνει. Γίνεται; Ναι! Γίνεται. Δεν είµαστε άθυρµα, έρµαιο των περιστάσεων. Υπάρχει τρόπος ο καθένας από εµάς να µην ενδώσει στον ύπνο της µελαγχολίας ή της τυφλής βίας. Οσο µπορεί, όπως µπορεί να αντισταθεί στην εξαθλίωση του φόβου. Ας µη γίνουµε σαν τον τελευταίο άνθρωπο του Νίτσε, που χορεύοντας πάνω στα ερείπια µε έκπληξη διερωτάται: «Φεγγάρια. Αστέρια, έρωτας, τι είναι όλα αυτά;». Αλίµονο αν φτάσουµε στο σηµείο να καταπίνουµε κάθε πρωί ένα βατράχι για να εξοικειωθούµε µε την αηδία της ηµέρας που µας περιµένει ή (χειρότερα) για να συνηθίσουµε την αηδία που µας επιφυλάσσει ο ίδιος µας ο εαυτός. Ο εαυτός µας που πάει να χάσει όλα τα στοιχεία εκείνα που τον καθιστούν άνθρωπο:
την αλληλεγγύη, την επιείκεια στον αδύνατο, τη γενναιοδωρία, την ευµένεια, την καλοσύνη. Δεν πρόκειται για ηθικοπλαστικές προτροπές προς απελπισµένα ενήλικα ή υπερήλικα λυκόπουλα. Σπαρακτική έκκληση είναι, που αξίζει ο καθένας µας να την απευθύνει στον εαυτό του. Ικεσία διατήρησης, σε ταραγµένους καιρούς, του αγαθού που µαζί µε την οικονοµική κατάρρευση κινδυνεύει, του ανθρώπινου ψυχισµού µας.
Η πρότασή µου εντέλει συµπυκνώνεται σε µία λέξη: Αγρυπνία. «Το σύνολο της αγρύπνιας µας», λέει ο Σιοράν, «είναι εκείνο που µας ξεχωρίζει από τα κτήνη και τους οµοίους µας».
Και ο Σολωµός προσθέτει: «πάντ' ανοιχτά πάντ' άγρυπνα τα µάτια της ψυχής µου».
Ο σαρκαστικός αποµυθοποιητής µαζί µε τον εθνικό µας ποιητή; Ναι! Ταιριάζει. Αρκεί να το επιτρέψουµε... στη σκέψη µας. Αυτή είναι και παραµένει ο µεγαλύτερος σύµµαχός µας.
ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΡΟΠΟΣ
Δεν είµαστε έρµαιο των περιστάσεων. Υπάρχει τρόπος ο καθένας από εµάς να µην ενδώσει στον ύπνο της µελαγχολίας ή της τυφλής βίας
Της Φωτεινής Τσαλίκογλου
Το δράµα είναι ότι δεν έχεις τι να υποστηρίξεις και δεν έχεις σε τι να ελπίσεις. Αυτή είναι η άλλη φτώχεια.
«Ανθρωπος», έλεγε ο Χειµωνάς, «σηµαίνει λόγος, όπως πουλί σηµαίνει πέταγµα, σκορπιός σηµαίνει δηλητήριο». Πουλί δίχως...
πέταγµα, σκορπιός δίχως δηλητήριο και άνθρωπος δίχως λόγο, σε µια τέτοια αδιανόητη εποχή οδεύουµε; Μια εποχή απελπισίας που υποθάλπει είτε την κατάθλιψη είτε την οργή είτε το θανατηφόρο µείγµα τους. Την οργισµένη θλίψη.
Υπάρχει και µια άλλη απειλή. Θα την ονοµάσω ψυχική αφωνία. Συρρίκνωση της ψυχικής ζωής. Η αδυναµία στοχασµού και ανα-στοχασµού, ή αδυναµία προτάγµατος ενός µελλοντικού σχεδίου φέρνει στην επιφάνεια έναν ύπουλο εχθρό. Τον κακό εαυτό που κρύβουµε µέσα µας. Ηδη, ως άλλος καλικάντζαρος, ο κακός µας εαυτός περιφέρεται µε τη σιχαµερή ουρά του και χορεύει ως ξωτικό στα κεραµίδια του σπιτιού µας. Είναι ο µισαλλόδοξος, ο ξενόφοβος, ο απάνθρωπος εαυτός µας, εκείνος που ως µοναδικό δόγµα του ασπάζεται το «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Εκείνος που ακόµα και αυτή την ύστατη στιγµή σκέφτεται πώς θα τη βολέψει κι ας πάνε όλοι οι άλλοι να πνιγούν.
Ανέκαθεν ήταν πηγή ανησυχίας όσοι µε την ορµή µιας µη πραγµατεύσιµης ιδεολογίας ή µιας ανεξέλεγκτης απελπισίας τάσσονταν ενάντια στην τάξη των πραγµάτων. Η φράση του Σαρπαντιέ, «Εργατικές τάξεις, επικίνδυνες τάξεις» που αναφερόταν στον 19ο αιώνα, στην πραγµατικότητα δεν έπαψε ποτέ να είναι µε διάφορους τρόπους στην επικαιρότητα. Ορατά θύµατα µιας τέτοιας στοχοποίησης οι οργισµένοι νέοι, οι απελπισµένοι άνεργοι, οι αναξιοπαθούντες ξένοι, οποιοσδήποτε έχει φωνή και αντιδρά και νοµίζουµε ότι ως σκοτεινός τροµοκράτης απειλεί τα όλο και πιο λιγοστά αγαθά µας και την ησυχία µας.
Οµως για ποια ησυχία τώρα µιλάµε; Ολα είναι στον αέρα! Ιδού η ειρωνεία! Ο φιλήσυχος, στρόγγυλος πολίτης κινδυνεύει να πάει από την άλλη µπάντα! Με εκείνους που φοβόταν µια ζωή Τώρα η οργή και ο θυµός πληµµυρίζουν και τον δικό του κόσµο.
Και ο φόβος απλώνει τα πλοκάµια του.
Ερώτηµα: Ποια σχέση έχει µια τέτοια ζωή µε τη ζωή που κάποτε ονειρευτήκαµε για εµάς και τα παιδιά µας; Ακόµα και αν, λέω αν, η κρίση τελειώσει, δεν θα υπάρχει κανείς για να απολαύσει το τέλος αυτής της τραγωδίας.
Τι να γίνει; Οι χρηστοµάθειες και οι ευσεβείς υψιπετείς παιδαγωγικοί στόχοι µονό ως κούφια λόγια και αυθάδη ρητορικά σχήµατα ακούγονται. Οχι µαθήµατα. Στον εαυτό µου πρωτίστως απευθύνοµαι και του κάνω έκκληση. Ως κόρην οφθαλµού, σε αυτές τις δύσκολες εποχές, να φροντίσει να περιθάλψει την ψυχική του ζωή. Και να προστατευθεί από τον έµφοβο εαυτό του.
Ο έµφοβος άνθρωπος είναι ανελεύθερος άνθρωπος. Δούλος. Εµµονα και ψυχαναγκαστικά προσηλωµένος στην επιβίωση, οι σχέσεις του αποδυναµώνονται, οι πνευµατικές ανταλλαγές απαξιώνονται. Ιδού η άλλη όψη της φτώχειας και της ερηµίας.
Κάτι να γίνει. Γίνεται; Ναι! Γίνεται. Δεν είµαστε άθυρµα, έρµαιο των περιστάσεων. Υπάρχει τρόπος ο καθένας από εµάς να µην ενδώσει στον ύπνο της µελαγχολίας ή της τυφλής βίας. Οσο µπορεί, όπως µπορεί να αντισταθεί στην εξαθλίωση του φόβου. Ας µη γίνουµε σαν τον τελευταίο άνθρωπο του Νίτσε, που χορεύοντας πάνω στα ερείπια µε έκπληξη διερωτάται: «Φεγγάρια. Αστέρια, έρωτας, τι είναι όλα αυτά;». Αλίµονο αν φτάσουµε στο σηµείο να καταπίνουµε κάθε πρωί ένα βατράχι για να εξοικειωθούµε µε την αηδία της ηµέρας που µας περιµένει ή (χειρότερα) για να συνηθίσουµε την αηδία που µας επιφυλάσσει ο ίδιος µας ο εαυτός. Ο εαυτός µας που πάει να χάσει όλα τα στοιχεία εκείνα που τον καθιστούν άνθρωπο:
την αλληλεγγύη, την επιείκεια στον αδύνατο, τη γενναιοδωρία, την ευµένεια, την καλοσύνη. Δεν πρόκειται για ηθικοπλαστικές προτροπές προς απελπισµένα ενήλικα ή υπερήλικα λυκόπουλα. Σπαρακτική έκκληση είναι, που αξίζει ο καθένας µας να την απευθύνει στον εαυτό του. Ικεσία διατήρησης, σε ταραγµένους καιρούς, του αγαθού που µαζί µε την οικονοµική κατάρρευση κινδυνεύει, του ανθρώπινου ψυχισµού µας.
Η πρότασή µου εντέλει συµπυκνώνεται σε µία λέξη: Αγρυπνία. «Το σύνολο της αγρύπνιας µας», λέει ο Σιοράν, «είναι εκείνο που µας ξεχωρίζει από τα κτήνη και τους οµοίους µας».
Και ο Σολωµός προσθέτει: «πάντ' ανοιχτά πάντ' άγρυπνα τα µάτια της ψυχής µου».
Ο σαρκαστικός αποµυθοποιητής µαζί µε τον εθνικό µας ποιητή; Ναι! Ταιριάζει. Αρκεί να το επιτρέψουµε... στη σκέψη µας. Αυτή είναι και παραµένει ο µεγαλύτερος σύµµαχός µας.
ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΡΟΠΟΣ
Δεν είµαστε έρµαιο των περιστάσεων. Υπάρχει τρόπος ο καθένας από εµάς να µην ενδώσει στον ύπνο της µελαγχολίας ή της τυφλής βίας
Της Φωτεινής Τσαλίκογλου
(από tanea)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου